Ξημέρωμα Σεπτέμβρη
Μόλις που καταφέρνω να ανοίξω για λίγο τα μάτια μου. Το σώμα μου προσπαθεί να νιώσει που βρίσκεται ακριβώς. Τα μάτια μου ανοίγουν περισσότερο και ανασηκώνω το κεφάλι μου. Είμαι στον καναπέ του σαλονιού και τα γυμνά μου πόδια έτσι όπως είναι απλωμένα στο τραπεζάκι μπροστά μου έχουν τυλιχτεί από την κουρτίνα της ανοιχτής μπαλκονόπορτας δίπλα μου.
Μάλλον φύσηξε αεράκι πριν λίγο και δεν το κατάλαβα γιατί κοιμόμουν. Τώρα δεν κουνιέται φύλλο. Έχω ιδρώσει και ξέμεινα με δυό μισόρουχα καλοκαιρινά νοτισμένα και κολλημένα επάνω μου. Κοιτάω τον εαυτό μου και χαμογελώ ειρωνικά. Σκέφτομαι πως αν είχα κάποιον να με νοιάζεται θα με είχε μαζέψει από τον καναπέ και θα με είχε πάει στο κρεβάτι μου.
Και βέβαια θα είχε κλείσει και την μπαλκονόπορτα.
Κοιτώ ξανά τον εαυτό μου και με πιάνουν τα γέλια και τα κλάματα μαζί και σκέφτομαι πως αν είχα κάποιον να με αγαπάει αληθινά θα μου έκανε παρέα εκεί στον καναπέ και θα άφηνε ανοιχτή την μπαλκονόπορτα για να κάνουμε έρωτα μαζί με την ζωή.
Σηκώνομαι και γδύνομαι. Τυλίγω τα ιδρωμένα ρούχα μου με την κουρτίνα και τα πετάω στον δρόμο. Παίρνω το άδειο κορμί μου και την αλκοολική ψυχή μου και πάω στο μπάνιο. Ρίχνω νερό στο πρόσωπο μου, στο λαιμό μου και στο στήθος μου. Με κοιτώ στον πιτισιλισμένο καθρέφτη. Ούτε χαμογελώ, ούτε κλαίω, ούτε γελώ. Δεν έχω κανένα να με νοιάζεται και κανένα να με αγαπάει αληθινά. Έχω μόνο ένα καλοκαίρι που το πιάνει κατάθλιψη όταν τελειώνει κι ας το φόρτωσα με ηλίθιους αγαπητικούς που ήταν για γέλια, έχω για πάρτη μου εμένα κι έναν Σεπτέμβρη αλήτη που ξενύχτησε και έγειρε στα πόδια μου λίγο πριν συμμαζευτεί.
Μαίρη Τσίλη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου