Κρύο από κάτω και δροσερά τριγύρω.
Φωτάκια, μπροστά, μικρά, μεγάλα, διάφανα κι ευδιάθετα -ή έτσι φαίνονται τώρα
στις αναμνήσεις. Μπορεί και να μην ήταν.
Μάλλον δεν ήταν.
Οι μυρωδιές ζεστές, πορτοκαλιές σε
χρώματα, με κόκκινο και γκρι, ενώ η ενέργεια ψυχόταν, μεταβαλλόταν ίσως μόνο,
μα νομίζω πως ηλεκτριζόταν από προβληματισμό. Δεν το νομίζω, έτσι ήταν.
Έτσι ένιωσα πως ήταν.
Μικρά, ελαφρά βήματα η συζήτηση και
ξαφνικά άγρια άλογα λαχανιασμένα. Πιεσμένα. Η ανάγκη τους να εκφραστούν τρελή
και τα λόγια έτρεχαν κι έρρεαν και ξεχύνονταν και ξαφνικά δεν κοιτούσαμε την
πόλη, ξαφνικά ήμασταν αλλού, ξαφνικά δεν ήμασταν καν εμείς. Όχι, ήμασταν.
Ήμασταν, αλλά με διαφορετική σύνθεση.
Τα σπίτια κουτιά. Τα μεγέθη διαφορετικά,
οι αισθήσεις μουγκάθηκαν, μα οι σκέψεις διεγέρθηκαν. Ποιος, τι και πού. Πότε
και γιατί. Πώς ήρθε αυτό και αν θα έμενε, αναρωτιόμουν. Ήταν ωραία αυτή η θέα.
Ήταν πολύ ωραία.
Τα κουτιά δεν είναι πάντα ορατά. Δεν
κρύβονται, δεν εξαφανίζονται ούτε γίνονται ένα με το περιβάλλον. Απλώς για να
ιδωθούν, χρειάζονται συγκεκριμένα μάτια. Οι κόρες σπινθηροβόλες, οι ίριδες
ερεθισμένες και τα νεύρα σε εγρήγορση, η οξύτητα τους στα ύψη κι η θέληση στην
αλλαγή. Η αλλαγή η όχι προσωρινή θα ήταν καλύτερη από την άλλη.
Ναι, έτσι νομίζω.
Τώρα σε εσένα γυρνώ. Αν ποτέ τα βήματα
στον χάρτη του μυαλού σε πάνε εκεί, άλλαξε μάτια. Όχι για πάντα αν δε θέλεις.
Μα για λίγο αποχωρίσου τα δικά σου. Τα κουτιά υπάρχουν. Ελπίζω να μην τα φοβηθείς,
μα κι αν το κάνεις, εύχομαι να συγκρατηθείς. Αυτό θα ήταν το πιο σοφό. Το πιο
ουσιαστικό. Τότε τα κουτιά δε θα είναι μόνο αυτό.
Θα το δεις κι εσύ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου