Όλα ήταν σκοτεινά, δεν φαινόταν τίποτα.
Η Αγαθή ξύπνησε δεν μπορούσε να δει που βρίσκεται όταν
κατάλαβε ότι όλα είναι μαύρα προσπάθησε να σηκωθεί αλλά ήταν αδύνατο διότι το
πόδι της ήταν δεμένο με μια αλυσίδα.Εκεί άρχιζε σιγά σιγά να συνειδητοποιεί τι
συμβαίνει, το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να φωνάξει βοήθεια και αμέσως
ακούστηκε μια αντρική φωνή
-"Μην φωνάζεις άδικα δεν θα σε ακούσει
κανείς".Είπε ο άντρας.
Η Αγαθή νόμιζε πως αυτός της το έκανε αυτό αλλά
σύντομα κατάλαβε πως και αυτός ήταν στην ίδια κατάσταση με αυτήν.
-"Είμαι ο Αντρέας".Της είπε.
Και ένας άλλος άνδρας από το πουθενά μίλησε:
- "κι εγώ είμαι ο Γιώργος και αντί να
συστηνόμαστε δεν βρίσκουμε έναν τρόπο για να φύγουμε από'δω".
Η Αγαθή ρώτησε αν είναι κάποιος άλλος εδώ και απάντησε
μια γυναίκα πως και αυτή βρίσκεται στο σκοτεινό αυτό δωμάτιο την οποία την
έλεγαν Έλενα.
Προσπαθούσαν να βρούν έναν τρόπο για να φύγουν απο' κει
αλλά γρήγορα κατάλαβαν ότι είναι αδύνατον όταν ξαφνικά άνοιξαν τα φώτα και
είδαν πως ήταν όλοι τους δεμένοι μαζί και ένας άλλος άνδρας ο οποίος κοιμόταν,
δίπλα του ήταν ο Γιώργος
-"ε εσύ ξύπνα". Του είπε
Ο άνδρας ξύπνησε πανικόβλητος και αναρωτιόταν γιατί
δεν βρίσκεται στο κρεβάτι του , που είναι αυτή τη στιγμή γιατί είναι δεμένος με
αλυσίδα ποιοι είναι οι άλλο τέσσερις άγνωστοι και ένα σωρό άλλες απορίες αλλά
δεν ήξερε κανένας να του απαντήσει.
Τον έλεγαν Βασίλη.
Εκείνη την στιγμή ακούστηκε μια αλλοιωμένη φωνή
-Βρίσκεται δεμένοι με μια αλυσίδα όπου έχει μια
κλειδαριά αλλά δεν έχετε το κλειδί για να την ξεκλειδώσετε αν το θέλετε τότε
μόνο η αλήθεια θα σας το δώσει.
Δεν μπορούσαν να καταλάβουν τι εννοούσε. Η Έλενα πήρε
τον λόγο
- "Πρίν ενάμιση περίπου χρόνια όταν ο πρώην
άνδρας μου με χώρισε για μια άλλη, ήμουν σε κατάσταση απελπισίας και το μόνο
που σκεφτόμουν ήταν να κάνω κακό στην νέα του κοπέλα έτσι όταν βρήκα την
ευκαιρία και έμεινε αυτή μόνη της στο σπίτι όπου ζούσαν έβαλα φωτιά στο σπίτι
και το έκανα να φανεί ότι το έκανε ο πρώην άνδρας έτσι αυτός ήταν στην φυλακή
μέχρι πρίν λίγες μέρες αφού πέθανε μέσα στην φυλακή." Είπε.
Δεν καταλάβαιναν κανένας τούς Γιατί πρέπει να τα
ξέρουν αυτά και τότε η Έλενα τους εξήγησε πως αφού μόνο η αλήθεια θα της δώσει
το κλειδί τότε και αυτή είπε μια αλήθεια που έκρυβε τόσο καιρό.
Όταν η Έλενα κοίταξε την κλειδαριά της αλυσίδας της
ήταν ξεκλειδωμένη, έτσι άρχισαν να λένε όλοι της αλήθειες που είχαν κρύψει τόσο
καιρό. Πρώτα ο Γιώργος μετά η Αγαθή,ο Βασίλης και...ο τελευταίος δεν πρόλαβε
γιατί ο τελευταίος που θα έμενε έπρεπε να σκοτωθεί και αυτός ήταν ο Ανδρέας.
Όλοι ήταν σοκαρισμένοι όταν είδαν μπροστά στα μάτια
τους τον Ανδρέα να βασανίζεται καθώς η αλυσίδα που είχε στο πόδι του τον έκαιγε
μέχρι θανάτου και αμέσως μετά του καρφώθηκε ένα μεγάλο σπαθί από πού έπεσε από
το ταβάνι.
Προσπαθούσαν όλοι μαζί να ανοίξουν την πόρτα για να
φύγουν αλλά δεν άνοιγε μέχρι που ακούστηκε για δεύτερη φορά η ίδια αλλοιωμένη
φωνή
-" Η αλήθεια πονάει και αυτό συνέβη και με τον
Ανδρέα.
Τωρα πρέπει να συνεχίσετε οι τέσσερις σας μόνο ένας θα
καταφέρει να βγεί από αυτό το δωμάτιο. Η πόρτα θα ανοίξει αυτόματα όταν στο
δωμάτιο υπάρχουν τέσσερα πτώματα."
Εκείνη την στιγμή εμφανίστηκαν από ψηλά κρεμασμένα
σχοινιά τα όπου τους ανέβασαν όλους πάνω ώστε να κρέμονται από μεγάλη απόσταση
και το πάτωμα δεν είχε πλέον πλακάκια αλλά μεγάλα καρφιά και πολύ μυτερά.
Αυτή την φορά έπρεπε σε ένα τρία λεπτά να παραδεχτούν
μπροστά σε όλους 3 κακά πράγματα που έχουν κάνει.
Ο Βασίλης ξεκίνησε πρώτος
-"τρία χρόνια πριν ένα βράδυ όπου ήμουν
μεθυσμένος και οδηγούσα βρέθηκε στο δρόμο ξαφνικά ένα παιδάκι το οποίο και τράκαρα,
δεν το βοήθησα, έφυγα την επόμενη μέρα έμαθα από την τηλεόραση πως το παιδάκι
σκοτώθηκε όπου και λίγες μέρες πριν είχε πεθάνει και η μητέρα του"
Ο Γιώργος είχε γίνει κάτασπρος και με τρεμουλιασμένη
φωνή τον ρώτησε σε ποια περιοχή έγινε το ατύχημα , και τότε κατάλαβε πως το
παιδάκι αυτό ήταν δικό του εκείνη την στιγμή ο Γιώργος έβγαλε από την τσέπη του
ένα μαχαίρι που είχε και έκοψε το σχοινί του Βασίλη.
Έμειναν τρεις πλέον με δύο σοκαρισμένες γυναίκες και
έναν άνδρα γεμάτο μίσος.
Τα σχοινιά άρχισαν να κατεβαίνουν αργά και το πάτωμα
να έρχεται στην αρχική της μορφή.
Ο Γιώργος είπε
- "Για να ανοίξει η πόρτα χρειάζονται τέσσερα
πτώματα, έχουμε ήδη τα δύο χρειάζονται ακόμη άλλα δύο" πήρε το μαχαίρι και
άρχισε να κατευθύνεται προς την Αγάθη, η Έλενα πανικοβλημένη
Δεν ήξερε τι να κάνει
Η Αγάθη τον παρακαλούσε καθώς έκανε αργά βήματα προς
τα πίσω , εκεί που ήταν έτοιμος να καρφώσει το μαχαίρι στην Αγάθη παίρνει ένα
αντικείμενο που είχε βρεί η Έλενα εκεί και του χτύπησε το κεφάλι με αυτό έτσι ο
Γιώργος ήταν πια αναίσθητος. Η Αγαθή τον πλησίασε τρομοκρατημένη για δει αν ζει
και όντως δεν ζούσε.
Εκείνη την στιγμή η Έλενα είπε πως για να είχαν ένα
κοινό ο Βασίλης και ο Γιώργος σίγουρα όλοι τους δεν ήταν τυχαία σε αυτό το
δωμάτιο όλοι έχουν σχέση μεταξύ τους.
Η αλλοιωμένη φωνή ακούστηκε ξανά
-" Μείνατε οι δύο σας οποία από εσάς θέλει να
ζήσει πρέπει να το παλέψει γιατί η ζωή θέλει Δύναμη."
Η Έλενα ζήτησε από την Αγάθη να επαναλάβει τα λόγια
της αλλοιωμένης φωνής και τότε κατάλαβε πως η φωνή αυτή είναι δική της αφού
ακούστηκε πιο καθαρά αυτή τη φορά.
-" Εσύ, εσύ τα οργάνωσες όλα.Ήξερες από την αρχή
ότι θα μείνουμε οι δύο μας στο τέλος ώστε να με βγάλεις εκτός παιχνιδιού δεν θα
σου κάνω όμως την χάρη γιατί θα σε σκοτώσω πρώτα εγώ" είπε η Έλενα. Και
πήρε το μαχαίρι από το πάτωμα και ενώ κατευθυνόταν προς το μέρος της εκείνη δεν
αντιδρούσε απλά κοιτούσε στο ταβάνι και γελούσε αφού ήξερε τι θα συνέβαινε
ήξερε πως θα έπεφτε από πάνω ένα μυτερό μεγάλο καρφί πάνω της Έλενας.
Έτσι η Έλενα δεν πρόλαβε να σκοτώσει την Αγάθη αλλά
έγινε το ακριβώς αντίθετο.
Η Αγαθή κατάφερε αυτό που ήθελε από την αρχή έτσι
ξεκλείδωσε την πόρτα και εκεί που ήταν έτοιμη να φύγει κάποιος την σκότωσε με
το Μαχαίρι ήταν ο Βασίλης ο οποίος δεν είχε πεθάνει εντελώς.
Ο Βασίλης άνοιξε την πόρτα και έφυγε τον περίμενε
κάποιος έξω ο οποίος του είπε:
-" Εντάξει; Τους σκότωσες όλους;".
ΤΕΛΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου