« Ευχήσου στην Θάνατο »
Η Θάνατος σήκωσε άλλη μια φορά το ποτήρι με την μπύρα μπροστά της και εφόσον ήπιε άλλη μια καλή
γουλιά το άφησε στον ξύλινο πάγκο από τον οποίο το είχε πάρει. Παντού τριγύρω
της άντρες, γυναίκες .. Διαφορετικών ηλικιών και διαφορετικών χρωμάτων ή φυλών
και σεξουαλικών προτιμήσεων.. Για να είναι εδώ αυτήν την στιγμή σήμαινε μόνο
ένα πράγμα..
Πολλοί από αυτούς θα έρχονταν μαζί της απόψε.. Πριν ο ήλιος βγει άλλη
μια φορά στον ανθρώπινο κόσμο και μια νέα ημέρα ξεκινήσει το νήμα της ζωής
πολλών από αυτούς τους ανθρώπους θα κόβονταν απότομα. Η Θάνατος δεν μπορούσε να
διαλέξει τον τρόπο με τον οποίο θα πέθαιναν αυτοί οι άνθρωποι, δεν ήταν η
δουλειά της εξάλλου. Την ενδιέφερε ελάχιστα κιόλας για να λέμε την αλήθεια. Το
μόνο που χρειαζόταν ήταν να ξέρει τα ονόματα τους για να μπορεί να τους καλέσει
τον καθένα ξεχωριστά, την στιγμή που ο καθένας από αυτούς θα πέθαινε , για να
μην αργήσει ούτε στιγμή στο ραντεβού τους και τέλος πόσο μεγάλος θα ήταν ο
αριθμός των ανθρώπων που θα μάζευε. Μια φορά, το 416 π.Χ. δεν είχε υπολογίσει
σωστά τον αριθμό των κατοίκων της Μήλου που έσφαξαν οι Αθηναίοι με αποτέλεσμα
να της βγουν οι πλάτες στο κουπί όταν έπρεπε να μεταφέρει τους κατοίκους από
τις πηγές του ποταμού Αχέρωντα μέχρι και τον Κάτω Κόσμο.
Ήταν ψυχοπομπός αλλά παράλληλα και βαρκάρης των νεκρών. Από όλες τις
εποχές που είχε βρεθεί ποτέ, όλους αυτούς τους αιώνες εκείνη την εποχή την
μισούσε περισσότερο από όλες. Ποιανού ιδέα ήταν να κάνει κουπί για να μεταφέρει
τις ψυχές ;; Έκαναν φασαρία και μέσα στην βάρκα δεν μπορούσε να τους
ξανασκοτώσει !! Ειδικά εκείνοι που είχαν τρελαθεί από την αρρώστια ή είχαν
γεροντική άνοια δεν παλεύονταν !!! Κοίταξε σε έναν καθρέφτη δίπλα της, το δέρμα
της ήταν κατάλευκο, τα μαλλιά και τα μάτια της κατάμαυρα. Είχε ένα λευκό χρώμα
δέρματος σαν τα πτώματα ενώ τα μάτια της έμοιαζαν σαν τα μάτια αγριεμένου
λύκου, τα μαλλιά της σαν φτερά κορακιών. Το πρόσωπο της όμορφο και γλυκό
παράλληλα, έμοιαζε ανθρώπινο. Δεν ήταν λίγες οι φορές που άνθρωποι , άντρες και
γυναίκες , προσπάθησαν να της μιλήσουν και να κερδίσουν την καρδιά ή την αγάπη
της. Κρίμα, μερικοί από αυτούς φαίνονταν αρκετά ενδιαφέροντες. Φόραγε ένα
ασπρόμαυρο δαχτυλίδι στο δάχτυλο της, αγκαθωτά βραχιόλια στους αγκώνες, μερικά σχοινάκια
για τα μαλλιά στα χέρια της , μαύρα και αυτά στο χρώμα ολοκλήρωναν τον
σχεδιασμό. Τα νύχια των χεριών και των ποδιών της ήταν βαμμένα μαύρα ενώ φόραγε
μια αμάνικη μπλούζα, γκρίζα το χρώμα.
Φόραγε ένα μακρύ δερμάτινο παντελόνι μαύρο, τα μαύρα αθλητικά της με τις
λευκές σόλες και οι διχτυωτές μαύρες κάλτσες ολοκλήρωναν το στυλ που είχε μάθει
να αγαπά όλα αυτά τα χρόνια. Τα μαλλιά της ήταν χτενισμένα και λουσμένα σε ένα
, θα έλεγε κανείς , παλιό στυλ σαν των πριγκιπισσών, σε μαύρες πλεξούδες
μπροστά στο στήθος της. Το μπαρ έπαιζε ροκ μουσική , το αγαπημένο της είδος από
τα όλα όσα μπορούσε να προσφέρει το ανθρώπινο είδος. Βέβαια δεν μείωνε όλα τα
υπόλοιπα αξιοσημείωτα στυλ μουσικής, όπως ήταν ας πούμε το λαϊκό τραγούδι,
δάκρυσε όταν κατάλαβε πως έπρεπε να συντροφεύσει στην τελευταία του κατοικία
τον Δημήτρη Μητροπάνο , τα έντεχνα, την χιπ-χοπ και την ραπ . Πόνεσε όταν πήρε
κοντά της τον 2pac , δεν ήταν λίγες οι φορές που είχε πιάσει τον
εαυτό της να μουρμουρίζει κουνώντας ρυθμικά το χέρι ή το κορμί της το « Gangsta’s Paradise» ή να κάθεται μπροστά απο το λάπτοπ της ώρες
ατελείωτες και να το ακούει. Λάτρευε την κλασσική μουσική επίσης και θυμόταν
που είχε πάρει πολλούς από τους μεγαλύτερους συνθέτες στην αγκαλιά της. Όμως
ναι, η ροκ μουσική ήταν το είδος μουσικής για το οποίο είχε την περισσότερη
αγάπη. Είχε μπει πολλές φορές , με δόλο βέβαια , σε συναυλίες των Scorpions, των Metallica, των Motley Crue και των Sixx A.M. Το 1989 ήταν μια από τις αγαπημένες της
χρονιές διότι είχε καταφέρει να ακούσει την Φιλαρμονική Ορχήστρα του Λονδίνου
να παίζει κομμάτια των Pink Floyd . Αυτές
ήταν μόνο λίγες στιγμές που έκαναν την Θάνατο να.. Νιώθει άνθρωπος, να νιώθει
ζωντανή.
Κοίταξε τριγύρω το μαγαζί και είδε πως ο μπάρμαν είχε τοποθετημένη κοντά
στα ποτά μια εικόνα του Χριστού πάνω στον σταυρό. Η Θάνατος χαμογέλασε, θυμόταν
εκείνη την ημέρα απώλειας. Είχε πάει στον Γολγοθά , είχε καθίσει πάνω σε μια
πέτρα και απλά περίμενε πότε θα πέθαιναν και εκείνοι οι σταυρωμένοι. Το ότι
μαζί με αυτούς είχε σταυρωθεί και κάποιος που θα έφευγε σύντομα από την αγκαλιά
της καθώς και το ότι θα έμενε σε όλον τον κόσμο γνωστός ως ο Μεσσίας λίγο την
ένοιαζε, για να μην πω καθόλου ! Η
Θάνατος ήταν ένα ον πέρα από τον χώρο και τον χρόνο, τόσο παλιά όσο το πιο
παλιό σύμπαν, όταν το πρώτο αστέρι άναψε στον ουρανό εκείνη ήταν ήδη εκεί...
Και περίμενε ! Είχε δει Θεούς, Αγγέλους και Δαίμονες όλους αυτούς τους αιώνες και τους είχε
μαζέψει όλους, δεν της έλεγαν κάτι. Μπορούσε να ταξιδεύει στον χρόνο και να
βλέπει τι θα γινόταν, έτσι μπορούσε να κρατάει τις ακριβείς ημερομηνίες για το
πότε θα είχε ραντεβού με τις ψυχές που θα μάζευε. Κανένας δεν ήταν υπεράνω από
αυτήν και κανένας δεν θα της ξέφευγε. Ήταν πιο παλιά από τον ίδιο τον Θεό, πάνω από αυτόν και ήξερε πως κάποια στιγμή απλά θα τον μάζευε. Απλώς δεν ήξερε πότε.
Ο μόνος λόγος που επέτρεψε την Ανάσταση ήταν επειδή έτσι είχε ειπωθεί από τον αδελφό της, το Πεπρωμένο και η Θάνατος δεν ήθελε να κάνει τον Αιώνιο
Αναγνώστη, τον Μεγαλύτερο Βιβλιοθηκάριο, τον Παντογνώστη να θυμώσει. Αυτό θα
της προξενούσε προβλήματα στην καριέρα της και δεν γούσταρε τίποτα
τέτοιο.Εφόσον ήπιε την μπύρα της σηκώθηκε και βγήκε λίγο έξω, δεν θα έπαιρνε
πολύ. Μόνο αρκετό χρόνο ώστε να κανονίσει ακόμα μια δουλειά. Και ποιος ξέρει ;; Ίσως έτσι κατάφερνε να τα βρει και
με έναν άλλο αδελφό της , τον Ζωή Είχαν τσακωθεί άγρια όταν ο Ζωή την
κατηγόρησε λίγες ώρες πιο πριν ότι μαζεύει πολλούς περισσότερους από ότι αυτός
έσπερνε ! Η Θάνατος φυσικά ήταν πάντα ειλικρινής και ανταποκρίθηκε γενναία «
Δεν φταίω εγώ εδώ αλλά εσύ αδελφέ.. Εγώ κάθε μέρα, κάθε στιγμή είμαι κοντά
τους, βλέπω τι κάνουν, ξέρω πως νιώθουν. Οι περισσότεροι αναπνέουν, δεν σε
γνωρίζουν !! Είναι δικοί μου πριν καλά καλά έρθει η ώρα του ραντεβού μας, θα
μπορούσα απλά να τους πάρω από το χέρι ξέρω ‘γω και να τους πάρω ως το τελευταίο Σταυροδρόμι !! Πες μου, πού
κάνω λάθος ;;; Ζουν ;;» Ο Ζωή λοιπόν της ζήτησε να του υποσχεθεί κάτι,
κάτι το οποίο κανονικά η Θάνατος δεν θα έκανε ποτέ αλλά, τώρα ήταν το καλύτερο
που θα μπορούσε να κάνει. Όχι τίποτα άλλο, την τελευταία φορά που συγκρούστηκαν
τόσο άσχημα αυτοί οι δύο η Θάνατος έκανε απεργία με αποτέλεσμα οι άνθρωποι να
μην ψοφολογάνε, ο Ζωή πήγαινε πάνω από τάφους και προσέφερε το δώρο του στους
νεκρούς..
Να μην τα πολυλογώ έτσι φτιάχτηκε μια ολόκληρη σειρά από κόμικ και λίγο
αργότερα μια τηλεοπτική σειρά με τεράστια επιτυχία... Η Θάνατος δεν ήξερε αν θα
δούλευε αυτό, το είχε δοκιμάσει μόνο μια φορά πολλούς αιώνες πριν. Στο μυαλό
της ήρθε ακόμα μια φορά που είχε δοκιμάσει κάτι παρόμοιο, όχι πολύ καιρό πριν από τώρα και το αποτέλεσμα ήταν το ίδιο άσχημο με τώρα.. Ευχήθηκε αυτήν την
φορά το αποτέλεσμα να ήταν διαφορετικό. Ξεφυσώντας πήρε στα χέρια της το κινητό
της, το οποίο προφύλασε μια μαύρη θήκη με δύο φτερά σαν νυχτερίδας πάνω και
ένα κρανίο στο μαγνητάκι που κρατούσε την θήκη κλειστή σε περίπτωση πτώσης του
κινητού. Έψαξε με τα λευκά δάχτυλα της το κινητό .. Γιατί το Ντελίριο της είχε
κάνει 4 αναπάντητες κλήσεις ;; Σίγουρα ήταν για να της πει πληροφορίες για την
νέα γεύση παγωτού που πήρε ή πως ανακατεύτηκε ξανά στις δουλειές της Δυστυχίας
και της Επιθυμίας. Το Όνειρο της είχε στείλει ένα μήνυμα από το οποίο όμως
δυστυχώς ή ευτυχώς δεν καταλάβαινε Χριστό. Ανάθεμα και αν το ίδιο το Όνειρο
καταλάβαινε τι έγραφε. Από όλα τα αδέλφια της αυτός και το Πεπρωμένο ήταν τα
λιγότερο εξοικειωμένα με την ανθρώπινη τεχνολογία.
Η Δυστυχία από την άλλη και η Επιθυμία ήταν κάτι παραπάνω από εξοικειωμένοι με την τεχνολογία, ένιωθαν σαν να βρίσκονταν ξανά στο στοιχείο
τους. Ειδικά η Επιθυμία με όλες τις κρυφές ευχές και δυνάμεις που μπορούσε να
ανακαλύψει για να ρίξει τους ανθρώπους στο αχαλίνωτο πάθος, την λαιμαργία, ή
τον θυμό.. Πόσες φορές είχε παρακολουθήσει τους ανθρώπους να κερδίζουν και να
χάνουν τελικά τα πάντα χάρη σε εκείνη. Πόσες ψυχές είχε στείλει στον Εωσφόρο ή
πόσους ναούς είχε βεβηλώσει με τα περίφημα όργια της ;;; Περήφανη πολλές φορές
υψώνοντας το ποτήρι της έλεγε οτι χάρη σε εκείνη ο Αλκιβιάδης είχε εγκαταλείψει
την Αθήνα για την Σπάρτη, χάρη σε εκείνη ο Νέρωνας τραγούδαγε ενώ η Ρώμη
καιγόταν, χάρη σε εκείνη δημιουργήθηκε το αριστούργημα του Στάνλεϊ Κιούμπρικ «
Μάτια Ερμητικά Κλειστά.» Η Δυστυχία έβρισκε τεράστια απόλαυση στο να οδηγεί
άτομα στην κατάθλιψη ή και στην αυτοκτονία με τα όλα όσα κατάφερνε να υφάνει
χάρη στο διαδίκτυο και τα μηνύματα/ Η παλιά της χοντρή και άσχημη μορφή είχε
εξαφανιστεί και είχε δώσει την θέση της σε ένα πανέμορφο μοντέλο με μακριά
υπέροχα μαλλιά, κατακόκκινα χείλη, λευκά δόντια και σώμα πορνοστάρ. Είχε
καταφέρει να δημιουργήσει την τέλεια εικόνα για να τραβήξει τους ανθρώπους προς
το μέρος της και έπειτα να τους πατήσει στα δάχτυλα της. Το είχε κάνει πολλές
φορές και η Θάνατος την είχε κατσαδιάσει άλλες τόσες.
Βγάζοντας το μυαλό της από εκεί βρήκε την επαφή που τα πεινασμένα
δάχτυλα της έψαχναν και έστειλε έναν χαιρετισμό με μια φατσούλα που
χαμογελούσε. Πάντα της άρεσαν αυτές οι φατσούλες και οι καρδούλες , μα η
λιγότερο αγαπημένη της ήταν το κρανίο. Ναι, είχε μια δουλειά να κάνει μα ακόμα
και οι εταιρείες κινητής τηλεφωνίας της την κοπάναγαν ;; Μόλις έστειλε το
μήνυμα περίμενε για λίγο και σύντομα ήρθε η απάντηση « Επ !! Λίζι, εσύ είσαι ;;
Μου είπες ότι άλλαξες κινητό μα δεν μου είπες ότι έβαλες τον αριθμό μου τόσο
σύντομα !!» Η Θάνατος χαμογέλασε και κοίταξε το άτομο που έγραφε αυτήν την
στιγμή το μήνυμα στο κινητό του. Τον γνώριζε, λεγόταν Τρέβορ Θάντερσκιν. Είχε
μαζέψει μια φορά τον θείο του , τον Ρίτσι στην αλλαγή του χρόνου. Αν και, όπως
θυμόταν η Θάνατος, ο θείος Ρίτσι είχε ένα ιδιαίτερο χόμπι, την συλλογή κενών
μπουκαλιών. Οπότε στην αλλαγή του χρόνου οδηγώντας στην λεωφόρο με το αμάξι του
ο Ρίτσι δεν άλλαξε τον χρόνο, τον αντάλλαξε με το μπουκάλι στο χέρι του. Ήταν
μια από τις πιο μεγάλες και όμορφες εκρήξεις που είχε δει ποτέ..
Ο Τρέβορ καθόταν και έπινε μια μπύρα σε ένα τραπέζι του μπαρ, σχετικά
απομακρυσμένο από τον πάγκο. Η Θάνατος σκέφτηκε ότι για αυτό δεν είχε καταφέρει
να τον δει στην αρχή, αν και με τα μάτια της έλεγχε όλον τον χώρο. Μπορεί
κιόλας να είχε αργήσει να έρθει, η μηχανή του φαινόταν ακόμα ζεστή . Βάζοντας
το κινητό της στην τσέπη της πήγε προς το τραπέζι του και κάθισε απέναντι του.
Τοποθέτησε το χέρι της στο μάγουλο της και κοιτώντας τον χαμογέλασε « Καλησπέρα
Τρέβορ.. Μιλήσαμε μόλις τώρα στο κινητό..» με μια απαλή φωνή που μόνο ορισμένες
φορές χρησιμοποιούσε. « Όχι..» γέλασε ο Τρέβορ. « Αποκλείεται, εγώ μιλούσα με
την φίλη μου, την Λίζι..» συνέχισε ακόμα σίγουρος και χωρίς να μπορεί να
καταλάβει ότι έκανε λάθος. Η Θάνατος απλά του έδειξε το κινητό στο χέρι της. «
Ποια είσαι ;;» ρώτησε εκείνος και η Θάνατος χαμογελώντας συστήθηκε « Είμαι η
Θάνατος και η ώρα σου έχει έρθει να με ακολουθήσεις..» Ο Τρέβορ τρομαγμένος
ένωσε τα φρύδια του μεταξύ τους μα γελώντας αμήχανα ρώτησε ξανά « Τι ;; Έλα
τώρα κόψε την πλάκα, ποια στο διάβολο είσαι ;» Η Θάνατος σίγουρη πως έτσι θα
συνέχιζε το παιχνίδι αποφάσισε να ακολουθήσει μια διαφορετική διαδρομή από
αυτήν που ακολουθούσε συνήθως με τους απίστους ή τους μη έτοιμους να πεθάνουν.
« Στο είπα, είμαι η Θάνατος και τώρα θα πρέπει να φύγουμε..» Ο Τρέβορ φάνηκε να
αγχώνεται, τα χέρια του κουνιούνταν νευρικά, τα δάχτυλα του κινούνταν
ανεξέλεγκτα, το περίεργο μυρμήγκιασμα στην πλάτη του.. « Είναι κάποιου είδους
άρρωστο αστείο αυτό ;» Η Θάνατος χαμογέλασε και φέρνοντας το μακρύ και
λιμαρισμένο νύχι της κοντά στο στόμα της δάγκωσε απαλά το δάχτυλο της .. Έπειτα
είπε με την ίδια ήρεμη φωνή « Είναι η δουλειά μου, δεν είναι αστείο..»
Ο Τρέβορ ακόμα τρομαγμένος συνέχισε με λίγο πιο νευρικές κινήσεις να
λέει , προσπαθώντας να αρνηθεί το αναπόφευκτο « Έλα , σε παρακαλώ !! Δεν είναι
αστείο αυτό !!» Η μαυροφορεμένη κοπέλα απάντησε οτι δεν είχε καμιά πρόθεση να
φανεί αστεία, έπαιζε απλά τον ρόλο της, έκανε μόνο την δουλειά της. « Σε
παρακαλώ σταμάτα, ποιος σου ζήτησε να με πειράξεις ;;; Ο Τίμοθι και ο Γκρέγκ
έτσι ;;; Μόνο αυτοί έχουν τόσο μαύρο χιούμορ !! Και ούτως ή άλλως πως ξέρω ότι
εσύ αληθινά είσαι η Θάνατος ;; Δεν μοιάζεις καν στον Θάνατο !!» Η Θάνατος γέλασε
« Αν εμφανιζόμουν μόνο ένας σκελετός με ένα δρεπάνι, μια κλεψύδρα και
έναν μαύρο χιτώνα θα με πίστευες περισσότερο ; Τέλος πάντων.. Δεν περιμένω να
το καταλάβεις με την πρώτη. Είμαι πανέτοιμη να κάνω υπομονή ,το κάνω αυτό από
την αρχή του σύμπαντος.» Ο Τρέβορ την
κοίταξε, είχε ιδρώσει και φοβόταν.. Έβγαλε προσεκτικά το δερμάτινο μπουφάν του.
« Αλήθεια ;; Και.. Και τι θα κάνεις τώρα ;;» ξεροκατάπιε. « Κανονικά, απλά θα
σε έβαζα να σηκωθείς και να με ακολουθήσεις για να σου πάρω με ένα άγγιγμα την
ζωή ή θα περίμενα κάτι άλλο να σε σκοτώσει για εμένα αλλά... Σήμερα είναι μια
ξεχωριστή ημέρα και θα κάνουμε κάτι άλλο..» ένωσε τα χέρια της η Θάνατος στο
τραπέζι.
Ο Τρέβορ με τρεμάμενα χέρια ήπιε την μπύρα του για να πάρει θάρρος και
έπειτα σχολίασε στην μαυροφορεμένη κοπέλα μπροστά του « Έχεις πρόγραμμα
βλέπω..» γελώντας αμήχανα. Η γυναίκα συνέχισε « Για όλα υπάρχει ένα πρόγραμμα
Τρέβορ, πότε θα γεννηθείς, πότε θα μεγαλώσεις, πότε θα ερωτευτείς, πότε θα
πεθάνεις.. Μα δεν βλέπω να με πιστεύεις , κανένας δεν το κάνει. Είναι φυσιολογική ανθρώπινη συμπεριφορά, δεν ξέρω
βέβαια άμα έζησες καθόλου όλον αυτόν τον καιρό μα είναι αργά για να το λύσουμε
αυτό τώρα..» και κοίταξε για λίγο δίπλα από το τραπέζι τους, σε μια θήκη για
ομπρέλες. Η μαύρη ομπρέλα της βρισκόταν ακόμα εκεί . Την ηρεμία της συζήτησης
διέκοψε η δυνατή φωνή του Τρέβορ που έλεγε « Κοίτα κοπελιά, δεν ξέρω ποια
είσαι, ούτε τι θέλεις από εμένα !! Αποκλείεται να είσαι η Θάνατος και είσαι στα
σίγουρα τρελή !!! Πήγαινε σε κανά τρελάδικο να κοιταχτείς και άσε με εμένα στην
ησυχία μου ! Δεν ξέρω πως βρήκες το κινητό μου αλλά μα τον Θεό άλλη μια
κουβέντα να πεις θα σηκωθώ και θα φύγω !!»
Η Θάνατος κοιτώντας τον και καταλαβαίνοντας ότι είχε θυμώσει τοποθέτησε
τα χέρια της σαν μαξιλάρι στο κεφάλι της, τα πόδια της πάνω στο τραπέζι και με
ένα ήρεμο και απλανές βλέμμα τον προκάλεσε « Άντε λοιπόν, σε παρακαλώ κάνε το..
Φύγε.. Αλλά δεν νομίζω να μπορείς..» Ο νεαρός βλαστήμησε και αφήνοντας τα
χρήματα που του αντιστοιχούσαν για την πληρωμή του προσπάθησε να φύγει.
Προσπάθησε να προχωρήσει προς την πόρτα μα όσο περισσότερο προχωρούσε
τόσο πιο μακριά φαινόταν να πηγαίνει η πόρτα από εκείνον. Προσπάθησε να τρέξει
για να την πιάσει αλλά η πόρτα έμοιαζε σαν να είχε δική της βούληση και να
έφευγε μακριά από εκείνον. Προσπάθησε να τρέξει προς το παράθυρο ή μακριά από
το τραπέζι του αλλά ένιωθε σαν εκείνα τα όνειρα , τους εφιάλτες που κάποιος σε
κυνηγάει και όσο και να προσπαθείς να τρέξεις βρίσκεσαι πάντα στο ίδιο σημείο.
Κουρασμένος γύρισε το κεφάλι του και είδε ξανά την Θάνατο καθισμένη στο τραπέζι, ξαπλωμένη στην καρέκλα. « Έφυγες ; Γρήγορα γύρισες..» χαμογέλασε ειρωνικά η
Θάνατος. « Ποια στον διάβολο είσαι εσύ ;;» έβρισε και η Θάνατος τον κοίταξε σαν
μια κυρία που μόλις την έβρισαν « Α, πρόσεχε την γλώσσα σου σε παρακαλώ ! Ούτε
και εμένα μου αρέσει αλλά κάνω την δουλειά μου !! Το προσπαθώ βασικά..»
χαμογέλασε και ο Τρέβορ προσπάθησε να φωνάξει με όλη του την δύναμη στους
άλλους πελάτες και στον μπάρμαν να τον βοηθήσουν να ξεφορτωθεί αυτήν την «
Σχιζοφρενή μαλάκω που απειλεί την ζωή μου !!» Φώναζε με όλη του την δύναμη,
φώναζε τόσο που ένιωσε σαν κάποιος να του είχε δώσει γροθιά στο λαρύγγι, σαν κάποιος να του έκλεψε την φωνή κόβοντας την με μια χαντζάρα. Ούρλιαζε τόσο που
ένιωσε το λαρύγγι του να σχίζει την σάρκινη άμυνα του λαιμού του .. « Δεν
μπορούν να σε ακούσουν σωστά ;;» ρώτησε η Θάνατος. « Σταμάτα αυτό το αστείο !!
Σχιζοφρενή, σκύλα !!» έβριζε εκείνος.
Η Θάνατος για μια στιγμή απόρησε που βρήκε την ενέργεια να φωνάζει μετά από τόσες φωνές. « Άμα ακολουθήσουμε το πρόγραμμα , θα σου εξηγήσω τα πάντα..»
συνέχισε η κοπέλα και ο Τρέβορ με πονεμένη και σχεδόν σπασμένη φωνή είπε « Αν
είσαι όντως η Θάνατος σκότωσε με λοιπόν ! Πάρε με άντε, είμαι έτοιμος !!» Η
Θάνατος του ζήτησε να κάνει υπομονή και ο Τρέβορ λέγοντας την σαδίστρια της
έριξε ακόμη έναν οχετό βρισιών και ατιμωτικών λέξεων. Η μαυροφορεμένη λοιπόν
τον κοίταξε και είπε « Σε λένε Τρέβορ Πάτρικ Θάντερσκιν. Γεννήθηκες το 2054,
στις 24 Ιουλίου...» Ο Τρέβορ την κοίταξε και ακόμα θυμωμένος μίλησε « Κοπελιά,
συγγνώμη που σου το χαλάω, έχουμε 2076, ο καθένας μπορεί να βρει αυτήν την
πληροφορία παντού, όπου και να ψάξει !!» Η Θάνατος απτόητη συνέχισε « Το μεσαίο
σου όνομα σου δόθηκε από την μητέρα σου και μόνο εκείνη σε φωνάζει με εκείνο..
Σε εκνευρίζει βέβαια και πολλές φορές της έχεις ζητήσει να σταματήσει.. Καλά
κάνεις.. Πάτρικ ;;; Τι είσαι ; Ένας ροζ αστερίας κάτω από την θάλασσα ;;; Τον
λατρεύω βέβαια, αν και στις τελευταίες σεζόν είχε γίνει καθίκι...» χαμογέλασε η
Θάνατος και του έβγαλε γλώσσα. « Με παρακολουθείς ;;» την ρώτησε τρομαγμένος ο
Τρέβορ και η Θάνατος απάντησε με έντονη δυσαρέσκεια « Αχ, μην με αναγκάζεις να
τα επαναλαμβάνω !!! Είμαι η Θάνατος και ξέρω πολύ καλά να κάνω την δουλειά μου
!! Σιχαίνομαι βέβαια να το παίζω η φωτεινή παντογνώστης !!» Ο Τρέβορ προσπάθησε
ξανά να σηκωθεί και να παλέψει να τρέξει, με κάποιον τρόπο να φωνάξει στον έξω
κόσμο , στον μπάρμαν, στους πελάτες. Προσπάθησε να χρησιμοποιήσει το κινητό του
μα ήταν κλειστό !!
Όλοι οι υπόλοιποι πελάτες συνέχιζαν τις δουλειές τους ή τις συζητήσεις
τους. « Προσπάθησες ήδη μια φορά να τρέξεις και μια ακόμα φορά να ουρλιάξεις.
Κάθε φορά είναι το ίδιο.. Δεν μπορείς να ξεφύγεις απο τον Θάνατο καλέ μου,
λυπάμαι.. Κανένας δεν μπορεί..» συνέχισε η Θάνατος και το πρόσωπο της
σκοτείνιασε. « Σε παρακαλώ, φοβάμαι εντάξει ;;; Είσαι φοβερή , η καλύτερη μα σε
παρακαλώ, σε ικετεύω, άσε με να φύγω !! Θα κάνω ότι θέλεις μα σε παρακαλώ !!!»
έκλαιγε και κλαψούριζε ο Τρέβορ. « Λυπάμαι γλυκέ μου... Δεν μπορώ να
καθυστερήσω τον θάνατο σου.. Περιμένουν και άλλοι στην σειρά..» συνέχισε η
Θάνατος, το πρόσωπο της σκοτεινό και σχεδόν ανέκφραστο. « Σε παρακαλώ κοπελιά, θα κάνω ότι θέλεις μα
σε παρακαλώ σταμάτα το !» προσπάθησε να χρησιμοποιήσει άλλη μια φορά αυτό το
χαρτί ο Τρέβορ. « Ξέρεις τι θέλω, μα σου είπα αυτήν την φορά θα είναι
διαφορετικά... Θα σου δώσω 3 ευχές.. Και το κάνω σπάνια οπότε πρόσεξε ..» Ο
Τρέβορ στο άκουσμα των 3 ευχών ρώτησε τι σκατά εννοούσε η Θάνατος και εκείνη με
χαρά του απάντησε « Ναι, ας πούμε απλά ότι είναι μια συμφωνία που έχω κάνει με τον
καλό μου αδελφό , τον Ζωή. Πριν σου πάρω την ζωή θα σου δώσω 3 ευχές. Σκέψου το
ως το τελευταίο σου μέσο ψυχαγωγίας..»
Ο Τρέβορ της είπε να πάει στον διάβολο με αποτέλεσμα η μαυροφορεμένη να
τον κοιτάξει αγριεμένα. Τα μάτια της βγήκαν από τις κόγχες και το χαμόγελο της
έδωσε την θέση του στο χαμόγελο ενός κρανίου. Ο Τρέβορ ούρλιαξε και η Θάνατος
είπε με μια σκληρή φωνή , βαριά και απόκοσμη σαν να ερχόταν από την ίδια την
Κόλαση « Δεν μπορώ να πάω εκεί, δεν έχω καν την επιλογή. Και άλλη μια φορά να
προσπαθήσεις να δραπετεύσεις δεν θα αλλάξει κάτι. Απλά θα σε σκοτώσω εδώ και
τώρα και τότε μπορείς να πεις αντίο στις 3 ευχές σου.» Ο Τρέβορ ευχήθηκε να μην
τον σκότωνε και η Θάνατος γέλασε. Γέλασε τόσο που τα μάτια της επανήλθαν στις
κόγχες τους και το χαμόγελο της ξανάγινε σαν μιας νεαρής γκοθού κοπέλας.
Εφόσον του είπε πως είναι αστείο παιδί έβαλε λίγο μαύρο κραγιόν ξανά στα χείλη
της. Ο Τρέβορ ζήτησε λίγο χρόνο και η Θάνατος αποφάσισε να του τον δώσει.. Σε
λίγα λεπτά η τηλεόραση είχε την Έβδομη Σφραγίδα , το πασίγνωστο σουηδικό φιλμ με τον Σταυροφόρο
που στην προσπάθεια να σώσει την ζωή του παίζει σκάκι με τον Θάνατο.
Αριστούργημα !!! Αν δεν προλάβαινε να γυρίσει σπίτι προκειμένου να μπορέσει να
το δει από την αρχή ο Ζωή θα της το πλήρωνε ακριβά !! Εκτός και αν της το
έγραφε στο dvd που τότε θα χαιρόταν πολύ.. Είχε και αυτήν τις μικρές της αδυναμίες ..
Πέντε λεπτά αργότερα, η Έβδομη Σφραγίδα
σύντομα θα άρχιζε. « Λοιπόν, αποφάσισες ;; Το να παραμένεις σιωπηλός και
να μην μου απαντάς δεν θα σε βοηθήσει.»
άρχισε η Θάνατος. Ο Τρέβορ έμενε σιωπηλός οπότε η Θάνατος ύψωσε το χέρι
της « Τελευταία ευκαιρία, θα μου απαντήσεις ή !!!» Πριν προλάβει να τελειώσει
την πρόταση της βρέθηκε αντιμέτωπη με ακόμα ένα εξοργισμένο βλέμμα του Τρέβορ «
Ποιος έρχεται απέναντι από το θύμα του και το βασανίζει τόσο εσύ εμένα ε ;» της
φώναξε. « Γιατί φοβάσαι να κοιτάξεις κατάματα την Θάνατο , Τρέβορ χρυσέ μου ;;;
Βρίσκομαι κοντά σας από την ημέρα που γεννιέστε, είμαι κοντά σας και σας βλέπω
να μεγαλώνετε, να παίζετε.. Έχω καθίσει απέναντι σας περισσότερες φορές από
όσες μπορώ να μετρήσω και ακόμα και τώρα κάθομαι απέναντι από όλους εδώ μέσα...
Δεν μπορούν όλοι τους να με δουν μα όλοι όσοι με βλέπουν ξέρουν πως σύντομα θα
με ακολουθήσουν... Να αισθάνεσαι τυχερός.. Είσαι ο μοναδικός εδώ και πάρα πολύ
καιρό που έχει την δυνατότητα να χρησιμοποιήσει τις 3 ευχές του... Όλοι σας μου
ανήκετε ήδη , απλά δεν το ξέρετε ακόμα !!» χαμογέλασε η Θάνατος.
« Τι φάση με αυτές τις 3 ευχές ;; Θα πεθάνω, θα με σκοτώσεις ούτως ή
άλλως ! Γάμα τες τις ευχές σου !!» φώναξε ο Τρέβορ. « Μμμ, όπως το περίμενα.
Ήταν κακή ιδέα να μιλήσω ξανά για τις ευχές, ξέχασα πόσο εγωιστές είστε τα
ανθρώπινα πλάσματα ! Μπορείς ξέρεις να χρησιμοποιήσεις τις ευχές σου για να
βοηθήσεις άλλους ανθρώπους !» του είπε και ο Τρέβορ φωνάζοντας έριξε το ποτήρι
με την μπύρα του ! « Να βοηθήσω άλλους ;; Πεθαίνω ! Χρειάζομαι περισσότερη
βοήθεια απο τον κάθε άλλον !!» Η Θάνατος του υπενθύμισε το ρητό που έλεγε «
Βοήθα άλλους για να βοηθήσεις τον εαυτό σου..» Ούτως ή άλλως ήταν λίγο Κόλαση εκεί
που θα πήγαινε. Όταν ο Τρέβορ ρώτησε αν αυτό θα άλλαζε κάτι οι υποψίες του
διαβεβαιώθηκαν από τα επόμενα λόγια της Θανάτου πως ούτως ή άλλως ήταν χαμένος.
Φώναξε πως δεν τον ένοιαζαν οι άλλες ανθρώπινες ζωές. Πριν η Θάνατος του
υπενθυμίσει ότι ο εγωισμός του θα τον έστελνε στα καζάνια προσπάθησε να την
πείσει ότι αν τον άφηνε να ζήσει θα έκανε για πάντα καλό. Και πάλι όμως δεν
κατάφερε τίποτα, δεν ήταν στις επιλογές του. Της είπε να πάει να γαμηθεί και η
Θάνατος κουρασμένη από αυτό ύψωσε το χέρι της. Μόνο ένα άγγιγμα για να γίνει
δικός της ! Ο Τρέβορ την σταμάτησε με τις επόμενες λέξεις του . « Στάσου !!
Θέλω να δω τους γονείς μου, τα αδέλφια μου... Όλη μου την οικογένεια,
τουλάχιστον μια φορά ακόμα..» Η Θάνατος δέχτηκε και κάθισε στην καρέκλα της
ακόμα μια φορά.
Του έδειξε προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση και εκεί ο Τρέβορ είδε
μπροστά στα μάτια του όλους τους συγγενείς του. Τους γονείς του, τα αδέλφια
του, τους θείους και τις θείες, τα ξαδέλφια του. Μόλις τους αγκάλιασε και τους
κράτησε όμως κοντά του εκείνοι εξαφανίστηκαν στον αέρα σαν σκόνη. « Πάει η μια
σου ευχή...» μίλησε ήρεμα η Θάνατος και ο Τρέβορ την κοίταξε « Φοβάμαι....Με
πονά αυτό και δεν ξέρω τι πρέπει να κάνω..» άρχισε να δακρύζει και να κλαίει μα
η Θάνατος τον κοίταξε ήρεμα . « Θα σε βοηθήσω τώρα..Κοίταξε..» είπε και με μια
κίνηση του κινητού της άνοιξε την τηλεόραση. Με πόνο ανακάλυψε ότι τα πρώτα
λεπτά της Έβδομης Σφραγίδας είχαν μόλις περάσει ! Και όμως κατάλαβε ότι αυτήν η
δουλειά ίσως να ήταν πολύ πιο ενδιαφέρουσα από άλλες. Εφόσον έψαξε τα κανάλια
με μια ειδική εφαρμογή το έβαλε στο κανάλι των ειδήσεων. « Τι βλέπεις ;;»
ρώτησε τον Τρέβορ και ο νεαρός κάρφωσε το βλέμμα του στην τηλεόραση. « Ο
παρουσιαστής μιλά για ένα περιστατικό με 3 νεκρούς..» απάντησε και η Θάνατος
μίλησε « Αυτό καλέ μου Τρέβορ ήταν η ευχή ενός άλλου ατόμου στο οποίο αυτήν την
στιγμή κάνω το ίδιο τεστ. Και αυτοί οι 3 άνθρωποι ;;; Αυτήν την στιγμή κρατάνε
το χέρι μου και προχωράμε ενώ αυτοί χορεύουν πίσω μου τον Χορό του
Θανάτου.» Ο Τρέβορ δεν την πίστευε οπότε
η Θάνατος συνέχισε « Άκουσε με λοιπόν.. Ο παρουσιαστής θα πει σε λίγο ότι από
αυτούς τους 3 η μία βρέθηκε ζωντανή, αλλά βαριά πληγωμένη και παρά τις σκληρές
προσπάθειες των γιατρών δεν κατάφεραν να την σώσουν. Όχι, δεν είναι τα χθεσινά
νέα, συμβαίνει αυτό ζωντανά..»
Ο παρουσιαστής το είπε και η Θάνατος συνέχισε « Θα πάνε στο μέρος
σύγκρουσης και θα μιλήσουν σε μια κοπέλα με πράσινη ζακέτα .. Η κοπέλα θα
δηλώσει στους δημοσιογράφους πως δεν πρόσεχε αλλά ότι το ατύχημα ήταν
αποκλειστικά και μόνο ευθύνη του οδηγού..» Όντως τα όλα όσα έλεγε έγιναν και ο
Τρέβορ δεν το πίστευε ! « Βλέπεις ; Όλα αυτά, είναι αποτελέσματα των ευχών
ανθρώπων που πρόκειται να πεθάνουν... Και τώρα είναι η σειρά σου...» Μόλις ο Τρέβορ ρώτησε γιατί στον διάολο να
ευχηθούν οι άνθρωποι κάτι τέτοιο η Θάνατος απάντησε « Ήταν θυμωμένοι που
επρόκειτο να πεθάνουν.. Μπορείς να καταλάβεις γιατί δεν χρησιμοποίησα εδώ και
αιώνες αυτήν την δυνατότητα μου ;» Ο Τρέβορ ρώτησε « Όλοι ήταν έτσι ;» και η
Θάνατος με ένα βλέμμα συμπόνοιας, απίθανο για το είδος της μα παράλληλα πρωτόγνωρο
, σχολίασε « Όχι.. Υπάρχουν και άνθρωποι που εύχονται καλά πράγματα για άλλους
ακόμα και αν ξέρουν πως σύντομα θα πεθάνουν και αυτοί...» Ο Τρέβορ έβρισε τον
εαυτό του που έκανε σαν μυξιάρικο κωλόπαιδο πριν λίγα λεπτά. « Όλοι οι πόλεμοι,
οι συγκρούσεις και οι θάνατοι μέχρι και κάποια χρόνια πριν ήταν οι ευχές
ανθρώπων που πέθαιναν.. Μα επίσης αποτελέσματα τέτοιων ευχών είναι τα καλά, η
βοήθεια και οι φιλανθρωπίες. Αυτός ο κόσμος ήταν η πολεμική ζώνη μεταξύ καλών
και κακών ευχών ..»
Η Θάνατος είχε ήδη πάρει την απόφαση της μα ο Τρέβορ με ένα πονεμένο
χαμόγελο ανταποκρίθηκε « Νομίζω καταλαβαίνω τι εννοείς.. Μα εύχομαι οι άνθρωποι από αυτό το ατύχημα να μην ήταν νεκροί .... Και ο πατέρας της κοπέλας μου..
Έχει καρκίνο μα εύχομαι να γινόταν καλά..» δάκρυσε. Η Θάνατος σηκώθηκε και
προχώρησε με το κινητό της. « Έχω να κάνω ένα τηλεφώνημα , μα σκέψου ότι έχει
ήδη γίνει..» Προχώρησε ως την τουαλέτα και εκεί έκανε μόνο ένα τηλεφώνημα στον
αδελφό της τον Ζωή. « Είχες δίκιο..» του είπε και ο Ζωή την ρώτησε « Είχα δίκιο
για τι ;» συνέχισε. « Για το ότι δεν είναι όλοι οι άνθρωποι ίδιοι.. Πως ακόμα
και μπροστά στον φόβο του ότι θα έρθουν μαζί μου βάζουν πέρα τον θυμό τους και
κάνουν καλό.. Αυτός μου το απέδειξε... Αλλά, σήμερα είναι η τελευταία φορά που
χρησιμοποιώ αυτήν την δυνατότητα μου αδελφέ και αυτό είναι οριστικό..» είπε και
έκλεισε το τηλέφωνο. Έβαλε το κινητό της στην τσέπη και αποφάσισε να
προχωρήσει ως το τραπέζι που καθόταν ο Τζακ. Αυτήν την στιγμή μάλλον οι ευχές
του θα είχαν ολοκληρωθεί.
Η κοπέλα του καθόταν στην διπλανή από αυτόν καρέκλα, τον είχε αγκαλιάσει
και τον φίλαγε. « Αχ μωρό μου , σήμερα είναι η πιο ευτυχισμένη ημέρα της ζωής
μου !! Προσπάθησα να σε πάρω στο κινητό αλλά δεν μου απάνταγες και έλεγε ότι
ήταν κλειστό, ήξερα όμως ότι θα ερχόσουν εδώ ! Μάλλον θα το λένε στις ειδήσεις
τώρα αλλά, έγινε ένα ατύχημα ... Κοντά στο δάσος έξω από την πόλη, ξέρεις ποιο
λέω, εκείνο που πηγαίνουμε για πικνίκ !! Δυστυχώς πέθαναν 3 άνθρωποι , η
τελευταία ήταν ακόμα ζωντανή μα πληγωμένη και οι γιατροί δεν κατάφεραν να την
σώσουν.. Η ξαδέλφη μου όμως ήταν ανάμεσα
στα άτομα που ενεπλάκησαν στο ατύχημα και ήταν ακόμα ζωντανή !! Μόλις τώρα
επέστρεψα από το νοσοκομείο, θα ζήσει λένε οι γιατροί και μου επέτρεψαν να την
δω !!! Αχ μωρό μου θα ζήσει !! Και υπάρχουν ακόμα καλύτερα νέα !!!!» Το πρόσωπο
της κοπέλας έλαμπε. Ο Τρέβορ σκεπτόμενος την ευχή του στην Θάνατο ρώτησε « Ο
πατέρας σου ;;» Η κοπέλα με το που της το είπε τον κοίταξε με ένα βλέμμα γεμάτο
απορία « Το άκουσες ;; Πώς ;;; Ωωωω !! Νόμιζα ότι θα ήταν έκπληξη !!» Ο Τρέβορ
δάκρυσε « Έγινε καλά ;» Η κοπέλα του τον φίλησε και τον αγκάλιασε κοντά της «
Ναι μωρό μου !!!! Είναι η ευτυχέστερη ημέρα της ζωής μου !!!» Ο Τρέβορ ψιθύρισε όσο την αγκάλιαζε « Άρα..
Οι 3 ευχές μου έγιναν αληθινές..» Η κοπέλα του πήγε να τον ρωτήσει για τι
πράγμα μιλούσε μα τότε.. Η καρδιά του σταμάτησε να χτυπά και τα μάτια του
έκλεισαν.
Η Θάνατος του άπλωνε το χέρι και ο Τρέβορ το άγγιξε..
« Τους
βλέπω, τους βλέπω ! Εκεί, απέναντι στον
καταιγισμένο ουρανό. Είναι όλοι εκεί..
Και η αυστηρή αρχόντισσα η Θάνατος τους τσιγκλάει να χορέψουν ! Τους ζητάει να
κρατήσουν τα χέρια και να χορεύουν σε μια τεράστια , μακριά γραμμή ! Στην αρχή
της γραμμής πηγαίνει η αυστηρή αφέντρα
με το δρεπάνι και την κλεψύδρα ! Αλλά ο Ανόητος παίζει ακόμα τον αυλό και τους
πείθει να χορεύουν . Κινούνται μακριά από την αυγή σε έναν τρομερό χορό ,
μακριά στις σκοτεινές χώρες όπου η βροχή καθαρίζει τα μάγουλα τους από το αλάτι
των πικρών δακρύων τους !»
Η ΕΒΔΟΜΗ ΣΦΡΑΓΙΔΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου