"The Battery": Ακόμα μία ταινία που έρχεται να "επικουρήσει" το είδος
Σκηνοθεσία: Jeremy Gardner
Ηθοποιοί: Jeremy Gardner, Adam Cronheim, Niels Bolle, Alana O' Brien
Την ταινία την είδα για πρώτη φορά στο Φεστιβάλ
Τρόμου, στον Κινηματογράφο Φαργκάνη το
2014 και για δεύτερη φορά στο Βακούρα το
2015. Έκτοτε ένα αυθεντικό αντίτυπο κοσμεί την αξιόλογη συλλογή μου με ταινίες
ζόμπι. Πιστεύω δε πως αξίζει να την δείτε καθώς:
Το “The Battery” (“Η μπαταρία”), αποτελεί το σκηνοθετικό
ντεμπούτο του Jeremy Gardner και κάνει
την διαφορά. Να σημειώσουμε πως ο ταλαντούχος σκηνοθέτης εδώ προσκομίζεται και
τον ρόλο του σεναριογράφου και του πρωταγωνιστή. Με “μπαταρία” μοιάζει το
ζεύγος των δύο φίλων, καθώς ο καθένας τους αποτελεί τον ένα πόλο της, αρνητικό
ή θετικό δεν έχει σημασία καθώς μένει στον θεατή να αξιολογήσει τα στοιχεία των
ηρώων.
Η υπόθεση
Η υπόθεση
της ταινίας είναι εξαιρετικά απλή: Δυο πρώην παίκτες του μπέϊζμπολ, ο Ben (Jeremy Gardner)
και ο Mickey (Adam Cronheim), με εμφανώς διαφορετικό χαρακτήρα,
βρίσκονται παγιδευμένοι ανάμεσα σε νεκρο-ζώντανους και γίνονται φίλοι στην
προσπάθεια τους για επιβίωση. Καθώς προχωράει η πλοκή συστηνόμαστε με τους
απέθαντους αν και δεν παίζουν σημαντικό ρόλο. Η ταινία ξεκινά χωρίς κάποια
αναφορά σε ζόμπι, με την απλή περιγραφή της καθημερινότητας των δυο φίλων και
περνάει σαν κωμωδία καταστάσεων. Τα ζόμπι είναι το γενικότερο πλαίσιο, ο
σκηνοθέτης θέλει πιο συγκεκριμένα να εστιάσει στις ανθρώπινες σχέσεις , με
κέντρο την σχέση των δυο φίλων, και το πως αυτές εξελίσσονται σε μια
κλειστοφοβική συνθήκη επιβίωσης. Στην καθημερινή τους περιπλάνηση, προσπαθώντας
να βρουν μια διέξοδο, ακούνε τυχαία μια συζήτηση από την ανοιχτή συχνότητα ενός
φορητού ασυρμάτου. Αρχίζουν να ελπίζουν, αλλά τα άτομα από την άλλη γραμμή τους
τονίζουν πως δεν είναι ευπρόσδεκτοι στο καταφύγιό τους. Οι δύο φίλοι συνεχίζουν
το ταξίδι τους χωρίς ακριβή προορισμό και στην πορεία βρίσκονται προ εκπλήξεων!
Ο Ben φρικαρισμένος
από την εμπειρία της πολιορκίας του από τα ζόμπι σε ένα διώροφο σπίτι, όπου
αναγκάστηκε να σκοτώσει, προκειμένου να φάει τον σκύλο του, προτιμάει να βρίσκεται
συνεχώς σε κίνηση στην εξοχή και να μην διανυκτερεύει σε κλειστούς χώρους παρά
σε “οτιδήποτε έχει τέσσερεις ρόδες”. Αντιθέτως, ο Mickey νοιώθει καταπονημένος από την
διαρκή περιπλάνηση του και προσπαθεί να πείσει τον φίλο του να μείνουν για ένα
διάστημα σε κάποιο άδειο σπίτι ή να προσπαθήσουν να γίνουν δεκτοί στο
μυστήριώδες καταφύγιο της Άννυ, με την οποία μιλάει στον ασύρματο. Ο Ben φέρνει στο νου, αν και με μορφή που
θυμίζει τον Γαλυφιανάκη, τον Ρικ της μνημειώδους τηλεοπτικής σειράς “ The Walking Dead” που
αποτελεί την επιτομή της φιλοσοφίας της επιβίωσης με κάθε μέσον, όταν εκτελεί
τον φυγά και άοπλο τύπο που έκανε το λάθος να τους απειλήσει. Αργότερα ο ίδιος
πέφτει θύμα της ωμότητας, του κυνισμού και της φιλοσοφίας αυτής από την Άννυ. Στο τέλος, και οι δύο αντιμετωπίζουν τους
χειρότερους φόβους τους, καθώς ο Ben (και ο φίλος
του) εγκλωβίζονται στο αυτοκίνητο (σε μια σκηνή που διαρκεί ατελείωτα χωρίς
όμως να κουράζει), ενώ ο Mickey απογοητεύεται
οικτρά από τη συνάντηση και τη στάση της Άννυ.
Τα ζόμπι
Αν και
καλοφτιαγμένα τα ζόμπι στην ταινία, εντούτοις είναι εξαιρετικά λίγα και κάνουν
την εμφάνιση τους ένα-ένα, ή ελάχιστες φορές μαζικά (όπως στην πολιορκία στο
αμάξι). Άλλωστε κινούνται τόσο αργά που αυτόματα αποδυναμώνεται ο ρόλος τους
στην πλοκή ενώ η συνολική ώρα που καταλαμβάνουν στην οθόνη περιορίζεται στα 2 -
3 λεπτά από το σύνολο της ταινίας. Ευτυχώς δε, που κινούνται αργά και δεν
εμφανίζουν μεταλλάξεις, περιπτώσεις που προσωπικώς με ενοχλούν καθώς μου θυμίζουν
τα τέρατα (ζόμπι και σκύλους)του “Resident Evil”. Η στάση
των ηρώων (μόλις πέντε ζωντανοί ηθοποίοι) απέναντι σε αυτά είναι ενδιαφέρουσα.
Θα ξαφνιαστείτε από την τόσο ανθρώπινη, γιαυτό και “ταμπού” αυτοερωτική σκηνή
της ταινίας, όπου το σέξι ζόμπι βοηθάει στην ασφαλή σεξουαλική εκτόνωση του
ήρωα. Αλλά και η σκληρή εκπαίδευση στην οποία υποβάλλει τον φίλο του ο Ben, για να μάθει πως να εξοντώνει τα
ζόμπι, δίνει μια αιματοβαμμένη και σκληρή σκηνή. Παρόμοια σκληρή και απότομη
είναι και η “τελική λύση”που επιλέγει ο ένας εκ των δύο για να επιβιώσει.
Η
Φιλία
|
||||
Η ταινία
ακολουθεί τη μεγάλη σειρά έργων με ένα δίδυμο φίλων (ή και μεγαλύτερης παρέας)
που έρχονται αντιμέτωποι με μια ζόμπι-αποκάλυψη. Συνήθως δύο αντιθετικοί
χαρακτήρες, που σχεδιάζονται έντονα, συμπληρώνονται απολύτως και μένουν μαζί
μέχρι το (διαφοροποιημένο από ταινία σε ταινία) τέλος. Στο “Shaun of the Dead” ο ήρωας που
επιβιώνει παίζει ηλεκτρονικά με τον αλυσσοδεμένο (καλού-κακού) φίλο του. Στο “Zombieland” ο άπειρος
νέος και ο έμπειρος φίλος του τελικώς συντονίζονται και επιβιώνουν από τα ζόμπι
και την προδοσία αλλά και κερδίζουν και στον έρωτα. Τέλος, στο “Doghouse” η μεγάλη
παρέα των φίλων που αποφάσισαν να ξεδώσουν μακριά από τις γυναίκες τους, αλλά
έμπλεξαν μένει ανέπαφη και πιο δεμένη μετά την περιπέτεια της. Οι ταινίες αυτές
αποτελούν ύμνο στη φιλία, που αναδεικνύεται πολύτιμο αγαθό αλλά και λύση
επιβίωσης στον κόσμο των ζόμπι. Και φυσικά, υπάρχουν πολλές παρόμοιες “Έπικούριες”
ταινίες που υμνούν τη φιλία, αναδυκνείουν τις δυσκολίες και τις συγκρούσεις της
και προτείνουν ως διέξοδο και εφόδιο τις προσωπικές σχέσεις για την έξοδο από
τη φρίκη.
Συνολική
αποτίμηση
Πρόκειται
για ένα δραματικό θρίλερ.Το σενάριο είναι καλογραμμένο, πρωτότυπο με σωστά
δομημένους χαρακτήρες και κυλάει με καλό ρυθμό, δίχως να κάνει μεγάλη κοιλιά
και έχει εντάσεις. Η σκηνοθεσία είναι ιδιαίτερα προσεγμένη και υπάρχουν σκηνές
αναπάντεχες και πανέξυπνες (βλ. σκηνή αυτοϊκανοποίησης). Μια ολόκληρη σεκάνς
είναι γυρισμένη μέσα σ’ ένα αυτοκίνητο, δημιουργώντας μια κλειστοφοβική
ατμόσφαιρα και συγχρόνως δίνοντας την ευκαιρία στους ηθοποιούς να αποδείξουν αν
μπορούν να ανταπεξέλθουν υποκριτικά.
Η φωτογραφία της Christian Stella είναι άψογη, παρουσιάζοντας το
φυσικό περιβάλλον σ’ όλη του την ομορφιά και σ’ όλο του το μεγαλείο, έρχεται
ειρωνικά σε κόντρα με την κατάσταση που επικρατεί. Με λίγα λόγια η φύση λάμπει
,ενώ γίνεται χαμός και όλα γύρω από τους χαρακτήρες μας, καταρρέουν. Αυτό κάνει
ακόμα πιο έντονη την ηθική και συναισθηματική κατάρρευση των χαρακτήρων και
λειτουργεί πολύ βοηθητικά.
Οι ερμηνείες
είναι πολύ καλές. Η χημεία των δυο ηθοποιών είναι προφανής και το αποτέλεσμα
της υποκριτικής τους συνύπαρξης απολαυστικό.Έξυπνο και το γεγονός ότι υπάρχουν
δυο μόνο βασικοί ηθοποιοί, και όχι παραπάνω όπως σε άλλες παραγωγές, πράγμα που
εξυπηρετεί τον στόχο του σκηνοθέτη, να δούμε δηλαδή πώς δυο τελείως διαφορετικά
άτομα αναγκάζονται να συνυπάρξουν και να γίνουν σταδιακά φίλοι προσπαθώντας να
επιβιώσουν.
Με προϋπολογισμό μόλις
$6.000 το αποτέλεσμα είναι εξαιρετικά καλό στο σύνολο του. Μια ταινία με ζόμπι
που κρατάει τα κεντρικά σημεία του είδους και τα «παντρεύει» προσεγμένα με μια
ρεαλιστική απεικόνιση μιας ανθρώπινης συνθήκης. (ανάγκη για επιβίωση). Ο χαμηλός
προϋπολογισμός όμως μάλλον ευθύνεται για το σχεδόν ανύπαρκτο μακιγιάζ των
νεκροζώντανων. Πράγμα που προσωπικά δεν θεωρώ ιδιαίτερα κακό αφού έτσι η
ερμηνεία τους μέτρησε παραπάνω.
Ωστόσο, αυτό που προξενεί μεγάλη εντύπωση είναι η
τύπου western/country μουσική της ταινίας που μετατρέπει το φιλμ σε ένα
drama/road movie. Κάτι όμως που ενοχλεί είναι η υπερβολικά εκτεταμένη χρήση
μουσικών κομματιών σε μεγάλη διάρκεια της ταινίας, που από ένα σημείο και μετά
μας δίνει την εντύπωση πως προσπαθεί να «γεμίσει» χρόνο και ενδεχομένως κάποια
σεναριακά κενά, καπελώνοντας ουσιαστικά την εικόνα.
Τέλος, κάτι που
κάνει την ταινία να ξεχωρίσει είναι η αγωνία και ο αιφνιδιασμός που σταδιακά
κλιμακώνεται και που καταλήγει να προκαλεί στην τελευταία σκηνή της ταινίας μια
αίσθηση σοκ. Κάθεσαι κυριολεκτικά στην άκρη της καρέκλας μέχρι να πέσουν οι
τίτλοι τέλους. Σας, σας προτείνουμε να την δείτε, γιατί είναι κάτι καινούργιο,
διαφορετικό και καλοφτιαγμένο που επίσης αποτελεί παράδειγμα ότι και με λίγα
χρήματα μπορεί να φτιάξεις κάτι καλό! Στην Ελλάδα, μετά το “Κακό” και το “Κακό
στην Εποχή των Ηρωών” δεν αξιωθήκαμε άλλη ταινία και η έλλειψη
καφαλαίων δεν είναι η αιτία. Αυτή η συζήτηση όμως, μια άλλη φορά.
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου