21 Ιουλ 2019

"Οι Δράκοι" του Απόστολου Δαβίλα

(Συμμετοχή στην τελική φάση του 7ου Διαγωνισμού Ελεύθερης Γραφής - Πεζογραφία)
Ψηφίστε εδώ!!


Οι πρώτες σταγόνες βροχής χτύπησαν την επιφάνεια της αλπικής λίμνης στέλνοντας ομόκεντρους κύκλους σε χαοτική διάταξη σε όλη την επιφάνεια  της, ξυπνώντας της αρχέγονες μνήμες της δημιουργίας και της αρχικής ψυχής της γης. Αστραπές και κεραυνοί ήρθαν να συμπληρώσουν τη Μελωδία της βροχής πάνω στην λίμνη και να την οδηγήσουν σε ένα μελωδικό κρεσέντο όπου εκατομμύρια δάχτυλα-σταγόνες χαϊδεύουν-τσιμπάνε την λίμνη-άρπα.
Η Μελωδία της σταγόνας είναι πλέον εκκωφαντική. Η επιφάνεια της λίμνης έχει γίνει ένα με τη βροχή και τα σύννεφα, οι κεραυνοί και οι αστραπές φωτίζουν σαν φλας την σκοτεινή μάζα από το παλλόμενο ύδωρ, φωτίζοντας καρέ-καρέ τη μορφοποίηση στην επιφάνεια της λίμνης, μιας τεράστιας σκιάς, στο σημείο που ενώνονται η λίμνη και η βροχή.
Ένας τεράστιος όγκος σχηματίζεται από συμπυκνωμένο νερό και την αφυπνισμένη ψυχή της γης. Η λίμνη του δίνει τον παλμό, η βροχή το σμιλεύει ασταμάτητα, φτιάχνοντας δύο τεράστια φτερά, πανίσχυρη ουρά και ένα θωρακισμένο κεφάλι γεμάτο δόντια και αγκάθια. Τα μάτια καθρεφτίζουν το αρχέγονο κομμάτι της ψυχής της γαίας που κυλάει πάντα και που δε σταματάει μπροστά σε τίποτα, που τρυπάει στρώματα βράχων και σκάβει βαθιά φαράγγια μόνο και μόνο για να συναντήσει και άλλο νερό που ταξιδεύει και μετασχηματίζεται σε πάγο, σε ατμό, σε γλυκό και αλμυρό νερό, αλλά ποτέ δεν χάνεται, όπως δεν χάνεται και η ζωή που για πρώτη φορά σχηματίστηκε στα σπλάχνα της.

Μόνο κάτι μικρά αμφίβια είδαν το τεράστιο πλάσμα να χτυπά τα υγρά φτερά του και να πετά προς την Ανατολή.
Στην  άνυδρη κοιλάδα φύτρωναν μόνο κάκτοι και παχύφυτα, μικρά έντομα και μεγάλα σκουλήκια τρέφονταν το ένα από το άλλο, ελάχιστα μικρά θηλαστικά προσπαθούσαν χωρίς μεγάλη επιτυχία να επιβιώσουν σκάβοντας φωλιές  στην σκιά των τεράστιων οστών που κείτονταν στο έδαφος.
Η γη έτρεμε εδώ και μήνες, μικρές χαρακιές στο έδαφος έκαναν την εμφάνισή τους,  όλα τα φυτά έχουν ξεραθεί από καιρό, τα ζώα είχαν φύγει πανικόβλητα μόλις μύρισαν τους θειούχους ατμούς πού αναδύονταν από τις βαθιές σχισμές του εδάφους. Ο μόνος ήχος που ακουγόταν ήταν τα βράχια πού έσπαγαν και έλιωναν κάτω από το λεπτό έδαφος.
Ξαφνικά όλα σταμάτησαν για μία ανατολή και μία δύση. Όλα ακίνητα, όλα αθόρυβα έως την πιο σκοτεινή ώρα της νύχτας. Τότε ένα μεγάλο μέρος της κοιλάδας εκτοξεύτηκε προς τον ουρανό σπρωγμένο από ένα κάθετο ποτάμι λάβας που ούρλιαζε με τον ήχο χιλίων κεραυνών και  έκανε κόκκινη την νύχτα έως ψηλά στα σύννεφα. Και σε άλλα σημεία της κοιλάδας μικρότεροι πίδακες από λάβα τρύπησαν την επιφάνεια της γης. Τα φονικά για κάθε ύπαρξη ζωής αέρια, γέμισαν την ατμόσφαιρα με μία θανατερή ομίχλη σε κόκκινο φόντο. Ο αρχικός κρατήρας συνεχίζει να μεγαλώνει το ποτάμι της λάβας, το αίμα της γης κατακλύζει την κοιλάδα καθώς ο αρχικός κεντρικός πίδακας διευρύνεται και ενώνεται με τους μικρότερους.  Στο κέντρο του, εκεί που το μάγμα εκτοξεύεται μουγκρίζοντας για να γίνει η λάβα, σε αυτήν τη λεπτή διαχωριστική γραμμή, ένα σώμα σπαράζει, συστρέφεται και  βρυχάται προς τον ουρανό. Για κάθε μέτρο που μεγαλώνει ο κρατήρας, το πλάσμα αποκτά υπόσταση, αποκτά  σώμα, φτερά, δόντια. Η γη  του δίνει το κομμάτι της ψυχής από τα πολύτιμα μέταλλα, από το πάθος της Καταστροφής και της Αναγέννησης. Τα φτερά άνοιξαν και άφησαν τη λάβα να  το μεταφέρει ψηλά πάνω από την κοιλάδα. Φτάνοντας στην κορυφή της  φωτεινής στήλης χτύπησε τα φτερά του, ένα φωτεινό βέλος στην καρδιά της νύχτας πετώντας προς τη Δύση .
Στο μεγάλο φαράγγι του Βορρά η αποφορά της σήψης είναι ακόμα έντονη. Τα μεγάλα ερπετά -που κάποτε κατέκλυζαν την Γη- στην προσπάθειά τους να βρουν καταφύγιο από την βροχή των μετεωριτών, κατέφυγαν στα βάθη του φαραγγιού μόνο και μόνο για να πεθάνουν  αργά από έλλειψη τροφής και νερού, μιας και ήταν πολύ εξαντλημένα για να σκοτώσουν και να φάνε το ένα το άλλο. Τώρα σάρκες σε σήψη και γυμνά κόκκαλα απλώνονται σε όλο το μήκος του φαραγγιού. Οι μόνες κινήσεις είναι από τα έντομα και τα μεγάλα σκουλήκια που γεννήθηκαν στις σάπιες σάρκες. Τα έντομα πέταξαν και τα τρομαγμένα σκουλήκια μείναν ακίνητα ακούγοντας για πρώτη φορά τον ήχο από τα κόκκαλα που τρίβονταν  μεταξύ τους. Πέτρες ξεκολλάνε από ψηλά και βυθίζονται στα απομεινάρια των μεγάλων ερπετών.
 Όλο το φαράγγι αρχίζει να τρέμει, βροχή από πέτρες βράχους και χώμα πέφτουν στο φαράγγι, το οποίο μεγαλώνει σε βάθος και πλάτος, καταπίνοντας περισσότερη γη και βογκώντας - τρέμοντας με όλο και περισσότερη ορμή στο κλάμα της γης που σχίζεται και βίαια  αλλάζει. Έρχεται να προστεθεί και το ουρλιαχτό της ζωής που γεννιέται, το αθάνατο κομμάτι της Γαίας που αντιπροσωπεύει το θάνατο, τη σήψη, τον κύκλο της ζωής και του θανάτου, παίρνει ανάσα, ανοίγει τα φολιδωτά φτερά του και με ένα μουγκρητό που κάνει τους βράχους να σπάνε,   πετάει έξω από το τρεμάμενο  φαράγγι, προς τον Νότο.
Ο άνεμος πάντα φυσούσε δυνατά στην παγωμένη έρημο, ανακατεύοντας το χιόνι με την γκρίζα τέφρα που είχε πέσει μετά την πτώση του κομήτη που είχε αφανίσει σχεδόν όλη τη ζωή στον πλανήτη. Τα άσπρα σύννεφα ταξίδευαν με ταχύτητα, κρύβοντας τον ήλιο, μεγαλώνοντας και κατεβαίνοντας όλο και πιο χαμηλά στο γεμάτο χιόνι και πάγο έδαφος. Ο δυνατός βοριάς συνάντησε τον υγρό νότια, τον αδύναμο ζέφυρο, και τον ξηρό Λίβα.  Όλοι μαζί ενωμένοι, οδηγούν τα λευκά σύννεφα σε έναν τεράστιο κυκλωτικό χορό, που κατεβαίνει αργά προς την Γη με όλο και μεγαλύτερη ένταση, με όλο και μεγαλύτερη δύναμη, παρασέρνοντας πέτρες χιόνι και τέφρα. Τα στροβιλιζόμενα   σύννεφα φίλησαν την άγονη γη κάνοντάς την να τρέμει, η βοή  των ανέμων μετουσιώθηκε  σε πλήρη αρμονία κάνοντας τα σύννεφα να συμπυκνωθούν, να πάρουν φολιδωτό σχήμα, να πάρουν ανάσα και ο βρυχηθμός του να ενωθεί με τον δικό τους. Η ευμετάβλητη μορφή τους, η ικανότητα να αλλάζουν και να ταξιδεύουν, δημιουργούν φτερά  και μία ψυχή που ταξιδεύει προς τον Βορρά.
Ψηλά πάνω από την Γη στο τελευταίο στρώμα της ατμόσφαιρας δύο Τιτάνια μαύρα φτερά, δύο μάτια αρχαία όσο και το σύμπαν, βλέπουν ηφαίστεια  σεισμούς, τυφώνες και  πλημμύρες. Βλέπουν τα τέσσερα στοιχεία της φύσης να παίρνουν σάρκα και οστά, ανάσα και κομμάτι από την ψυχή της γαίας. Όχι ότι δεν έχει ξανασυμβεί.
Θυμάται τον δράκο του νερού όταν είχε σμίξει με τον δράκο του αέρα, τα αιθέρια πλάσματα που είχαν γεννηθεί τόσο όμορφα και ντελικάτα, αλλά χωρίς το πάθος της φωτιάς και τον φόβο της μη ύπαρξης, χωρίς το όνειρο της δημιουργίας. Τα πλάσματα αυτά απλώς χάθηκαν σε οράματα και όνειρα χωρίς τέλος.
Όταν έσμιξαν ο δράκος του αέρα και ο δράκος της γης δημιουργήθηκαν τα τεράστια ερπετά που κατέκλυσαν τη γη, χωρίς συναίσθηση της θνητότητάς τους και χωρίς τον αέρα της εξέλιξης στο αίμα τους, γρήγορα χάθηκαν από τους κομήτες.
Τώρα όμως και οι τέσσερις δράκοι  έχουν ξυπνήσει  και πετάνε προς το κέντρο της Παγγαίας.
Αλλάζοντας ελάχιστα την γωνία των μόνιμων ανοιχτών φτερών του, έφερε το γιγάντιο σώμα του σε πορεία προς το κέντρο της Παγγαίας, κατεβαίνοντας όσο χαμηλά του επέτρεπαν τα φτερά του ώστε να μην τον τραβήξει η βαρύτητα της γης. Το να απομακρύνεται από την ζώνη του αιθέρα του είναι πολύ δυσάρεστο.
Οι τέσσερις δράκοι, τα τέσσερα στοιχεία της φύσης πλησιάζουν στο κέντρο της Παγγαίας με αυξανόμενη ταχύτητα, τέσσερα κομμάτια της ίδιας ψυχής με την λαχτάρα της ολοκλήρωσης, της ένωσης των κομματιών της ψυχής της γαίας.
Η ενσαρκωμένη νόηση της γης παρακολουθεί τη σύγκρουση-ένωση-ζεύξη των τεσσάρων δράκων, που συγκλόνισε όλη την Παγγαία, στέλνοντας κύματα ενέργειας σε όλα τα επίπεδα, προκαλώντας αλυσιδωτές αντιδράσεις σε όλη την Ήπειρο, δημιουργώντας έναν καινούργιο κόσμο για ένα καινούργιο πλάσμα που γεννήθηκε με την ένωση των τεσσάρων στοιχείων. Τη στιγμή της φοβερής σύγκρουσης το πλάσμα του αιθέρα κατάλαβε ότι το πλάσμα που θα γεννηθεί θα έχει το πάθος της φωτιάς, την επιμονή του νερού, την ευελιξία του αέρα, την δύναμη της γης, αλλά θα του λείπει το έλεος,  η ενσυναίσθηση, η ευαισθησία και ο αλτρουισμός. Φέρνοντας το τεράστιο σώμα του πάνω από το σημείο της ζεύξης, δάγκωσε με δύναμη την βάση του φτερού του και άφησε το άχρωμο αίμα του να πέσει στην ζεύξη που μόλις ξεκίναγε.
Ελάχιστες σταγόνες  από τον αιθέρα που έσταξε πάνω του την τελευταία στιγμή, δημιούργησε  τον άνθρωπο.
Παρακολούθησε τον άνθρωπο στην άνοδο και στην πτώση, μέσα από τις φωτεινές και τις σκοτεινές περιόδους του με μεγάλη περιέργεια.
Ώσπου παρατήρησε ένα μεγάλο σεισμό στην Ανατολή, ένα μέγα ηφαίστειο στην Δύση, μια γιγαντιαία ανεμοθύελλά στο Νότο και έναν κατακλυσμό στον Βορρά. Τώρα ήξερε ότι ήρθε η ώρα, τώρα θα  απαντήσει και αυτός στο κάλεσμα της γαίας, θα μπει και αυτός στη ζεύξη, τώρα θα γεννηθεί   ……  



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου