Μοχθηρή
Η Ανείπωτη Ιστορία της Μοχθηρής Μάγισσας της Δύσης
Η Ανείπωτη Ιστορία της Μοχθηρής Μάγισσας της Δύσης
Με λένε Ελφάμπα Φορμπίεν και αυτήν είναι η αρχή της ιστορίας μου. Ζω στην μαγική χώρα του
Όζ και με αποκαλούν « Η Μοχθηρή Μάγισσα της Δύσης.» Ολόκληρο το Όζ με μισεί
επειδή τολμάω να λέω τα πράγματα που κανένας δεν θέλει να ακούσει , επειδή κάνω
πράγματα που κανείς δεν θέλει να κάνει και επειδή όσο και να θέλουν δεν μπορούν
να με δαμάσουν. Όλοι νομίζετε πως ξέρετε την ιστορία μου αλλά κανένας δεν ξέρει
τι έγινε αληθινά. Αρχικά πρέπει να ξεκινήσω την ιστορία μου από την εποχή που
γεννήθηκα, έτσι θα μπορέσω να σας εξηγήσω γιατί έχω πράσινο δέρμα και γιατί με
αποκαλούν έτσι.
Η μητέρα μου, αν μπορώ να την αποκαλώ έτσι δεν ήταν πιστή.
Είχε μια μάλλον αρκετά ελεύθερη και απρόσεχτη σεξουαλική ζωή όσο και να την
αγαπούσε ο πατέρας μου , ο Φρέξσπαρ. Μια ημέρα λοιπόν που είχε βγει και έπινε
στο μπαρ ενός μαγικού πλάσματος, ενός Ανθρώπου Τράγου συναντήθηκε με έναν
περίεργο άντρα, έναν άντρα που δεν είχε ξαναδεί. Ο άντρας της έδωσε να πιει ένα
πράσινο ποτό, ένα ποτό το οποίο την έκανε να νιώθει σαν να πετούσε στα σύννεφα,
να νιώθει χαρούμενη, απαλή και ελεύθερη. Ο άντρας την βίασε εκείνο το βράδυ και
η μητέρα μου τον αναζητούσε συνέχεια. Ο άντρας της έδινε συνέχεια όταν την
έβρισκε αυτό το ποτό και συνέχεια την έκανε δική του. Τελικά, η μητέρα μου δεν
μπόρεσε να προφυλαχθεί και έμεινε έγκυος σε εμένα. Δεν μπόρεσε ποτέ να με
δεχθεί σαν δικό της παιδί , ούτε καν ο πατέρας μου δεν με αγαπούσε. Γεννήθηκα
πράσινη από ζήλια, ζήλια που δεν είχα την αγάπη μιας οικογένειας. Τα πρώτα
χρόνια της ζωής μου τα πέρασα προσπαθώντας να κερδίσω την αγάπη τους. Δεν
κατάφερνα όμως τίποτα.
Όλοι με μισούσαν για το πράσινο χρώμα του δέρματος μου και
οι μοναδικοί με τους οποίους ένιωθα ότι ερχόμουν κοντά, διότι ήταν και εκείνοι
οι απόκληροι, οι πεταμένοι, οι μισητοί σε ολόκληρο το Όζ ήταν οι Ιπτάμμενοι
Πίθηκοι, πλάσματα τα οποία η μητέρα μου και ο πατέρας μου χρησιμοποιούσαν σαν
εργάτες , υπηρέτες και καθαριστές. Μιλούσα μόνο μαζί τους και μερικοί από
αυτούς μάλιστα με άφηναν να ανεβαίνω στις πλάτες τους και έπειτα πετούσαν στον
ουρανό με εμένα να κρατιέμαι σφιχτά από πάνω τους βλέποντας τις δυνατές
φτερούγες τους. Ήταν οι μοναδικές στιγμές που ένιωθα ευτυχισμένη.
Μια χρονιά στο σπίτι μας ήρθε σαν φιλοξενούμενη για λίγες
μέρες μια παλιά γνωστή του πατέρα μου , η Μαντάμ Σπαίσια, που εγώ φυσικά την
αποκαλούσα Μαντάμ Απαίσια μαζί με τον άντρα της, έναν κοκκινομάλλη κοκκαλιάρη
άντρα με το όνομα Χελωνόκαρδος. Ο πατέρας μου έλειπε σε δουλειές προσπαθώντας
να λύσει κάποια θρησκευτικά ζητήματα στην Σύνοδο για τον Άγνωστο Θεό του Όζ
οπότε η μητέρα μου βρήκε την ευκαιρία και ,οποιαδήποτε στιγμή η Μαντάμ Σπαίσια
ήταν απασχολημένη , καλούσε τον Χελωνόκαρδο στην κρεβατοκάμαρα της. Ήξερα τι
έκαναν και με θύμωνε. Τι μπορούσα να
κάνω όμως ;; Σύμφωνα με την μητέρα μου ήμουν μικρή και ανόητη.
Όταν προσπαθούσα να παίξω μαζί με τους Ιπτάμμενους Πιθήκους
ή μίλαγα μαζί τους η Μαντάμ Σπαίσια προσπαθούσε να με σταματήσει λέγοντας μου
ότι τα ζώα είναι για να τα βλέπουμε όχι για να τα ακούμε. Εγώ χαμογέλασα και
θυμάμαι της είπα μια φορά ότι είχε δίκιο. Το ότι έκανα κάθε φορά που μου
μιλούσε καθώς και το ότι ήταν παντρεμένη με μια χελώνα ήταν ένα τρανό
παράδειγμα του οτιδήποτε προσπαθούσε να με διδάξει. Ήταν ρατσίστρια απέναντι
στα ζώα του Όζ και αυτό εγώ δεν μπορούσα να το αποδεχθώ. Βέβαια αυτήν μου η
προσβολή έφτασε στα αυτιά της μητέρας μου η οποία μην αντέχοντας ότι της
προσέβαλα τον εραστή καθώς και την υψηλή μας θέση στην κοινωνία με χτύπησε. Εγώ
έκλαψα από το ξύλο και για λίγο καιρό το έσκασα από το σπίτι. Ταξίδεψα για λίγο
στον κόσμο του Όζ και γνώρισα ένα μικρό αγόρι. Ήταν όμορφος, είχε κοντό
καστανόξανθο μαλλί και υπέροχα καστανά μάτια. Τον συνάντησα όταν έκλεψα ένα
καρβέλι ψωμί για να φάω και ο φούρναρης με έπιασε. Ο φούρναρης θα με σκότωνε
στο ξύλο μιας που με χτύπαγε με όλη του την δύναμη με έναν ξύλινο πλάστη αλλά
το αγόρι τον πλήρωσε και ο άντρας έφυγε.
Πήγα να φύγω όμως πονούσα σε όλο μου το κορμί οπότε το
αγόρι με αγκάλιασε και με βοήθησε να φάω το καρβέλι. « Ποια είσαι ;» με ρώτησε.
« Με .. Με λένε Ελφάμπα.» του απάντησα και προσπάθησα να μην φανεί το πράσινο
δέρμα μου, τα μακριά μου νύχια και τα κοφτερά μου δόντια. Είχα κατάμαυρο μακρύ
μαλλί επίσης και πράσινα μάτια. Το ότι του είπα το όνομα μου με παραξένεψε,
ήταν το δεύτερο άτομο στο οποίο μίλησα ποτέ. Ανθρώπινο άτομο. « Χάρηκα για την
γνωριμία. Με λένε Φιγιέρο. Γιατί κρύβεσαι ;;;» με ρώτησε. « Γιατί είμαι
άσχημη.. Και περίεργη..» συνέχισα μα ο Φιγιέρο απάντησε « Αλήθεια ;;; Και αυτός
είναι λόγος να κρύβεσαι ;;; Άσε με να δω το πρόσωπο σου.. Θέλω να δω πως
είσαι..» Εγώ στην αρχή με φόβο έδειξα το πρόσωπο μου και τα κοφτερά μου δόντια
και νύχια σε εκείνον. « Ουάο !! Είσαι πολύ ασυνήθιστη !! Μου αρέσει αυτό !!!
Έχεις πολύ πιο ενδιαφέρον από ότι άλλα κορίτσια που συνάντησα !! Ω, με φωνάζουν
, πρέπει να φύγω ! Μην ανησυχείς όμως, Ελφάμπα του Όζ, θα τα ξαναπούμε !!» είπε
και έφυγε σύντομα τρέχοντας με ένα μακρύ χαμόγελο. Με χαιρέτησε και άφησε πίσω
του ένα μικρό κομμάτι από ένα πανί που είχε στο παντελόνι του.
Το κράτησα με αγάπη και αυτήν η συνάντηση με έκανε να
καταλάβω ότι δεν ήταν όλος ο κόσμος σκληρός όπως περίμενα. Δεν θα μου πετούσαν
όλοι πέτρες όταν πήγαινα να πιω νερό από τα συντριβάνια όπως έκαναν κάποια
παιδιά νωρίτερα την ίδια ημέρα, δεν θα με μισούσαν όλοι και δεν θα μου έδειχναν
μίσος όπως έκαναν οι γονείς μου. Επέστρεψα σπίτι μου μια εβδομάδα αργότερα και
όλοι έκαναν σαν να μην είχα φύγει ποτέ. Όμως, τα πράγματα είχαν αλλάξει. Η
μητέρα μου είχε πεθάνει ενώ πρώτα είχε γεννήσει την μικρότερη αδελφή μου, την
Νεσσαρόζα. Η Νεσσαρόζα έτρεχε τον
κίνδυνο να γεννηθεί πράσινη όπως και εγώ , αν και ήξερα ότι ήταν παιδί του
Χελωνόκαρδου. Οπότε η μητέρα μου έπινε συνεχώς κατά την διάρκεια της
εγκυμοσύνης της, όπως έμαθα χρόνια αργότερα από σημειώσεις του πατέρα μου,
ελιξήρια και φίλτρα που θα προφύλασσαν το βρέφος αν και έκαναν την εγκυμοσύνη
ακόμα πιο δύσκολη. Τελικά η μητέρα μου πέθανε στην γέννα και η Νεσσαρόζα
γεννήθηκε με ροζ δέρμα και χωρίς τον έλεγχο των χεριών της. Έτρεφα στοργή για την Νεσσαρόζα και την
προστάτευα αν και εκείνη εξαιτίας του πατέρα μας όταν ήμασταν μαζί με τον
οποιονδήποτε άλλον συμπεριφερόταν σαν να με μισούσε. Όταν όμως ήμασταν μόνες
μας μου έδειχνε αγάπη και στοργή.
Η μητέρα μου ήταν μια από τις πιο σπουδαίες μάγισσες σε
ολόκληρο το Όζ και κληρονομήσαμε το δώρο της μαγείας. Με τον θάνατο της όμως
κάποιος έπρεπε να πάρει την θέση της και μιας που ήμουν η πρωτότοκη της ο
πατέρας μου συμφώνησε ότι έπρεπε να φύγω για την σχολή μαγείας Σιέζ. Στο
πλοίο που έκανε το δρομολόγιο Σιέζ-
σπίτι μου με το οποίο πήγα ως την σχολή
συνάντησα και ένα κορίτσι με λευκό δέρμα, ξανθά μαλλιά και γαλάζια μάτια. Ήταν
και αυτή μια μάγισσα η οποία είχε έρθει μαζί με τον πατέρα της μα εκείνος
δέχτηκε σύντομα μια επιστολή που του ζητούσε να επιστρέψει σπίτι όσο πιο
σύντομα γινόταν διότι είχε μια αρρώστια η σύζυγος του και μπορεί να πέθαινε.
Οπότε, η κόρη του δεν μπορούσε να πάει στον κοιτώνα που ήθελε, τον ροζ κοιτώνα
των μαγισσών με αποτέλεσμα να έρθει στον δικό μου κοιτώνα και να μείνουμε μαζί
, σαν συγκάτοικοι. Ήμασταν 17 χρονών τότε και σύντομα έμαθα το όνομα της. Την
έλεγαν Γκλίντα. Η Γκλίντα όντας μια
ψηλομύτα μάγισσα νεαρή , που δεν της έλειψε ποτέ τίποτα και δεν χρειάστηκε να
παλέψει ποτέ για τίποτα στην ζωή της με υποτιμούσε, με έβριζε και με μισούσε.
Ήθελε να ανέβει πιο ψηλά στην ηγεσία και να αποκτήσει δύναμη παρά να πιάσει
φιλίες και να μιλήσει με μια κοπέλα της κατώτερης κοινωνικής τάξης όπως έλεγε.
Φυσικά και δεν θα με ήθελε σαν φίλη της. Στον Όζ όποια ήταν
μάγισσα είχε την δυνατότητα να συναντήσει τον δυνατότερο μάγο όλων, τον μάγο
του Όζ , που κανένας δεν ήξερε ούτε το αληθινό του όνομα , ούτε την μορφή του.
Και άμα κάποια τραβούσε το ενδιαφέρον του μπορούσε να κερδίσει μια σημαντική
θέση κοντά στον μάγο, δόξα, φήμη , χρήμα και οτιδήποτε άλλο συνεπαγόταν αυτό,συν
του ότι υπήρχε η φήμη ότι ο μάγος μπορούσε να κάνει την κάθε ευχή οποιουδήποτε
ανθρώπου αληθινή. Πειρασμός πάρα πολύ μεγάλος για εκείνη. Ήθελα και εγώ να
κερδίσω την εύνοια του Μάγου όμως όχι για αυτόν τον λόγο. Ήθελα να γίνω μία από
τις μεγαλύτερες μάγισσες του κόσμου μου και να δείξω ότι αξίζω. Επίσης, είχαμε
έναν δάσκαλο ο οποίος μας δίδασκε βιολογία, χημεία και αριθμητική, έναν Τράγο
τον κύριο Ντάιμονχορν. Ο κύριος Ντάιμονχορν ήθελε να αποδείξει ότι τα Ζώα είχαν κοινά χαρακτηριστικά με τους Ανθρώπους
άρα λοιπόν έπρεπε να αντιμετωπίζονται ισάξια
και ισότιμα αλλά αυτό ήταν επικίνδυνο και κανένας ποτέ σχεδόν δεν τον
άκουγε.
Τον άκουγα και τον πίστευα εγώ αλλά μια φορά που προσπάθησα
να τον προστατεύσω από μερικές συμμαθήτριες μου που τον υποτιμούσαν λεκτικά μου
έριξαν γάλα στα μαλλιά και ντομάτες στο μαύρο μου φόρεμα. Τα γυαλιά μου έγιναν
κόκκινα και άσπρα , έτσι θυμωμένη πήγα να τους βάλω φωτιά. Ο κύριος Ντάιμονχορν
όμως με σταμάτησε και με πήρε στο γραφείο του. Εκεί μου είπε « Δεν διαφέρουμε
και πολύ εγώ και εσύ ξέρεις, Ελφάμπα. Εγώ είμαι ζώο και με αντιμετωπίζουν έτσι
όμως εσύ είσαι άνθρωπος και σε αντιμετωπίζουν σαν ζώο. Οι άνθρωποι φοβούνται
ότι δεν μπορούν να καταλάβουν, μην γίνεις εχθρός τους για αυτό. Ναι, οι
άνθρωποι δεν είναι καλοί μα μερικοί προσπαθούν να γίνουν καλοί.» ενώ μου έβαζε
να πιω ένα φλιτζάνι ζεστό τσάι. Το ίδιο βράδυ ενώ έπλενα τα ρούχα, τα μαλλιά
και τα γυαλιά μου σκεφτόμουν τα λόγια του. Άμα όμως για να αντιμετωπίσουμε αυτό
το κακό έπρεπε και εμείς να γίνουμε τόσο κακοί ;; Μόλις επέστρεψα στο δωμάτιο
το οποίο μοιραζόμουν με την Γκλίντα κατάλαβε ότι είχε τσακωθεί με τις άλλες
ψηλομύτες φίλες της. Μου έδωσε στα χέρια ένα καπέλο το οποίο ήταν μαύρο με
μυτερή κορυφή και κάλυπτε ολόκληρο το πάνω μέρος του κεφαλιού μου.
Έβγαλα λοιπόν τα γυαλιά μου, φόρεσα το καπέλο και άφησα
λυτά τα μαύρα μου μαλλιά. Κοιτάχτηκα σε έναν καθρέφτη και είδα πως μου πήγαινε
πολύ. « Πώς σου φαίνεται Γκλίντα ;» την ρώτησα και εκείνη ανταποκρίθηκε « Είσαι
υπέροχη !! Και να σκεφτεί κανείς..» εγώ την κοίταξα και σχολίασα « Το πήρες
διότι πίστευες πως θα φαινόμουν απαίσια σε αυτό , έτσι δεν είναι ;; Μπόρεσα να
το καταλάβω στον τρόπο σου Γκλίντα. Αναρωτιέμαι ποια από τις δυο μας είναι η
Μοχθηρή. Και ναι, ξέρω ότι αυτό είναι το παρατσούκλι που μου βγάλατε ! Ελφάμπα
Φαρμπίεν, η Μοχθηρή Μάγισσα της Δύσης !!» της φώναξα και εκείνη κατέβασε το
βλέμμα της. « Το ότι είμαι πράσινη δεν σημαίνει ότι είμαι μοχθηρή. Γεννήθηκα
έτσι , δεν το ελέγχω. Το ότι εσύ βέβαια γεννήθηκες σκύλα με συγχωρείς αλλά δεν
μπορώ να το αλλάξω εγώ , μπορείς όμως να το ελέγξεις εσύ.» της είπα και εκείνη
έκλαψε. Μέσα στα επόμενα 2 χρόνια έγινε κολλητή μου και κάναμε τα πάντα μαζί, γίναμε
αχώριστες και δεν την ένοιαζε πλέον το πράσινο χρώμα μου.
Ώσπου.. Ήρθε ένα γράμμα ότι ο πατέρας μου πέθανε και ότι η αδελφή
μου κατάφερε να μπει σε μια μυστική οργάνωση γύρω από την διαφύλαξη των
δικαιωμάτων των ζώων του Όζ έναντι των ανθρώπων. Αυτό της έδωσε την ονομασία «
Νεσσαρόζα , η Μοχθηρή Μάγισσα της Ανατολής» εξαιτίας των πειραμάτων της που
είχαν σαν στόχο να δείξουν την ισότητα μεταξύ Ζώων και Ανθρώπων. Αυτό με θύμωσε
μα τι μπορούσα να κάνω ;;; Βρισκόμουν και εγώ σε αυτήν την οργάνωση , προσπαθούσα
να βοηθήσω τον κύριο Ντάιμονχορν να αποδείξει ότι οι Άνθρωποι είχαν κοινά
χαρακτηριστικά με τα Ζώα όμως αυτό τελείωσε άδοξα. Μια ημέρα που πήγα στο
γραφείο του για να του δείξω μια προσωπική μου μελέτη και σκέψη βασισμένη πάνω
στα κείμενα του στο βιβλίο Βιολογίας βρήκα το αποκεφαλισμένο πτώμα του στην
καρέκλα του, το κεφάλι του πάνω στο γραφείο του σε ένα ασημένιο πιάτο και στο
πάτωμα γραμμένο με το αίμα του την φράση της μαντάμ Σπαίσιας « Τα Ζώα Είναι Για
Να Τα Βλέπουμε Όχι Για Να Ακούγονται.»
Αυτό με εξόργισε τόσο όσο τίποτε άλλο. Με μάτια που φλέγονταν βγήκα από
το γραφείο του και έψαξα τον δολοφόνο.
Οτιδήποτε ακουμπούσα φλεγόταν σε μια πράσινη και μαύρη
φλόγα, καπνός έβγαινε και τα νύχια μου έγιναν ακόμη πιο κοφτερά. Έσκισα μια
σημαία με το σημάδι της χώρας μου, μια κίτρινη δηλαδή σημαία με ένα κίτρινο Ζ
μέσα σε ένα κίτρινο Ο. Άρχισα να φωνάζω ότι ο κύριος Ντάιμονχορν δολοφονήθηκε
και ότι πρέπει να βρούμε τον ένοχο, ότι ο δολοφόνος το σκάει , είχα χάσει τον
έλεγχο. Θα μπορούσα να σκοτώσω τον οποιονδήποτε έβρισκα εκείνη την στιγμή
μπροστά μου με άνεση. Η μύτη μου μάτωσε και τα μάτια μου έγιναν καταπράσινα.
Κάποιος με χτύπησε από πίσω και γυρνώντας το κεφάλι μου είδα τον Φιγιέρο να
έχει αγκαλιασμένη στο στήθος του την Γκλίντα. Ώστε αυτοί οι δύο ήταν μαζί ;;; Η
μορφή του Φιγιέρο μυστηριωδώς με έκανε να ηρεμήσω και λιποθύμησα.. Μόλις άνοιξα
τα μάτια μου ανακάλυψα πως βρισκόμουν στο γραφείο της καθηγήτριας μας, της
Μαντάμ Σπαίσιας. « Μαντάμ Απαίσια...» σχολίασα εγώ και η Σπαίσια απάντησε «
Ελφάμπα.. Λυπάμαι που βλέπω πως τα όλα όσα πέρασε η μητέρα σου για να σε
αναθρέψει καθώς και το ότι έφτασες εδώ δεν σε έμαθαν να σέβεσαι την αρχή..» .
Μιλούσε με αυτόν τον τόνο που μου ερχόταν να την αρπάξω και να την πλακώσω στο
ξύλο. Δίπλα μου βρισκόταν η Γκλίντα. « Ξέρω πως εσείς σκοτώσατε τον κύριο
Ντάιμονχορν !!» την απείλησα μιλώντας έξω από τα δόντια με αποτέλεσμα η Μαντάμ
Σπαίσια να με χαστουκίσει μπροστά στην Γκλίντα.
« Πρόσεξε τα λόγια σου , βρωμο...» συγκρατήθηκε και έπειτα
σηκώθηκε από την καρέκλα της. Λέγοντας μας ότι είμαστε οι υποψήφιες για να
συναντήσουμε από κοντά τον Μάγο απομακρύνθηκε και μας άφησε ολομόναχες. «
Κατηγόρησες μια καθηγήτρια για..»
ξεκίνησε να λέει η Γκλίντα και συμπλήρωσα την πρόταση της. « Για φόνο . Ναι,
διότι είμαι σίγουρη ότι εκείνη σκότωσε τον κύριο Ντάιμονχορν. Η έρευνα του, οι
απόψεις του. Ένα ζώο θα πρέπει να έχει τα ίσα δικαιώματα με έναν άνθρωπο, γιατί
ένας ιπτάμμενος πίθηκος να μην έχει τα ίδια δικαιώματα με έναν τεχνίτη ή εσένα
και εμένα ;; Η Μαντάμ Σπαίσια δεν ήθελε να το δει αυτό αλλά ο κύριος
Ντάιμονχορν ήταν μέχρι και 100 φορές καλύτερος της ! Δεν έχω αποδείξεις μα θα
βρω... Ο κύριος Ντάιμονχορν..Μου έμαθε να πετάω με σκουπόξυλο, να αψηφάω την
βαρύτητα, καταλαβαίνεις τι είναι αυτό ;;;» την κοίταξα και χαμογέλασα πονεμένα.
Εκείνη χαμογέλασε και μου έδωσε τον όρκο της ότι θα με βοηθούσε να βρω την
αλήθεια. Όπως έμαθα λίγο αργότερα από την ίδια ο Φιγιέρο εδώ και 4 χρόνια ήταν
το αγόρι της όμως.. Χώρισαν επειδή ο Φιγιέρο αγαπούσε κάποια άλλη κοπέλα..
Το ίδιο κιόλας βράδυ φύγαμε για το κάστρο του Μάγου του Όζ.
Περάσαμε από τις κόκκινες υπνωτικές και σαρκοβόρες τουλίπες, περάσαμε μέσα από
το χωριό των Σκιάχτρων και την πόλη των Μεταλλικών Ανθρώπων και τελικά φτάσαμε
στο τέλος του Κίτρινου Τουβλόστρωτου Δρόμου. Μόλις φτάσαμε εκεί μας περίμενε
ένας μεταλλικός άνθρωπος με στολή αυλητή , ο οποίος μας άνοιξε την πύλη και μας
οδήγησε σε μια τεράστια αίθουσα. Στην αίθουσα αυτήν υπήρχε το άγαλμα ενός
τεράστιου μεταλλικού αρουραίου με κόκκινα μάτια, κλουβιά με φυλακισμένους μέσα
και αλυσοδεμένους Ιπτάμμενους Πιθήκους ενώ είδα επίσης και έναν τεράστιο
καθρέφτη. Ο καθρέφτης , μόλις προσπαθήσαμε να κοιταχτούμε μέσα σε αυτόν έσπασε
και από μέσα είδαμε να πετάγεται ένα αντρικό πρόσωπο, φτιαγμένο ολόκληρο από
πράσινο σμαράγδι και γυαλιά τεράστιο και μεγαλοπρεπές. « Ποιος θέλει να μιλήσει
στον Θαυμαστό και Μεγαλοπρεπή Μάγο του Όζ ;;» ακούσαμε την φωνή του άντρα.
« Εμείς, μεγάλε Μάγε. Με λένε Ελφάμπα και αυτήν είναι η
φίλη μου η Γκλίντα. Ακούσαμε ότι μας ζητήσατε και ήρθαμε εδώ για να σας
ρωτήσουμε κάτι πάρα πολύ σημαντικό. Θέλουμε να μας βοηθήσετε επειδή ολόκληρο το
Όζ απειλείται και εσείς είστε ο μόνος που μπορεί να το σταματήσει.» τον κοίταξα
και εκείνος γέλασε « Το Όζ απειλείται ;;; Εγώ είμαι το Όζ χρυσή μου κοπέλα !!
Αλλά τι θέλετε αλήθεια ;;» συνέχισε και η Γκλίντα τρομαγμένη κρύφτηκε πίσω από
εμένα. « Θέλουμε να μας βοηθήσετε επειδή κάποιος έχει βαλθεί να κάνει κακό στα
Ζώα, να τα ρίξει, να τα κάνει κατώτερα από τους Ανθρώπους. Κάποιος δολοφόνησε
τον δάσκαλο μας, τον Ντάιμονχορν και σαν να μην έφτανε αυτό πολλοί από τους
συμμαθητές μας που ήταν ζώα ή οι Ιπτάμμενοι Πίθηκοι έχουν εξαφανιστεί. Σας
παρακαλούμε, χρειάζονται την βοήθεια σας !! Θα μας βοηθήσετε ;;» ρώτησα και ο
Μάγος με κάρφωσε με τα σμαραγδένια μάτια του. « Θα μπορούσα.. Έχεις κάποιον
ύποπτο στο μυαλό σου ;; Και φυσικά για μια τέτοια κατηγορία χρειάζονται
αποδείξεις !!» συνέχισε και εγώ απευθείας κατηγόρησα την Μαντάμ Σπαίσια. Αλλά
εφόσον δεν είχα αποδείξεις ο Μάγος μας έδιωξε και τις δύο.
Έδωσε σε εμένα μια ευκαιρία αν παρατούσα αυτήν την υπόθεση
στην άκρη να γίνω η μεγαλύτερη μάγισσα στο πλευρό του όμως δεν δέχτηκα να
προδώσω τις ιδέες μου για αυτήν την θέση. Έφυγα από την αίθουσα του και
ορκίστηκα να βρω αποδείξεις καθώς και να απελευθερώσω τα ζώα ακόμα και αν
χρειαζόταν να ρίξω τον Μάγο.Ζήτησα από την Γκλίντα να επιστρέψει ολομόναχη στην
σχολή , ενώ εγώ άρπαξα ένα σκουπόξυλο και επικεντρώθηκα στο ότι ήμουν ελεύθερη.
Η βαρύτητα δεν μπορούσε να με αγγίξει, την είχα υπό τον έλεγχο μου , ήμουν
ελαφριά και ελεύθερη. Δεν μπορούσαν να με αγγίξει και εγώ αψηφούσα ακόμα και
τους πιο επίμονους νόμους. Άρχισα λοιπόν να πετάω...Την πρώτη φορά που το
δοκίμασα αυτό πριν λίγα χρόνια μαζί με τον δάσκαλο Ντάιμονχορν είχα σπάσει το
χέρι μου αλλά ακόμα προσπαθούσα. Μια άλλη φορά άνοιξα την μύτη μου, μια άλλη
έσπασα το πόδι μου. Το παν είναι να μην απογοητεύεσαι .Τελικά τα κατάφερα και
πέταξα.
Με τα πολλά μια ημέρα αποφάσισα να επισκεφτώ την Νεσσαρόζα,
την αδελφή μου η οποία μου είχε λείψει . Πέταξα λοιπόν ως το σπίτι της με το
σκουπόξυλο μου και ήμουν χαρούμενη ότι θα την έβρισκα. Συναντηθήκαμε και οι δύο
αδελφές αγκαλιάσαμε η μία την άλλη. Μου είχε λείψει και μου άρεσε που
θυμόμασταν τα παλιά, όπως μια φορά που ήταν άρρωστη στο κρεβάτι και της
περιέγραφα εικόνες με φανταστικά πράγματα από το παράθυρο μιας που εκείνη ήταν
κατάκοιτη στο κρεβάτι όπως πρίγκηπες που παντρεύονταν πριγκήπισσες αν και από
το παράθυρο της δεν φαινόταν τίποτα παρά μόνο ένας τοίχος.
Καθόμασταν για αρκετή ώρα και μιλάγαμε ώσπου πίνοντας κρασί
και λέγοντας ιστορίες κάποιος χτύπησε την πόρτα. Άνοιξα την πόρτα και προς
μεγάλη μου έκπληξη ήταν ο Φιγιέρο. Μιλήσαμε και ανακάλυψα ότι η Μαντάμ Σπαίσια
και ο Χελωνόκαρδος είχαν βάλει σαν στόχο να βγάλουν εμένα και την αδελφή μου
από την μέση , είχαν προσλάβει μέχρι και δολοφόνους για να μας ξεκάνουν. Ο
Φιγιέρο ήταν ένας από αυτούς και κατάφερνε να στέλνει τους δολοφόνους σε λάθος
κατευθύνσεις για να μας κρατήσει ζωντανές όμως σύντομα θα τον καταλάβαιναν. Η
Γκλίντα το ήξερε όμως της είχε εμπιστοσύνη και αυτό εμένα με ηρέμησε
κάπως.Ήθελα να ζητήσω την βοήθεια του Μάγου μα από όλα όσα μου αποκάλυψε ο
Φιγιέρο ήταν και ο Μάγος στο κόλπο, μας ήθελε και αυτός νεκρές. Εμένα πολύ
περισσότερο από την Νεσσαρόζα. Τι μπορούσα να κάνω ; Πόσο βρώμικος ήταν ο
κόσμος μας ώστε αυτοί που είχαν άδικο να έχουν με το μέρος τους το νόμο ;
Εκείνο το διάστημα όπως μου αποκάλυψε και ο Φιγιέρο με αποκαλούσαν όλοι στο Όζ
« Ελφάμπα, η Μοχθηρή Μάγισσα της Δύσης» και έλεγαν ότι πεθαίνω από το νερό.
Η αδελφή μου πήγε να κοιμηθεί και έμεινα μόνη μου με τον
Φιγιέρο. Συζητήσαμε και σύντομα ο Φιγιέρο μου αποκάλυψε κάτι « Σε αγάπησα. Το
ξέρεις ;; Από εκείνη την ημέρα, Ελφάμπα. Την ημέρα που σε συνάντησα και σε
έσωσα.» ομολόγησε εκείνος. « Φιγιέρο..» χάιδευσα εγώ το πρόσωπο του. « Και..
Και εγώ σε αγάπησα.. Όμως , Φιγιέρο. Η αγάπη δεν είναι κάτι το καλό και ωραίο
όπως λένε οι συγγραφείς και οι ποιητές. Η αγάπη έχει δόντια και μίσος, έχει
νύχια και οργή. Η Αγάπη μπορεί να σε ενώσει μπορεί όμως και να σε κάνει
κομμάτια, δεν μπορώ να αντιμετωπίσω κάτι τέτοιο τώρα Φιγιέρο. Δεν μπορώ να το κάνω
αυτό τώρα.. Κάνε υπομονή, θέλω να είμαι μαζί σου.. Σκέψου, άμα δεν τα
καταφέρουμε.. Πόσο θα υποφέρουμε αγαπημένε μου..» του είπα με δάκρυα στα μάτια
και ο Φιγιέρο με φίλησε. Είχε κλειστά τα μάτια του και απλά με φιλούσε. Το ίδιο
έκανα και εγώ ενώ έπαιζα τα μαλλιά του με τα χέρια μου.
Και τότε.. Ήρθε η καταστροφή. Κάποιος έριξε ένα φλεγόμενο
βέλο μέσα στο σπίτι και χτύπησε ένα βάζο με λάδι το οποίο είχαμε. Προσπαθούσαν
να μας κάψουν ζωντανούς !!! Ο Φιγιέρο με αυτοθυσία έτρεξε μέσα από τις φλόγες
και βρήκε την αδελφή μου. Την έβγαλε έξω και με ένα στιλέτο προσπάθησε να
αντιμετωπίσει όλους τους δολοφόνους που είχαν μαζευτεί στο δάσος έξω από το
σπίτι. Κρατούσαν μακριά σπαθιά και τόξα με βέλη μα ο Φιγιέρο πάλεψε εναντίον
τους. Καθόμουν σε ασφαλές σημείο μα μόλις είδα ότι ο Φιγιέρο είχε μπελάδες ,
ένας δολοφόνος του είχε καρφώσει το χέρι , ένας άλλος το πόδι και ένας τρίτος
του είχε ρίξει με βέλος στην πλάτη εμφανίστηκα πετώντας μια μπάλα φωτιάς στον
έναν από τους δολοφόνους. Η μπάλα τον βρήκε στο στήθος και το στήθος του άρχισε
σταδιακά να καίγεται, έναν άλλον τον κλώτσησα πάνω στο ετοιμόρροπο σπίτι και το
σπίτι τον πλάκωσε. Ο Φιγιέρο σκότωσε με ένα στιλέτο στην ζώνη του τον άντρα που
του είχε ρίξει το βέλος και σηκώθηκε στο πλάι μου.Ρίχνοντας τον πίσω μου συγκεντρώθηκα
στις φλόγες και ύψωσα με ένα κύμα αέρα τις φλόγες γύρω μου δημιουργώντας μια
τεράστια γιρλάντα από φλόγες.
Στην γιρλάντα έδωσα την μορφή ενός ιπτάμμενου πιθήκου και
έστειλα τις φλόγες εναντίον των εχθρών μου με οργή. Τίποτα δεν σταμάταγε την
φλόγα και σύντομα τα κρανία των δολοφόνων έλιωναν μέσα στα κράνη τους από την
θερμότητα, οι καρδιές τους έλιωναν μέσα στους θώρακες τους. Καταλαβαίνοντας ότι
νικήσαμε οι φλόγες έσβησαν με το που έπεσε και ο τελευταίος δολοφόνος νεκρός.
Φίλησα τον Φιγιέρο και τον αγκάλιασα αλλά σύντομα ακούσαμε ήχους από άλογα. «
Οι Ιππότες του Μάγου !! Φύγε, φύγε Ελφάμπα !! Θα τους καθυστερήσω όσο μπορώ !!»
μου είπε ο Φιγιέρο και εγώ τον κοίταξα « Τι μου ζητάς ;; Να σε αφήσω να
πεθάνεις ;;; Άμα σε αφήσω θα πεθάνεις, είσαι χαμένος χωρίς εμένα , θα σε
βασανίσουν και θα σε σκοτώσουν !!» τον κοίταξα και εκείνος χαμογέλασε πονεμένα « Θα επιβιώσω. Πήγαινε, η αδελφή σου σε χρειάζεται !!! Δρόμο !!!» με
έσπρωξε προς το δάσος και εγώ τον φίλησα μια τελευταία φορά. Έτρεξα μακριά και
έφτασα σε κάποια βράχια. Τον παρατήρησα καθώς αντιμετώπιζε έναν έναν τους
στρατιώτες του Μάγου και τους σκότωνε ώσπου στο τέλος τον έπιασαν με ένα δίχτυ.
Πάνω σε ένα άλογο είδα μια κοπέλα η οποία αν και δεν με κατάλαβε κατάλαβα εγώ
ποια ήταν. Η Γκλίντα !!! Μας είχε προδώσει !!!!
Έτρεξα όσο πιο μακριά μπορούσα, όσο πιο μακριά, όσο πιο
γρήγορα. Έπεσα και το φόρεμα μου σκίστηκε, τα γόνατα μου μάτωσαν, τα δάχτυλα
μου πονούσαν και ένιωθα το αίμα στα δάχτυλα μου, την πικρή γεύση του αίματος
στα χείλη μου, ένιωθα τον πόνο και την κούραση και την οργή, την ανησυχία.
Έπεσα στα γόνατα μπροστά από έναν γκρεμό. « ΦΙΓΙΕΡΟ !» φώναξα με όλη μου την
δύναμη. Άρχισα να λέω ένα ξόρκι το οποίο θυμόμουν από τότε που διάβαζα μόνη μου
ξόρκια στην σχολή
« Έλεκα νάμεν νάμεν
Άτουμ Άτουμ έλεκα
νάμεν
Έλεκα νάμεν νάμεν
Άτουμ Άτουμ έλεκα
νάμεν !
Κάνε την σάρκα του να
μην σκίζεται,
Κάνε το αίμα του να
μην βγάζει σταγόνα,
Όταν τον χτυπάνε, κάνε
τον να μην νιώθει πόνο
Κάνε τα κόκκαλα του να
μην σπάνε ποτέ
Και όσο και αν
προσπαθούν να τον καταστρέψουν
Κάνε να μην πεθάνει
ποτέ !
Κάνε τον να μην
πεθάνει ποτέ !!»
Ευχήθηκα το ξόρκι αυτό να δουλέψει και τότε κατάλαβα κάτι..
Όλοι όσοι προσπάθησα να βοηθήσω με τις καλές μου πράξεις ή βρήκαν τον θάνατο
όπως ο κύριος Ντάιμονχορν ή αντιμετώπισαν σοβαρό κίνδυνο όπως η Νεσσαρόζα και ο
Φιγιέρο. Ήμουν σίγουρη ότι ο Φιγιέρο τώρα θα πέθαινε και ότι είχα αποτύχει.
Αυτήν η αποτυχία μου όμως με γέμισε μίσος και με οδήγησε μπροστά σε ένα νέο
δόγμα, μια νέα αλήθεια , μια αλήθεια οργισμένη αλλά σωστή. Καμιά καλή πράξη δεν
μένει ατιμώρητη, όλες οι σκέψεις μου να βοηθήσω θα πρέπει να συμβαίνουν στην
σωστή περίσταση,καμιά καλή πράξη δεν μένει ατιμώρητη, αυτό είναι το νέο μου
δόγμα. Ολόκληρο το Όζ ήθελε την Μοχθηρή Μάγισσα της Δύσης ;;; Την Μοχθηρή
Μάγισσα της Δύσης θα τους έδινα !!!!! Κάποιες φορές για να αντιμετωπίσεις το
κακό πρέπει να γίνεις το κακό. Συνάντησα αρκετά τέρατα ώστε να γίνω και εγώ η
ίδια τέρας. Είμαι όμως τέρας ;
Αυτό είναι μια άλλη ιστορία. Μια ιστορία που θα μάθετε μια
άλλη μέρα, σύντομα μάλλον. Μια ιστορία που πολλοί νομίζετε ότι ξέρετε αλλά
κανένας σας δεν την ξέρει αληθινά. Την ιστορία της Ντόροθυ και του μέγα και ξακουστού
Μάγου του Όζ, την συνέχεια της ιστορίας της Μοχθηρής Μάγισσας της Ανατολής και
της Μοχθηρής Μάγισσας της Δύσης, του Σκιάχτρου του Όζ και της Γκλίντα, της
Καλής Μάγισσας του Νότου αλλά κυρίως ... Για μια κοπέλα που έρχεται από έναν
άλλο κόσμο. Μια κοπέλα που αν και έρχεται από άλλον κόσμο του ίδιου με εμένα
σύμπαντος θα μάθω να την αποκαλώ όπως όλοι οι κόσμοι σύντομα θα μάθουν να την
αποκαλούν...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου