Μέρος 5ο: Η Νεράιδα και ο Νάνος
Ακολουθώ την Θάνατο
πέρα από την αίθουσα του δικαστηρίου και φτάνουμε τελικά σε μια τεράστια
αίθουσα , ακόμα πιο μεγάλη φτιαγμένη ολόκληρη από ανθρώπινα κρανία και
σκελετούς από αλλόκοτα μαγικά πλάσματα.Σφυρίζω για λίγο γεμάτη με θαυμασμό για
αυτό το μέρος. Όχι μόνο στο μέγεθος, που είναι τεράστιο, αλλά και στο πόσο
όμορφο και καλοφτιαγμένο είναι ! Οι μοναδικοί πυλώνες που το συγκρατούν
μοιάζουν είναι τεράστιοι σωροί από κόκκαλα και τρεις σκελετοί στον κάθε πυλώνα
κρατάνε με τα χέρια τους την οροφή λες και πρόκειται να τους πλακώσει. Στους
τοίχους μπορώ να διακρίνω κρανία μινώταυρων και γοργόνων, τα σκελετωμένα πλέον
φτερά μιας Άρπυιας, το δίχως άκρα σώμα
ενός γουέρρατ, τα σπασμένα κόκκαλα ενός γίγαντα . « Αχ, την θυμάμαι πολύ
καλά την ημέρα που μάζεψα αυτόν τον Γίγαντα και τα κόκκαλα του. Ήταν η μέρα που
ο καλός σου θείος, ο Καπετάν Μπαρτόλομιου Τίτς ανέβηκε στην περίφημη φασολιά
μαζί με τον Τζάκ, τον Σφαγέα Γιγάντων. Υπολογίζω ξέρεις την ιστορία.» με
κοιτάζει ο Θάνατος και σχολιάζει βλέποντας με να παρατηρώ εδώ και ώρα τα
τεράστια μα θρυμματισμένα κόκκαλα του γίγαντα.
« Μόνο όλα όσα μου
είπε ο πατέρας μου. Ο Τζάκ μπόρεσε και μάζεψε όσο χρυσό του ήταν απαραίτητο για
δέκα ζωές, όμως τελικά έγινε άπληστος. Την τελευταία φορά που ανέβηκε στην
φασολιά προσπάθησε να κλέψει την χήνα με τα χρυσά αβγά από τον γίγαντα. Ο
γίγαντας τον κυνήγησε για να τον φάει, εξοργισμένος από τον κλέφτη αλλά ο Τζάκ
ήταν πιο γρήγορος , με αποτέλεσμα να φτάσει πρώτος στο έδαφος, να κόψει την
φασολιά και να σκοτώσει τον γίγαντα μιας που ο καημένος ο γίγαντας έπεσε με
φόρα στην γη και έσπασε τα κόκκαλα του. Η σύγκρουση του με το έδαφος είχε σαν
αποτέλεσμα να δημιουργηθεί ένας γκρεμός αλλά ο Τζάκ έζησε χαρούμενος και
ευτυχισμένος για πολλά χρόνια με την οικογένεια του.. Γιατί ρωτάς ;; Δεν ισχύει
;;» την κοιτάζω και ο Θάνατος απαντά « Ποτέ μια ιστορία δεν είναι ακριβώς όπως
την περιμένουμε.
Ναι, ο Τζάκ ήταν όντως ένα φτωχό παιδί, αυτό
είναι αλήθεια. Και όντως προσπάθησε να αλλάξει την ζωή εκείνου και της
οικογένειας του με τα όλα όσα έκλεψε από τον γίγαντα. Αλλά έγινε άπληστος.Αυτό
είχε σαν αποτέλεσμα να ανέβει ξανά στην φασολιά και μαζί του ακολούθησαν ο
θείος σου, ο καπετάνιος Μπαρτόλομιου Τίτς και ορισμένοι απο τους πειρατές του ,
οι οποίοι σε αναζήτηση πλούτου απείλησαν τον Τζάκ. Η ληστεία δεν πήγε όπως
περίμεναν και ο γίγαντας τους αντιλήφθηκε όταν ο Τζάκ προσπάθησε να κλέψει την
μαγική του χήνα παρά τις αντιρρήσεις του Μπαρτόλομιου. Πολλοί εκ των πειρατών
βρήκαν τον θάνατο στα σαγόνια και στα δάχτυλα του γίγαντα όχι όμως οι δύο
ήρωες.
Κατάφεραν και έφτασαν
πρώτοι στο έδαφος πριν από τον διώκτη τους όμως ο κίνδυνος καραδοκούσε ακόμα. Ο
Μπαρτόλομιου προσπάθησε να βγάλει από το σπίτι του Σφαγέα Γιγάντων την γυναίκα
και το παιδί του όμως ο Τζάκ τυφλωμένος από την θέληση να καλύψει τα ίχνη του
και από την απληστία του έκοψε με ένα τσεκούρι την φασολιά, από την οποία
κατέβαινε τότε ο γίγαντας. Τελικά τα
κατάφερε και ο γίγαντας έπεσε στο σπίτι με αποτέλεσμα να πεθάνει όχι μόνο
εκείνος αλλά και η γυναίκα και ο γιος του Τζάκ. Βρέθηκα εκεί για να τους μαζέψω
και ειλικρινά σου μιλάω δεν έχω νιώσει ποτέ πιο άσχημα για κάποιον αδικοχαμένο.
Ήθελα να μαζέψω και τον Τζάκ και τελικά η ευκαιρία μου ήρθε.» χαμογελά η
Θάνατος. « Κοίτα εκεί..» συνεχίζει και μου δείχνει πάνω σε μια κολώνα έναν
σκελετό που κρατά με δυσκολία την οροφή από το να τον πλακώσει. Ο σκελετός
μοιάζει σαν να ουρλιάζει και τα χέρια του είναι αλυσοδεμένα. Επίσης φαίνεται
σαν κάποιος να κάρφωσε τα χέρια του με τις αλυσίδες στην οροφή. « Ο Τζάκ ;» την
κοιτάζω εγώ και η Θάνατος κουνάει καταφατικά το κεφάλι της.
« Ναι. Μπορεί να τον
θυμόνταν πολλοί όσο ζούσε και εφόσον πέθανε αλλά το έγκλημα του ήταν κάτι που
δεν μπορούσα να συγχωρήσω ή να αφήσω ατιμώρητο . Ήθελα την τιμωρία του και δεν
θα άφηνα τον παλιόφιλο Διάβολο να αποφασίσει για το πώς θα πλήρωνε. Οπότε τον
κράτησα εδώ και του έδωσα μια πάρα πολύ υψηλή θέση, δεν συμφωνείς ;;» μου
χαμογελά. « Ω.. Με συγχωρείς..» συνεχίζει και σύντομα ακούω κλάμματα. Είναι
κλάμματα βρεφικά. Η Θάνατος προχωράει
μέσα στην αίθουσα ώσπου φτάνει σε ένα τεράστιο πέτρινο τραπέζι, σαν βωμό. Πάνω
σε αυτό, μέσα σε βρεφικά ρούχα , σαν να κοιμάται βρίσκεται ένας μικρός βρεφικός
σκελετός. Είναι ένα μικρό μωρό, το καταλαβαίνω από τον τρόπο με τον οποίο είναι
σχηματισμένα τα κόκκαλα των δαχτύλων του, στο σώμα αλλά και στα πόδια του, στο
κεφάλι του. Αν και είναι σκελετός όμως κλαίει κανονικά. Νιώθω πως τρελαίνομαι
!!!
Η Θάνατος το παίρνει
στα χέρια της και κρατώντας το κοντά της με προσοχή το κανακεύει σαν να ήταν
ένα αληθινό μωρό. Το κρατάει κοντά της για να το ζεστάνει και εφόσον το
χαϊδεύει με καλοσύνη αρχίζει να του μουρμουρίζει και να του σιγοτραγουδάει ένα
μικρό νανούρισμα. Την κοιτάζω και σύντομα εκείνη βάζει το μωρό πάλι πίσω στην
θέση του και το αφήνει να κοιμηθεί. Φιλάει για λίγο το μέτωπο του και χαμογελά.
« Τι είναι αυτό ;;» την ρωτάω με περιέργεια. « Ο γιος του Τζάκ. Τον κρατάω εδώ
κάτω και ώρες ώρες τον φυλάω, με πονάει πολύ να ξέρω πως τελείωσε η ιστορία
του. Και , όσο να’ναι το δάκρυ ή το γέλιο ενός μωρού ώρες ώρες κάνει αυτό το
μέρος πολύ πιο λαμπερό από ότι είναι. Αλλιώς δεν το αντέχεις, πίστεψε με.»
χαμογελά εκείνη και εγώ την κοιτάζω « Κατά τ’άλλα είσαι ο Θάνατος, ο μέγας
Θεριστής και δεν νοιάζεσαι για τους ανθρώπους, τα παιδιά , τις επιλογές και τα
μικρά τους παιχνίδια ε ;;;» την ειρωνεύομαι εγώ για λίγο. Μέγα λάθος ! Με
πιάνει, με σηκώνει από τον γιακά και με χτυπάει με απερίγραπτη δύναμη πάνω σε
έναν πυλώνα με κόκκαλα. Τόσο δυνατά που σχεδόν νιώθω τα κόκκαλα μου να
τραντάζονται .
« Άκουσε με καλά Αλίνα Ντράγκονιντ. Το γεγονός ότι μπορεί μια φορά στα
χίλια χρόνια να λυπηθώ μια ψυχή ή να θυμώσω με μια άλλη και να θέλω να την
ελευθερώσω ή να την τιμωρήσω αντίστοιχα δεν σημαίνει ότι δεν είμαι καλή στην
δουλειά μου, ούτε ότι έχω αδυναμίες. Είναι ότι έκανα αυτήν την δουλειά
υπερβολικά πολύ γαμημένο καιρό , για να μιλήσω και στην γλώσσα σου, και δεν τελειώνουν δυτυχώς ποτέ οι ψυχές σας.
Επίσης μια φορά κάθε αιώνα ο Θάνατος παίρνει ανθρώπινη μορφή για να μπορέσει να
καταλάβει καλύτερα πως νιώθουν οι άνθρωποι για εκείνον όταν τους μαζεύει. Έτσι
νιώθει την πικρή γεύση της θνησιμότητας και αυτό είναι το τίμημα που πρέπει να
πληρώσει , διότι εκείνη είναι το σύνορο ανάμεσα σε όλα όσα συνέβησαν και ήρθαν
πριν και όλα όσα πρόκειται να έρθουν μετά. Κράτα χαραγμένες στο μυαλό σου αυτές
τις λέξεις , μπορεί να σου σώσουν την ζωή.» λέει και με αφήνει ελεύθερη να προχωρήσω
ξανά. Να πάρει, πονάει η πλάτη μου. Το πρόσωπο της είναι έντονο και σκληρό, οι
σάρκες μοιάζουν έτοιμες να λιώσουν για να φανεί το κρανίο της . Την κοιτάζω με
φόβο και τα μάτια μου γουρλώνουν. Εκείνη το καταλαβαίνει και ευθύς το πρόσωπο
της επανέρχεται στην φυσιολογική του θέση και μορφή.
« Ουπς !! Συγγνώμη
για αυτό. Με πιάνει αρκετές φορές βλέπεις όταν τραντάζομαι ή θυμώνω. Πίστεψε
με, αυτό το πρόσωπο ;;» κάνει μια παύση και δείχνει το πρόσωπο της με το
δάχτυλο της. « Δεν θέλεις να το χάσω και να δεις την πραγματική μου μορφή. Μόνο
ένας την έχει δει και δεν είχε καλή κατάληξη. Ο ζωγράφος Βίνσεντ Βαν Γκόγκ, τον
γνωρίζεις πιστεύω. Ήταν εξαίρετος καλλιτέχνης ώσπου μια ημέρα τσακώθηκε άγρια
με έναν συνεργάτη και φίλο του , μέσα σε αυτόν τον καβγά δυστυχώς ή ευτυχώς για
τον Βαν Γκόγκ πήρα μέρος και εγώ. Ο καβγάς ήταν έντονος και μετά απο μια
προσβολή του Βαν Γκόγκ ο φίλος του αποχώρησε, εγώ έχασα την ψυχραιμία μου και ο
αγαπημένος ζωγράφος είδε την αληθινή μου μορφή. Τρελάθηκε τόσο που μέσα στην
τρέλα του έκοψε με ένα ξυράφι το αυτί του, ζωγράφισε με το ίδιο του το αίμα το
πρωτότυπο σχέδιο των διάσημων « Ηλιοτροπίων» του και έπειτα έφυγε. Τον
ακολούθησα και τον είδα να μπαίνει μέσα σε ένα πορνείο. Μετά απο λίγο
ακούστηκαν κραυγές από τις πόρνες αλλά και από τους πελάτες τους. Όπως έμαθα
λίγο αργότερα ο Βίνσεντ της είχε κάνει σαν δώρο το ίδιο του το αφτί μέσα σε μια
χαρτοπετσέτα και της είπε να του το φυλάει !!! Μπορεί να ήταν τρελό αλλά ο
άνθρωπος ήταν χωρατατζής !!» γελάει εκείνη και την ακολουθώ.
Φτάνουμε σε μια μικρότερη
αίθουσα η οποία είναι περίπου ίδια στολισμένη με την προηγούμενη μόνο που εδώ
το έδαφος είναι λιθόστρωτο. Απολαμβάνω την αίσθηση της πέτρας κάτω από τα
πέλματα μου και χαμογελώ λίγο ,το χαμόγελο μου όμως είναι πονεμένο. Η γνώση που μοιράστηκε μαζί μου ο Θάνατος με κάνει να
σκέφτομαι πόσο πολύ ένας άνθρωπος που όλη του την ζωή ακροβατεί ανάμεσα στην
θέληση για ζωή και την θέληση να πεθάνει μπορεί να αγκαλιάσει την ζωή βλέποντας
τον Θάνατο. Μερικοί από εμάς είναι δύσκολο να το καταλάβουμε όμως άτομα όπως ο
πατέρας μου, άτομα με μυαλό, όνειρο, ζωντάνια, εξυπνάδα και πόνο που ελάχιστοι
από εμάς αντέχουν το καταλαβαίνουν. Αυτήν την συνεχή μάχη όταν ανοίγεις τα
μάτια σου το πρωί και ρωτάς τον εαυτό σου « Γιατί δεν έχω βάλει ακόμα ένα τέλος
; Δεν αντέχω άλλο !!», την συνεχή αυτήν καλοσύνη που δείχνουν στους άλλους και
εκείνον τον πόνο όταν κοιτάς στον καθρέφτη και αντί για τον εαυτό σου βλέπεις
κάποιον άλλον. Θυμάμαι μια μέρα, τον είχα πετύχει να κρατάει ένα πιστόλι και να
ετοιμάζεται να βάλει ένα τέλος στην ζωή του. Τελευταία στιγμή τον έσωσα εφόσον
είχε όμως πατήσει την σκανδάλη μα
δυστυχώς η σφαίρα που εξοστρακίστηκε του
προκάλεσε ήδη μια πληγή στο στήθος του.
Όταν μιλήσαμε λίγο μετά , εφόσον κάλεσα έναν γιατρό και του δέσαμε την πληγή με
επιδέσμους, όταν ηρέμησε τον ρώτησα « Γιατί το έκανες αυτό μπαμπά ; Γιατί πήγες
να το κάνεις ;» και εκείνος απάντησε « Δεν έχεις ιδέα πόσα θα έδινα Αλίνα για
να μπορούσα να είμαι ένας από αυτούς.»
Κουνάω πέρα-δώθε το
κεφάλι μου διώχνοντας μακριά αυτήν την σκέψη, ο πατέρας μου τώρα είναι καλά και
δεν πρόκειται να κάνει ποτέ ξανά κάτι τέτοιο. Το ορκίστηκε στην ζωή μου και
θυμάμαι ότι μόλις το έμαθε ο θείος μου, ο Μπαρτόλομιου , μπήκε τρέχοντας μέσα στο δωμάτιο του μπαμπά
μου, τον γρονθοκόπησε και του είπε ότι αν το προσπαθούσε ξανά ή άμα το έκανε
πρώτα θα βίαζε το σώμα του και έπειτα θα βίαζε την ψυχή του , μόλις έβγαινε από
το κορμί του. Ξέρω τον θείο μου, δεν το είπε με κακό τρόπο αλλά επειδή αγαπά
τον μπαμπά μου σαν να ήταν αληθινός αδελφός του. Κοιτάζω τριγύρω σκουπίζοντας
τα δάκρυα που δημιουργούνται στα μάτια μου και βλέπω ότι υπάρχουν μικρές
φωτεινές λάμψεις τριγύρω μας οι οποίες ανυψώνονται πάνω από το έδαφος με κάθετο
τρόπο και μοιάζουν σαν κάποιος να έσκισε χαρτόνι. « Αυτές είναι πύλες οι οποίες
οδηγούν σε διάφορους κόσμους. Μπορούν να
σε πάνε σε όλους τους πιθανούς κόσμους αυτού του σύμπαντος.» εξηγεί η Θάνατος.
« Μάλιστα.. Για τον
ανθρώπινο κόσμο και το σπίτι μου ;» ρωτάω εγώ και η Θάνατος μου δείχνει με τον
αντίχειρα της μια μικρή πύλη πίσω της με κίτρινο χρώμα. « Α, τέλεια. Σε
ευχαριστώ.. Μπορώ να σε ρωτήσω κάτι ;;» την κοιτάζω και η Θάνατος με κοιτά «
Ναι ;; Ακούω, τι θα ήθελες ;;» συνεχίζει. « Να.. Ο τύπος που με δολοφόνησε. Ο
Οζυμάντιας.. Έχεις καμιά πληροφορία γύρω από αυτόν ;;; Όταν μίλησε για εσένα και
τον σκοπό του.. Δεν ξέρω , είχε μια έκφραση στο πρόσωπο του σαν να θέλει να σε
καταστρέψει αν και ξέρει πόσο σημαντική είσαι. Σαν ότι υπάρχει ένα αναγκαίο
κακό όμως πρέπει να το εξαλείψουμε ακόμα και αν φέρουμε ένα ακόμα χειρότερο
βάσανο στους εαυτούς μας.» την κοιτάζω και το πρόσωπο της απευθείας μοιάζει
λυπημένο. Σαν να άκουσε κάτι κακό που της έκατσε βαρύ. « Ωχ.. Τι έγινε ;;
Χλώμιασες ξαφνικά..» την κοιτάζω και εκείνη με κοιτάζει με τον ίδιο τρόπο.
« Να σου πω την
αλήθεια δεν ξέρω τι έγινε με τον Οζυμάντιας. Δεν ξέρω τι τον οδηγά, τι τον
κινητοποιεί. Πολύ πιθανόν να μην έχει και κάποιο παρελθόν το οποίο να μπορώ να
γνωρίζω. Είναι πολύ παράξενο γιατί η
ιστορία του χάνεται στα βάθη των αιώνων. Ο μόνος που μπορεί να ξέρει την
αληθινή του ιστορία και το αληθινό του όνομα είναι ο αδελφός μου, το Πεπρωμένο
ο οποίος όμως αποκλείεται να σου πει την αλήθεια γύρω από αυτό. Το μόνο που μπορώ να σου πω είναι μια φήμη
που έχω ακούσει, σαν παραμύθι και από όσο μπορώ να καταλάβω είναι η πιο κοντινή
στην αλήθεια.» λέει και εγώ την κοιτάζω με απορία καθώς εκείνη αρχίζει να
αφηγείται.
« Μια φορά και έναν
καιρό ο Οζυμάντιας , ή όπως αλλιώς τον έλεγαν , ήταν ένας φυσιολογικός
άνθρωπος. Ένας άνδρας που ήταν ερωτευμένος με μια πανέμορφη γυναίκα.Αλλά το
κορίτσι ήταν μια πριγκήπισσα και ο νεαρός απλά ένας στρατηγός , δεν ήταν άξιος
για τον έρωτα μιας μελλοντικής βασίλισσας. Μια ημέρα λοιπόν που οι δύο
παράνομοι εραστές βρίσκονταν στο δάσος και απολάμβαναν τον έρωτα τους έκαναν
όνειρα για την ζωή τους και για το αν ο βασιλιάς πατέρας της τους άφηνε να
είναι μαζί κατάλαβαν ότι άμα δεν χώριζαν υπήρχε περίπτωση να το μάθει και ο
βασιλιάς να κρεμάσει τον νεαρό. Σχεδίασαν λοιπόν να το σκάσουν εκείνο το ίδιο
βράδυ. Όμως ένας κατάσκοπος του βασιλιά του το ανακοίνωσε και εκείνος έδωσε
διαταγή να καλέσουν τον Γκάρρ, έναν Νάνο.
Ο Γκάρρ ήταν ένας
Νάνος, ένα πλάσμα γεμάτο με κακό. Κινητοποιούταν από την δύναμη, την απληστία
και η διαφθορά του οτιδήποτε ήταν καλό σε αυτόν τον κόσμο. Ο βασιλιάς του
ζήτησε να εξαφανίσει τον Οζυμάντιας με τέτοιον τρόπο όμως ώστε να φανεί ότι
άφησε την πριγκήπισσα χάρη στην δική του ελεύθερη βούληση.Του έδωσε χρυσάφι ως
αντίτιμο αλλά ο Γκάρρ ζήτησε μια θέση ως το δεξί χέρι του βασιλιά. Και ο
βασιλιάς δέχτηκε. Ο Γκάρρ επινόησε ένα δολοπλόκο σχέδιο , ένα σχέδιο που θα
χώριζε τον Οζυμάντιας και την πριγκήπισσα για πάντα.Για αυτό ζήτησε την βοήθεια
μιας νεράιδας, πεντάμορφης με γαλάζιο δέρμα και γαλαζόασπρα μάτια, φτερά λευκά
σαν της πεταλούδας . Ένα ον ευλογημένο με ασυναγώνιστη ομορφιά. Την έλεγαν Φαίη
Λότουσσοκς.Η Νεράιδα αυτήν αναζητούσε εδώ και πάρα πολλούς αιώνες έναν άνθρωπο
που μπορούσε να κατακτήσει και να κάνει το παιχνιδάκι της.
Τον έριξε αναίσθητο
και τον αιχμαλώτισε αφήνοντας πίσω της μόνο ένα σημείωμα στο οποίο ο Οζυμάντιας
εξομολογούταν την αγάπη του για την Φαίη παρά για την υπέροχη Έβελιν, την
πριγκήπισσα. Η καρδιά της πριγκήπισσας έσπασε και ο βασιλιάς ήταν ευτυχισμένος.
Πίστευε πως έκανε χάρη στην κόρη του, δεν ήξερε όμως ότι το σχέδιο του Γκάρρ είχε
μόλις ξεκινήσει.Ο Γκάρρ είπε στην πριγκήπισσα με ειλικρίνεια όμοια με μιας
κόμπρας ή ενός προδότη ότι ο πατέρας της έκανε συμφωνία με την Φαίη ώστε να
κλέψει τον αγαπημένο της Οζυμάντιας, ότι ο αγαπημένος της είχε πέσει θύμα
απαγωγής και ότι βρισκόταν αιχμάλωτος στο στρατόπεδο της νεράιδας. Μαζί λοιπόν
ο Νάνος και η Πριγκήπισσα ξεκίνησαν για το φρούριο της Νεράιδας το οποίο όμως
βρισκόταν υπό το ξόρκι του Γκάρρ.Πολλά σατανικά πλάσματα την προστάτευαν αλλά
όλα έπεσαν νεκρά χάρη στον Γκάρρ και την Έβελιν. Η Έβελιν δεν μπορούσε να
συνεχίσει από την κούραση και ο Γκάρρ έκανε μαζί της μια συμφωνία με αντάλλαγμα
να φέρει εκείνος πίσω τον Οζυμάντιας σε εκείνη.
Ο Γκάρρ έσωσε τον
Οζυμάντιας και σκότωσε την Φαίη όμως ο σατανικός Νάνος έριξε στο πρόσωπο του
ένα μαγικό φίλτρο το οποίο έκαψε την σάρκα του Οζυμάντιας και τον έκανε να
μοιάζει με ένα φριχτό τέρας. Ακόμα λοιπόν και να επέστρεφε στην Έβελιν εκείνη
δεν θα μπορούσε να τον κοιτάξει με τίποτα άλλο παρά μόνο με αηδία. Έχασε για
πάντα την αγάπη της και ο Νάνος το εκμεταλλεύτηκε. Είπε ψέμματα στην Έβελιν ότι
τον έσωσε πριν πεθάνει αλλά δεν μπόρεσε να σταματήσει το μαρτύριο
του.Επέστρεψαν στον βασιλιά για να τον ενημερώσουν για την αποστολή και
αποδείχτηκε ότι ο Γκάρρ ζήτησε το χέρι της πριγκήπισσας ως αντάλλαγμα για την
σωτηρία του Οζυμάντιας.
Η Έβελιν μιας που
πίστευε ότι ήταν πιο τίμια από ότι ο πατέρας της δέχτηκε να τηρήσει την
συμφωνία και παντρεύτηκε τον Νάνο.Ο Νάνος λοιπόν έγινε ο νόμιμος κληρονόμος του
θρόνου. Όχι πολύ μετά ο βασιλιάς αρρώστησε βαριά από μια πολύ παράξενη ασθένεια
και πολλοί απο τους υπηρέτες αλλά και τους στρατιώτες του έγιναν σκλάβοι του
Γκάρρ. Ο βασιλιάς γνώριζε πως το βασίλειο του θα υπέκυπτε στο κακό άμα ο Γκάρρ
παρέμενε στον θρόνο και δεν θα το άφηνε να συμβεί . Πολλοί ήταν ακόμη έμπιστοι
σε αυτόν αλλά δεν είχαν κανέναν να τους οδηγήσει. Ο καλύτερος και ο μοναδικός
για να το καταφέρει αυτό ήταν ο Οζυμάντιας μιας που οι καλύτεροι και οι
δυνατότεροι εκ των στρατιωτών του εξολοθρεύτηκαν από τον Γκάρρ και τους οπαδούς
του. Ο Οζυμάντιας είχε γίνει ερημίτης και τριγυρνούσε από εδώ και από εκεί. Ο
βασιλιάς το ήξερε ότι ο Οζυμάντιας θα ερχόταν να σώσει και το βασίλειο και την
πριγκήπισσα άμα ήξερε όλη την αλήθεια έτσι του την αποκάλυψε όλη σε ένα γράμμα.
Ο έκπτωτος αρχηγός της φρουράς δεν θα
άφηνε τίποτα κακό να συμβεί στην αγαπημένη του άμα μπορούσε να το αποτρέψει.
Είχαν το στοιχείο του αιφνιδιασμού ως πλεονέκτημα τους, επιτέθηκαν λοιπόν και
πολέμησαν όλους τους άντρες του Γκάρρ.
Οι στρατιώτες του
πολέμησαν τολμηρά όμως ήταν αριθμητικά ελάχιστοι με αποτέλεσμα να χάσουν την
μάχη. Ο βασιλιάς πέθανε και ο Γκάρρ πήρε επιτέλους τον θρόνο. Οι στρατιώτες του
τον ρώτησαν τι σκόπευε να κάνει με την πριγκήπισσα και εκείνος αποκάλυψε ότι
δεν είχε κανένα ρόλο πλέον για εκείνη, δεν του ήταν χρήσιμη. Την παρέδωσε
λοιπόν στους στρατιώτες του και μόλις έκατσε στο δωμάτιο του θρόνου του έφεραν
μπροστά του τον αιχμάλωτο Οζυμάντιας. Ο Νάνος τον ειρωνέυτηκε ότι ο Οζυμάντιας
δεν θα μπορούσε ποτέ να κατακτήσει το κάστρο του με μια χούφτα άνδρες και
λέγοντας του επίσης ότι η αγάπη μπορεί να είναι τυφλή αλλά είναι και υπερβολικά
ανόητη. Ο Οζυμάντιας με θυμό του ορκίστηκε ότι θα τον σκότωνε και ο Γκάρρ τον
παρέδωσε στους στρατιώτες του για να τον εκτελέσουν στο μπουντρούμι. Δυστυχώς
όμως για τον Γκάρρ υπήρχε κάτι , κάτι αρχαίο και σκοτεινό μέσα στον Οζυμάντιας,
κάτι σκοτεινό και τρομακτικό. Μια πανάρχαια δύναμη που ακόμα και εγώ την
φοβάμαι. Και η δύναμη αυτήν δεν είχε καμία πρόθεση να αφήσει τον Γκάρρ να
νικήσει έτσι και να μείνει ατιμώρητος.
Αντιθέτως είχε τα
δικά της σχέδια για τον Οζυμάντιας και ο Οζυμάντιας αντιλήφθηκε ότι για να
κερδίσει έπρεπε να την αγκαλιάσει. Και το έκανε, αγκάλιασε αυτήν την δύναμη
του. Η δύναμη του αυτήν ήταν υπεραρκετή για να καταστρέψει τους εχθρούς του
αλλά αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να χάσει την ελευθερία και την ανθρωπιά του.
Σκότωσε όλους τους εχθρούς του, δεν έμεινε κανένας ζωντανός. Στο τέλος πήρε
μέχρι και την ζωή του ίδιου του Γκάρρ. Όμως, έφτασε αργά και ανακάλυψε πως η
Έβελιν , η αγαπημένη του είχε βιαστεί μέχρι θανάτου.Εφόσον τους παλούκωσε όλους
έψαχνε τρόπο να επαναφέρει την αγαπημένη του στην ζωή. Έσφαξε όλες τις Νεράιδες
του είδους της Φαίη κατηγορώντας τες για το φριχτό της τέλος και την κατάληξη
του, μέχρι που έμαθε για την φλόγα του
Παραδείσου, την Σίερλ και τους Αγγέλους Σίερ και σκέφτηκε ότι αν έβρισκε τα
κόκκαλα τους και την Φλόγα του Παραδείσου οι Άγγελοι θα του μάθαιναν πως να την
ελέγχει.
Σύμφωνα με διάφορα
ιερά κείμενα η φλόγα αυτήν είναι η μοναδική που μπορεί να με καταστρέψει και
όποιος μάθει να την χρησιμοποιεί μπορεί να κερδίσει μέχρι και τον ίδιο τον
Θάνατο. Φαντάσου, αιώνια ζωή, η δύναμη να επαναφέρεις τον οποιονδήποτε
επιθυμείς στην ζωή χωρίς να φαίνεται ότι πρέπει να πληρώσεις κάποιο τίμημα.Αυτό
ψάχνει ο Οζυμάντιας σύμφωνα με τους θρύλους και για αυτό χρειάζεται να σε
βγάλει από την μέση... Επέστρεψε στον κόσμο των ζωντανών Αλίνα Ντράγκονιντ και
να είσαι έτοιμη. Ο Οζυμάντιας θα σου επιτεθεί ξανά και την επόμενη φορά πρέπει
να είσαι έτοιμη. Θα ξανασυναντηθούμε...» τελειώνει τον μονόλογο της και με μία
κίνηση με κλωτσάει μέσα στην πύλη που οδηγεί στον κόσμο των ζωντανών. Είμαι
άραγε έτοιμη για το ότι έρχεται ;;;
Πώς σας φάνηκε γλυκά μου ;;; Ωραίο ε ;;; Λοιπόν, η καλή σας φίλη η Αλίνα
θα επιστρέψει την άλλη Κυριακή !!!! Τα λέμε !!! <3
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου