Νυχτερινή Μελωδία
Στεκόταν
σαν να’ χε πετρώσει. Το πρόσωπό της ανέκφραστο… το βλέμμα της είχε γίνει ένα με
τον ορίζοντα. Μόνο τα μαλλιά της ανέμισαν λίγο από μία τόση δα πνοή ανέμου.
Σκοτείνιαζε.
Σιγά σιγά
άρχισε να αναδύεται από τα κύματα ένα φεγγάρι ολοστρόγγυλο. Κι ανέβαινε… όλο
ανέβαινε… μέχρι να πάρει τη θέση του στον ουρανό.
Μερικές
σταγόνες αίμα εμφανίστηκαν στα δάχτυλά της από τα αγκάθια του λουλουδιού που
κρατούσε σφιχτά.
Ένα μαύρο
τριαντάφυλλο… απ’ αυτά που τους τελευταίους μήνες καλλιεργούσε στον κήπο της.
Βραδιές του Αυγούστου, στο μυαλό μου
τριγυρίζουνε
Τώρα που ψάχνω στο κορμί μου τα φιλιά σου,
σιγομουρμούρισε.
Το
αγαπούσε ιδιαίτερα αυτό το κομμάτι. Κάθε πρωί η μελωδία του γέμιζε το μοναχικό
της δωμάτιο… άλλωστε ο δίσκος περιείχε αυτό το τραγούδι και μόνο! Κανένα άλλο!
Αρκετά
χιλιόμετρα πίσω, το σώμα του Τζον
–φριχτά καμένο και παραμορφωμένο- επέπλεε στα βρώμικα νερά της πισίνας.
Σάπια φύλλα από τα γύρω δέντρα του έκαναν συντροφιά.
Το φάντασμα
της παλιάς έπαυλης παρέμενε σιωπηλό. Ο κήπος ήταν γεμάτος αγριόχορτα. Παντού
εικόνα εγκατάλειψης και παρακμής!
Η μυρωδιά
από τα αποκαΐδια άγγιξε τα ρουθούνια της
κι εκείνη τα ρούφηξε σαν άρωμα μεθυστικό. Χαμογέλασε.
«Ώρα της
πληρωμής!» ψιθύρισε.
Ακούμπησε
το μαύρο τριαντάφυλλο στο μέρος της καρδιάς και συνέχισε να μουρμουρίζει τον
ίδιο μονότονο σκοπό.
Copyright, Σμαραγδή Μητροπούλου, 2017
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου