26 Σεπ 2017

"Ταξίδια μυαλού" από τον Γιώργο Γιάγκου (5ος Διαγωνισμός Ελεύθερης Γραφής - Πεζογραφία)

Ταξίδια μυαλού



Απόψε μου ’χες πει θα βγεις. Οικογενειακό τραπέζι το αποκάλεσες με άπλετη μουσική, φαγητό και γλέντι. Προσπαθώ να μπω στο κλίμα σου εγώ πίσω από μια οθόνη η οποία όσα καλά και αν προσφέρει, στο τέλος της ημέρας περισσότερο ανεβάζει το επίπεδο της μοναξιάς, παρά να το μειώνει. Βλέπεις οι απρόσωπες διαδικτυακές φιλίες συχνά πυκνά σε κάνουν να χάνεσαι και εσύ πρέπει πάντα να βρίσκεις τρόπο να βγαίνεις από αυτό το τριπάκι και να επιστρέφεις στην πραγματικότητα, στην ρουτίνα, σε αυτό που όσο και αν δεν θέλεις είναι η πραγματική ζωή. Πέρασε η ώρα και ακόμη δεν είχαμε κάποια επαφή. Λογικό αφού εσύ διασκεδάζεις με την υπέροχη μουσική που ακούς και με το γέλιο των συγγενών να σου κάνει την όρεξη μεγαλύτερη. Ίσως να βγήκες και για χορό. Αλλά εγώ σε ξέρω λίγο καλύτερα. Τώρα πιστεύω πρέπει να κάθεσαι στην καρέκλα σου και να αναπολείς τις συζητήσεις μας. Χμ! Ας βοηθήσω λοιπόν. Να μπω στο μυαλό σου και να σε ταξιδέψω μαζί μου.

Για δες δίπλα σου. Ποιος κάθεται; Όχι, όχι δεν μιλώ για το συγγενικό σου πρόσωπο που τον βλέπεις με τα μάτια σου, μιλώ για εμένα που με βλέπεις με την φαντασία σου να κάθομαι δίπλα σου, κάνοντας κι εγώ παρατηρήσεις. Τον τύπο που παίζει το τουμπερλέκι, τον τύπο με το κλαρίνο που πάντα είναι απολαυστικός, τον τραγουδιστή που ακούραστα σου κρατά συντροφιά, κι ας παίρνει μερικά φάλτσα. Γενικά αυτό που οι μουσικοί είναι τόσο ταλαντούχοι, με ποιο δικαίωμα; Εντάξει, εντάξει. Το παραδέχομαι. Όσο και αν είμαι μέσα στην τέχνη, όσο και αν έχω ένα άλφα καλλιτεχνικό ταλέντο, τους μουσικούς θα τους ζηλεύω για πάντα. Έχουν αυτή την τύχη να βρίσκονται σε άλλη συχνότητα. Σε άλλο κόσμο. Άσε το ελληνικό τραγούδι όμως τώρα. Ξέχνα για λίγο την ορχήστρα που κατακλύζει τα μουσικά κύτταρα του κορμιού σου. Ξέχασε τους συγγενείς και όποιον άλλο θα διακόψει το ταξίδι μας. Βλέπεις, αν δίνει κάτι το μυαλό σε θέμα ταξιδιού είναι ότι μπορείς να ταξιδέψεις σε όλο τον κόσμο σε οποιαδήποτε εποχή. Κάθισες; Ναι μηχανή του χρόνου είναι φυσικά. Αφού έχω την ικανότητα να κάνω τα πάντα λέμε. Τι εννοείς αν ξέρω να την οδηγώ; Εγώ γράφω τους κανόνες. Άκου τώρα.

Νέα Ορλεάνη, 1930, εποχή Mardi Grass, 4 Μαρτίου, χρώματα από παντού. Κυρίως αφρο-αμερικανοί  στον χώρο αν και βλέπεις και μερικούς λευκούς, ασιάτες και κάποιους ερυθρόδερμους. Ξέρεις, τους ντόπιους, που ο πολιτισμένος ευρωπαίος αποφάσισε να εξαφανίσει από παντού. Να τους ξεριζώσει. Περίμενε, ξέφυγα. Ήμασταν σε ευχάριστη φάση. Κόκκινες στολές, πράσινες στολές, πορτοκαλί, κίτρινες, μάσκες που κρύβουν ολόκληρο ή μέρος του προσώπου, καρναβάλια και τζαζ μουσική. Σαξόφωνο ρε φίλε. Άλλο πράγμα. Πάθος. Ναρκωτικά, ιερόδουλες, γκέτο. Δεν ξέρω καν τι γιορτάζουν. Τα Επιφάνεια μας λέει ένας ηλικιωμένος άντρας που δεν δείχνει ενθουσιασμένος με αυτό που εμείς θαυμάζουμε. Έχουμε γίνει ένα με την παρέλαση, τα σώματα μας ήδη ζουν το μουσικό ταξίδι που έχουμε μπροστά μας. Μια αγαπημένη μου ελληνική ταινία έλεγε ότι αν σταματήσω να χορεύω θα σταματήσει να κτυπάει η καρδιά μου. Σε αυτή τη πόλη, σε αυτό τον κόσμο, με αυτή τη μουσική, νιώθω ότι ισχύει. Το σώμα μου το νιώθω αδύνατο να σταματήσει υπό τον ήχο της τόσο σπουδαίας μουσικής. Πήρα δύο στολές από το γκισέ, ένα πρόχειρο μαγαζάκι, που ήταν δίπλα μας. Σου έδωσα το πράσινο και πήρα το κόκκινο για μένα. Το αγαπώ. Δεν μπορώ να το δώσω. Μου ζήτησες το κίτρινο. Γίνεται. Φτάνει που δεν θα μου πάρεις το κόκκινο. Η πορεία μας συνεχίζεται. Το περπάτημα δεν μας κουράζει, άλλωστε το μυαλό κινείται και όχι τα πόδια. Πανέμορφες γυναίκες χορεύουν ασταμάτητα λες και είναι σεληνιασμένες, σαν τις μαινάδες του Διόνυσου ή και τις νύμφες της αρχαίας εποχής που ποτέ δεν σταματούσαν να ξεσαλώνουν. Και όχι δεν μιλώ εμφανισιακά όμορφες, δεν είναι αυτό το ζητούμενο. Στη ψυχή το βλέπεις, τις θαυμάζεις, θες να νιώσεις αυτό που νιώθουν. Η μουσική παίζει. Τι μουσική Θεέ μου! Τι πλήρωσαν στους θεούς για να έχουν τέτοιο ταλέντο. Πώς αναγνώρισαν την σπουδαιότητα μιας τέτοιας ηχητικής; Είναι λες και η ίδια η Ευτέρπη, η Μούσα της Μουσικής, και ο Απόλλωνας, ο Θεός της Μουσικής, κατέβηκαν κάτω, τους δίδαξαν και εξαφανίστηκαν όσο γρήγορα εμφανίστηκαν. Βλέπω τον ηλικιωμένο που τόση ώρα ήταν πίσω μας να μας προσπερνά. Πάει μπροστά. Σταματά η παρέλαση και όλοι έρχονται κοντά του βάζοντας τον σε ημικύκλιο. Του δίνουν σαξόφωνο. Τελευταία παράσταση λέει και ξεκινά. Βρε συ τον ακούς; Άκου τον ήχο που βγάζει. Τι εικόνες βλέπουμε να βγαίνουν από το όργανο; Τι μας έδωσαν για πιοτό; Γιατί νιώθω να ταξιδεύω; Νόμιζα ότι είχα τον απόλυτο έλεγχο. Ο άνθρωπος ακόμη παίζει. Δύο μαύρα κυνηγόσκυλα κάνουν την εμφάνιση τους. Τρομάζω η αλήθεια. Νιώθω ένα χέρι στον ώμο μου. Ηρέμησε. Δεν είναι για εμάς. Ήρθε η ώρα να πληρώσει το ποσό που χρωστά για αυτό που τόσα χρόνια πρόσφερε απλόχερα σε μας. Η μουσική εντείνεται. Τα σκυλιά  κάνουν την επίθεση. Βλέπω πάνω σου. Έχεις κλείσει τα μάτια. Τα κλείνω και εγώ. Ξαφνικά εγώ είμαι εδώ, πίσω από τον υπολογιστή κι εσύ στο οικογενειακό τραπέζι. Κανείς δεν γνωρίζει τίποτα. Νιώθω ζωντανός! Ευχαριστώ που με συνόδεψες. Πες σε αυτόν που παίζει το κλαρίνο να τα δώσει όλα.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου