2 Ιουλ 2016

"Περιήγηση στο Τοπ Καπί" (4ος Διαγωνισμός Ελεύθερης Γραφής)

Από την Βασιλική Δραγούνη



«Κι αυτό», είπε ο οδηγός που μας ξεναγούσε στο παλάτι Τοπ Καπί στην Κωνσταντινούπολη, «είναι η Αυλή των Παλλακίδων». Ανοιγοκλείσαμε τα μάτια στο φως του ήλιου, εξερευνώντας  τη σειρά των ερμητικά κλειστών, ξύλινων παραθυρόφυλλων. Είμαστε ακριβώς στην καρδιά του κτιρίου από το οποίο διαδοχικοί σουλτάνοι είχαν κυβερνήσει την Οθωμανική Αυτοκρατορία για 400 χρόνια - από την άλωση της Πόλης και τον Μωάμεθ Β΄ το 1453, έως τα μέσα του 19ου αιώνα.
Ο ξεναγός συνέχισε την αφήγηση λέγοντάς μας πως τα κορίτσια που ήταν στην υπηρεσία των Οθωμανών σουλτάνων ήταν ως επί το πλείστον όμορφες Κιρκάσιες από τον Βόρειο Καύκασο. Στις Μουσουλμάνες γυναίκες απαγορευόταν να είναι παλλακίδες, έτσι χρησιμοποιούσαν λευκές χριστιανές ως σκλάβες. Μπορούσαν να υπάρχουν μέχρι και 300 στα ειδικά δωμάτια του Παλατιού.
«Σε ποια πόρτα οδηγεί αυτό το μονοπάτι;» αποτόλμησε την ερώτηση κάποιος από την ομάδα, δείχνοντας ένα λιθόστρωτο δρομάκι που οδηγούσε σε μια χαμηλή πόρτα στην άλλη άκρη της αυλής.
«Α, ναι, αυτό είναι το δωμάτιο του δασκάλου», απάντησε χωρίς δισταγμό. «Ξέρετε, όλες οι παλλακίδες έπρεπε να λάβουν την κατάλληλη εκπαίδευση προτού να είναι έτοιμες να υπηρετήσουν το σουλτάνο».
Καθώς μιλούσε, έριξα μια ματιά στον πίνακα πληροφοριών που ήταν αναρτημένος στον τοίχο δίπλα μου. Σύμφωνα με το χάρτη, δεν ήμασταν στην Αυλή των Παλλακίδων, αλλά στην αυλή της Μητέρας του Σουλτάνου. Η Αυλή των Παλλακίδων ήταν στο άλλο άκρο ενός στενού περάσματος στα αριστερά μας.
Ακόμη δεν μπορώ να πω με βεβαιότητα σε ποια αυλή βρισκόμασταν. Αλλά ένας από τους «κινδύνους» της κάθε ξενάγησης είναι ότι ποτέ δεν μπορείς να είσαι βέβαιος κατά πόσο ακούς γεγονότα ή φαντασία ή, κατά πάσα πιθανότητα, ένα υβρίδιο και των δύο.
Η πρόκληση, άλλωστε, για έναν καλό ξεναγό είναι να διηγηθεί μια ενδιαφέρουσα ιστορία, παρά να παραμείνει στα ξερά γεγονότα. Και πού αλλού θα έβρισκε ένα πιο δεκτικό ακροατήριο και μια θελκτικότερη τοποθεσία για μια καλή ιστορία, από ένα χαρέμι;
Ποια ιστορία, λοιπόν, να πιστέψω από αυτές που άκουσα κατά την περιοδεία μου στο Τοπ Καπί;
Υπήρχαν, πράγματι, διαφορετικές τάξεις ευνούχων, οι οποίοι είχαν υποστεί διαφορετικά επίπεδα ευνουχισμού, και μερικοί εκ των οποίων είχαν τις γλώσσες τους κομμένες;
Υπήρχαν μη συνεργάσιμες παλλακίδες που τις κλείδωναν σε εκείνο το κλουβί με τα σιδερένια κάγκελα;
Ήταν αλήθεια ότι τα πιο επαναστατικά κορίτσια τα τύλιγαν σε σάκους και τα έριχναν στον Βόσπορο; Ναι, οι πιο πολλές από τις ιστορίες του γυναικωνίτη φαίνεται να υποστηρίζουν τις ζοφερές πτυχές της ζωής του χαρεμιού.
Κουνούσε, άραγε, ο σουλτάνος το μαντίλι του στην κοπέλα της επιλογής του κάθε νύχτα; Πιθανώς. Μήπως κάποιοι είχαν περίεργες, σκοτεινές τάσεις που τις εκδήλωναν με φοβερές πράξεις; Δεν μπορώ να πω μετά βεβαιότητας ότι θα ήθελα να το γνωρίζω.  Αλλά ο Σουλτάνος Ιμπραήμ Α’, ο οποίος πέθανε το 1648, φαίνεται να είχε μια εμμονή με την εύρεση όλο και πιο εύσωμων γυναικών, και φημολογείται να έχει διατάξει, πάνω σ’ ένα καπρίτσιο της στιγμής, τον πνιγμό των 280 κοριτσιών του χαρεμιού του.
Τώρα πιάνω τον εαυτό μου να πέφτει στην παγίδα της εξιστόρησης απόκρυφων ιστοριών. Ίσως όμως αυτή η περίεργη γοητεία που ασκούν στους δυτικούς οι μύθοι γύρω από τη ζωή στο χαρέμι, ​​να αποτελεί από μόνη της μέρος της ιστορίας. Το τι μας αρέσει να πιστεύουμε για τα χαρέμια μας λέει περισσότερα για τον εαυτό μας, παρά για ό, τι πραγματικά συνέβαινε.
Οι περιπετειώδεις έχουν τη δυνατότητα να ταξιδέψουν στο χρόνο. Αρκεί να επισκεφτούν το Pera Museum, στην άλλη πλευρά του Κεράτιου Κόλπου στην Κωνσταντινούπολη, και θα βρουν έναν αυστριακό πίνακα ζωγραφικής των απαρχών του 17ου αιώνα – μια φαντασιακή αφήγηση της ζωής της κυριών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, όπου χορεύουν, διαβάζουν, αναπαύονται ή παίζουν μουσική στην ιδιωτική ζωή του παλατιού τους.
Δεν ήταν όμως παρά τον 19ο αιώνα, με τα ατμόπλοια και το διηπειρωτικό τρένο Orient Express να ανοίγουν το δρόμο για την Εγγύς Ανατολή, όταν η ζήτηση για μια γεύση από αυτόν το εξωτικό, ερωτικό κόσμο εκτινάχθηκε στα ύψη και η μόδα του Οριενταλισμού απογειώθηκε.
Το 1861, η Γαλλίδα ζωγράφος Henriette Browne, η οποία συνόδευε τον σύζυγό της σε ένα διπλωματικό ταξίδι στην Κωνσταντινούπολη, προκάλεσε αίσθηση όταν εμφάνισε έναν από τους πίνακές της, «τα ενδότερα του χαρεμιού», στο Παρίσι.
Ήταν μια μάλλον ήρεμη άποψη κυριών ενδεδυμένων με μακριά φορέματα και πέπλα, που κουβεντιάζουν κάτω από αψιδωτούς θόλους, όμως θεωρήθηκε ως η πρώτη παρουσίαση του εσωτερικού ενός χαρεμιού από αυτόπτη μάρτυρα.
Ενθουσιασμένος, αλλά και εμφανώς απογοητευμένος, ο Γάλλος ποιητής και κριτικός Theophile Gautier, έγραψε ότι μόνο οι γυναίκες θα πρέπει να ταξιδεύουν στην Ανατολή, γιατί μόνο εκείνες μπορούν να διακρίνουν ποιο είναι το πραγματικά αξιοθέατο.
Ήταν φανερό ότι το κοινό διψούσε να «δει», και ότι πολλοί καλλιτέχνες απολάμβαναν τη διαδικασία παραγωγής των έργων τους. Βρετανοί καλλιτέχνες, είτε έκαναν μακροσκελή ταξίδια στην Ανατολή ή, σαν τον John Frederick Lewis, μετακόμιζαν οριστικά στο Κάιρο ή την Κωνσταντινούπολη, για να εξασφαλίσουν την αυθεντικότητα του έργου τους.
Όπως μπορεί να διαπιστώσει κανείς από την έκθεση έργων Οριενταλισμού στην Πινακοθήκη Τέιτ του Λονδίνου, οι ονειρικοί πίνακες ζωγραφικής με οδαλίσκες, συνήθως ημίγυμνες ή και εντελώς γυμνές, να χαλαρώνουν σε εξωτικά ανάκλιντρα, να παίζουν με λουλούδια ή βεντάλιες ή να πλένουν η μία την άλλη στα τουρκικά λουτρά, έγιναν ένα σημαντικό θέμα στην τέχνη του 19ου αιώνα.
Οι σύγχρονοι τουρίστες μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τη φαντασία μας με έναν ελαφρώς διαφορετικό τρόπο. Οι Βικτωριανοί άνδρες δεν μπορούσαν να εισέλθουν στο χαρέμι, γνώριζαν όμως την ύπαρξή του. Εμείς μπορούμε να μπούμε, αλλά μετά τη διάλυση του παλατιού του σουλτάνου το 1909, βρίσκουμε μόνο ένα άδειο σκηνικό. Ακόμη όμως κι έτσι, έχουμε μια συναρπαστική εικόνα.
Προτού καλά καλά φτάσει κανείς στην κυρία είσοδο του χαρεμιού του Τοπ Καπί, η αίσθηση του αποκλεισμού και της μυστικότητας αρχίζει να αυξάνεται. Από την κεντρική πύλη των τειχών του παλατιού, θα πρέπει να περπατήσει τουλάχιστον 10 λεπτά και να περάσει μέσα από αυλές που κάποτε ήταν ανοιχτές μόνο στον Μεγάλο Βεζύρη και τους πιο επιφανείς διπλωμάτες.
Αυτοί οι προνομιούχοι επισκέπτες έφταναν μόνο έως την Πύλη της Ευδαιμονίας, την είσοδο στην τρίτη αυλή. Μέσα ακριβώς βρίσκεται η θολωτή Αίθουσα Ακροάσεων, ένα οίκημα με μαρμάρινο δάπεδο και κολόνες, και με εκθαμβωτικά μοτίβα τοίχου από πλακάκια ιζνίκ, τα οποία είχαν προσφερθεί ως δώρο στον σουλτάνο.
Η είσοδος στο χαρέμι ​​είναι κρυμμένη στη μια πλευρά της πύλης. Μέσα εδώ, η αίσθηση του αποκλεισμού μεγαλώνει. Δεν προχωρά κανείς πλέον μέσα από ανοικτές αυλές. Αυτός είναι ένας εσωτερικός, εσωστρεφής κόσμος πλακοστρωμένων διαδρόμων με πράσινα και μπλε πλακίδια και επενδυμένων μικροσκοπικών θαλάμων, ένας κόσμος στενών χώρων και διασυνδεδεμένων δωματίων.
Ακόμα κι αν περίπου 20 μόνο από τα 300 δωμάτια είναι ανοικτά για το κοινό, καθίσταται αδύνατο να διατηρήσει κανείς μια αίσθηση προσανατολισμού. Μόνο η περιστασιακή αναλαμπή των μακρινών μιναρέδων, ή η λάμψη της θάλασσας του Μαρμαρά, παρέχει έναν μικρό υπαινιγμό του έξω κόσμου.
Όμως η λογική της εσωτερικής οργάνωσης ήταν σαφής και αντανακλούσε τις αρχές μιας δομής εξουσίας στην οποία κυριαρχούσε ο σουλτάνος, η μητέρα του και ο επικεφαλής μαύρος ευνούχος, ο οποίος ήταν υπεύθυνος για τις παλλακίδες.
Οι διάδρομοι εισόδου επιβλέπονταν από τα παρατηρητήρια του ευνούχου. Το σιδηρόφρακτο κλουβί της τιμωρίας εκτίθεται σε έναν από τους κύριους διαδρόμους.
Τα διαμερίσματα της μητέρας του σουλτάνου, με πόρτες ντουλαπιών φτιαγμένες από ταρταρούγα και φίλντισι, είναι μόλις μερικά βήματα μακριά από τα δικά του. Και ο κυρίως διάδρομος επικοινωνίας, που ονομαζόταν «Χρυσός Δρόμος», ήταν η πιο σύντομη παράκαμψη του σουλτάνου μεταξύ της μητέρας του, του επικεφαλής ευνούχου και της ενδότατης αυλής του παλατιού, της Αυτοκρατορικής Αυλής.
Καθώς είχα χάσει την αίσθηση της κατεύθυνσης, περνώντας μέσα από τη μακρά διαδοχή των δωματίων, άρχισα να αισθάνομαι όλο και πιο περίεργα στη θέα των υπολειμμάτων αυτού του παράξενου φαντασιακού κόσμου.
Στη θέση των εξωτικών ανατολίτικων πλεγμάτων που φίλτραραν το εκτυφλωτικό φως του ήλιου σε απαλά σκιώδη μοτίβα, τα οποία οι βικτοριανοί καλλιτέχνες λάτρευαν να απεικονίζουν, άρχισα να βλέπω τα κάγκελα μιας φυλακής.
Δεν ήταν μόνο τα κορίτσια που φυλακίζονταν. Ένα από τα μπάνια του σουλτάνου - μια πολυτελής σειρά από μαρμάρινα δωμάτια - είχε τη δική επιχρυσωμένη σιδερένια πόρτα, έτσι ώστε να μπορεί να κλειδωθεί ο ίδιος ενώ πλενόταν, για να προστατεύσει τον εαυτό του από δολοφονικές απόπειρες.
Ακόμη πιο δυσοίωνες μου φάνηκαν οι δύο αίθουσες, γνωστές ως το χρυσό κλουβί ή το δίδυμο κιόσκι. Είναι ίσως ο πιο όμορφος από όλους τους χώρους, με παράθυρα βιτρό που πλαισιώνονται από πλακάκια ιζνίκ, ένα τεράστιο καθιστικό, περίτεχνα επίχρυσα τζάκια και έναν θεαματικό ζωγραφιστό τρούλο πάνω από τον ενδότερο σημείο.
Όμως, ακόμα κι αυτός ο χώρος μου φάνηκε σαν φυλακή.
Μέχρι τον 17ο αιώνα υπήρχε μια βάναυση παράδοση που δικαιολογούσε ο  σουλτάνος να σκοτώνει όλα τα αρσενικά συγγενικά του πρόσωπα, προκειμένου να διασφαλίσει ότι το σουλτανάτο θα περνούσε στα χέρια του ευνοούμενου γιου. Έτσι για παράδειγμα, το 1595, και οι 19 αδελφοί του Μωάμεθ Γ΄ δολοφονήθηκαν με την προτροπή της μητέρας του, ενώ 12 έγκυες παλλακίδες του πατέρα του τις έβαλαν σε σάκους και τις πέταξαν στη θάλασσα.
Αυτή η βαρβαρότητα τερματίστηκε το 1666 από τον σουλτάνο Σελίμ Β΄, ο οποίος θέσπισε ότι όλοι οι πρίγκιπες θα πρέπει να επιβιώνουν, αλλά έγκλειστοι και μακριά από τη δημόσια ζωή μέχρι την διαδοχή. Αυτό το μέτρο ήταν φυσικά, μια διαφορετική μορφή βαρβαρότητας, που δύσκολα προετοίμαζε τους νέους για μια καλή διακυβέρνηση. Ένας από αυτούς, ο Σουλεϊμάν Β΄, πέρασε 39 χρόνια στο χρυσό κλουβί και με μεγάλη δυσκολία, το 1687, πείσθηκε να το εγκαταλείψει και να αναλάβει το σουλτανάτο.
Εκτός όμως από την γενικότερη αίσθηση της κλειστοφοβίας και της ατομικής τραγωδίας, μπορεί κανείς επίσης να πάρει μια εικόνα για την πολυτελή πλευρά της ζωής στο χαρέμι ​​- του φαντασιακού κόσμου που τροφοδότησε τη βικτοριανή φαντασία.
Έξω από το κιόσκι του «χρυσού κλουβιού» βρίσκεται η αυλή του χαρεμιού, με θέα μια μεγάλη πισίνα και έναν ειδυλλιακό κήπο. Είναι μακαρίως γαλήνια και ήρεμα και προσφέρει μια ξαφνική ανακούφιση από όλον τον εσωτερικό περιορισμό. Είναι επίσης το μοναδικό σημείο όπου μπορεί κανείς επιτέλους να αντικρύσει μια εκτεταμένη θέα πάνω από την πόλη και τον Κεράτιο Κόλπο.
Σε κοντινή απόσταση, η μεγάλη Αυτοκρατορική Αίθουσα ή η Αίθουσα των Διασκεδάσεων, η οποία ήταν το κυρίως κέντρο διασκέδασης, αποτελεί την επιτομή της Οθωμανικής χλιδής.
Ένας μεγαλοπρεπής επιχρυσωμένος τρούλος εκτείνεται στο κύριο μέρος του δωματίου, το οποίο είναι επενδυμένο με πίνακες από μπλε και λευκά ολλανδικά πλακάκια ντελφτ, και καθρέφτες από γυαλί μουράνο. Οι μουσικοί του χαρεμιού ​​έπαιζαν στο μεγάλο θεωρείο, ενώ ο σουλτάνος ​​καθόταν είτε σε ένα ανάκλιντρο με ουρανό τύπου θρόνου,  ή να αποσυρθεί στα αναπαυτικά μαξιλάρια του αιθρίου. Εκεί θα μπορούσε να ξαπλώσει και να ικανοποιήσει την κάθε ιδιοτροπία του με ασύγκριτη πολυτέλεια και απρόσκοπτη εξουσία.
Ήταν όμως, πραγματικά, ευτυχισμένος;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου