3 Σεπ 2019

"Ποιος έκλεψε τον ήλιο στον Όλυμπο;" από τη Μαίρη Κάντα


Συμμετοχή στον 7ο Διαγωνισμό Ελεύθερης Γραφής
 
Η νύχτα στον Όλυμπο έφτανε στο τέλος της, όταν ο θεός Απόλλωνας μπήκε στο σπίτι του. Σε λίγα λεπτά, θα απελευθέρωνε τον ήλιο που φύλαγε στο ειδικό κουτί και μία νέα μέρα θα άρχιζε. «Συμφορά!» φώναξε ο θεός που ήταν υπεύθυνος για τον ήλιο και την αυγή όταν είδε το κουτί που ήταν άδειο. «Πού πήγε ο ήλιος;» συνέχισε να φωνάζει.
Από τις φωνές του, όλοι οι θεοί του Ολύμπου ανησύχησαν. Ο Δίας αμέσως βρέθηκε στο σπίτι του Απόλλωνα. «Γιατί φωνάζεις έτσι και μας ξύπνησες;» τον ρώτησε θυμωμένα ο Δίας. Ο Απόλλωνας ήταν πολύ ταραγμένος. «Κάποιος έκλεψε τον ήλιο». «Πώς είναι δυνατόν;» ρώτησε ανήσυχη η Ήρα που έφτασε και εκείνη στο σπίτι του θεού Απόλλωνα.

Ο Απόλλωνας περπατούσε νευρικά κατά μήκος του δωματίου, μη μπορώντας να πιστέψει τι είχε συμβεί. Σιγά-σιγά κατέφτασαν και οι υπόλοιποι θεοί. Κάποιοι από αυτούς φορούσαν πυτζάμες και όλοι αναρωτιόντουσαν ποιος ήταν ο κλέφτης. «Σιωπή!» διέταξε ο Δίας και όλοι οι θεοί υπάκουσαν. «Η κλοπή του ηλίου είναι πολύ σοβαρή υπόθεση. Σύντομα πρέπει να βρεθεί ο ένοχος  πριν υποψιαστούν κάτι οι θνητοί» είπε. Ο Άρης, ο θεός του πολέμου επενέβη και ρώτησε ποιος θα ανακαλύψει τον ένοχο. «Ο Ήφαιστος θα αναλάβει» απάντησε ήρεμα ο πατέρας των θεών και συνέχισε: «Είναι πιο κατάλληλος γι αυτή την δουλειά. Όλοι θυμάστε πως εκείνος ήταν ο πρώτος που ανακάλυψε τον κλέφτη των ιερών προβάτων». Οι υπόλοιποι θεοί έγνεψαν καταφατικά, ενώ ο Ερμής κοκκίνισε από την ντροπή του, καθώς θυμήθηκε την σκανδαλιά που  είχε κάνει μικρός.
«Από τύχη βρήκε εκείνος τα κλεμμένα πρόβατα, δεν σημαίνει πως είναι ο ιδανικός ντετέκτιβ» μόρφασε από ζήλια ο Άρης, αλλά κανένας δεν του έδωσε σημασία. «Λοιπόν ας ξεκινήσει η έρευνα» είπε ο Ήφαιστος και ζήτησε από τους θεούς να επιστρέψουν στα σπίτια τους. Όταν έφυγαν όλοι, μίλησε με τον Απόλλωνα πρώτα. Εκείνος τον ενημέρωσε πως νωρίτερα εκείνο το βράδυ είχε πάει σε μία ταβέρνα θνητών και έπαιζε μουσική με την λύρα του. Επέστρεψε στο σπίτι λίγο πριν να ξεκινήσει η νέα μέρα για να αφήσει ελεύθερο το ήλιο. «Μέχρι που πρόσεξα πως έλειπε από το κουτί του…» κατέληξε να λέει ο Απόλλωνας με δακρυσμένα μάτια.
«Είχες κλειδώσει το σπίτι;» τον ρώτησε ο Ήφαιστος για να λάβει αρνητική απάντηση από τον θεό του φωτός. «Συνηθισμένο λάθος αυτό» μονολόγησε εκείνος. «Ποιος πιστεύεις πως θα έκλεβε τον ήλιο;» ρώτησε ο θεός της φωτιάς και ο Απόλλων αφού σκέφτηκε για λίγα λεπτά απάντησε: «Η αδερφή μου η Σελήνη! Αυτή πρέπει να το έκανε. Με ζηλεύει πολύ από όταν ήμασταν παιδιά, γιατί είμαι ο θεός της ημέρας και εκείνη η θεά της νύχτας. Πιστεύει πως αγαπούν περισσότερο εμένα και τον ήλιο που προσφέρει, από ό,τι εκείνη. Θα έκανε τα πάντα για να με τιμωρήσει. Αν έκλεβε τον ήλιο, θα έδειχνε σε όλους και στον Δία πως ήμουν ανίκανος.»
Ο Ήφαιστος άκουσε προσεκτικά, όσα του είπε ο Απόλλωνας και στη συνέχεια μπήκε στο δωμάτιο όπου βρισκόταν ο ήλιος. Είχε λευκούς τοίχους και λευκά μάρμαρα στο πάτωμα. Όση ώρα βρισκόταν στο δωμάτιο, τον επισκέφτηκε ο Διόνυσος. Ήθελε να μάθει πώς πήγαινε η έρευνα. Ο Ήφαιστος δεν του αποκάλυψε τις εξελίξεις της έρευνας και του ζήτησε να απομακρυνθεί από το δωμάτιο.
Στη συνέχεια, πήγε να μιλήσει με την αδερφή του Απόλλωνα, Σελήνη. «Είναι τρομερό αυτό που συνέβη» είπε η θεά της νύχτας, μόλις είδε τον Ήφαιστο να την πλησιάζει. «Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε λίγο;» την ρώτησε εκείνος ευγενικά και καθώς έμπαινε μέσα στο σπίτι, είδε από μακριά τον Διόνυσο να κοιτάζει. «Εγώ ήμουν όλο το βράδυ εδώ…» άρχισε να εξιστορεί στον Ήφαιστο πώς πέρασε το βράδυ της κλοπής και συνέχισε να λέει: «Δεν ήμουν μόνη. Ήταν μαζί μου η Εκάτη και η Κυβέλη. Παίζαμε χαρτιά και δεν καταλάβαμε πότε πέρασε η ώρα. Βγήκαμε από το σπίτι, όταν ακούσαμε τις φωνές του αδερφού μου». Ο Ήφαιστος κατέγραψε τα λεγόμενα της και έφυγε από εκεί.
Τις επόμενες ώρες, συνέχισε την έρευνα του, μιλώντας με όλους τους θεούς. Η θεά Αθηνά του αποκάλυψε πως ο Ερμής πρόσφατα θύμωσε με τον Απόλλωνα. «Τον είδα να μιλάει με τον Απόλλωνα και φώναζε πολύ δυνατά» του είπε και ο Ήφαιστος λίγο αργότερα συνάντησε τον Ερμή. Ο Ερμής τότε παραδέχτηκε πως είχε μιλήσει με τον θεό λίγες μέρες νωρίτερα. Η αγαπημένη του ξύλινη ράβδος είχε καταστραφεί από τον ήλιο και θεώρησε υπεύθυνο τον Απόλλωνα. «Βέβαια μετά κατάλαβα πως ήταν δικό μου λάθος και του ζήτησα συγγνώμη. Μπορείς να ρωτήσεις και τον ίδιο.. Άλλωστε όλο το βράδυ ήμουν μαζί με τον Δία και την Ήρα.» είπε ο Ερμής.
«Δεν είναι αυτός ο ένοχος» μονολόγησε ο Ήφαιστος, κοιτώντας τις σημειώσεις του, λίγο πριν να μιλήσει με την Άρτεμις. Την βρήκε να κοιμάται, χωρίς να είχε καταλάβει τίποτα από όσα είχαν συμβεί και αυτό τον παραξένεψε μα κατέγραψε και την δική της μαρτυρία. «Ήμουν με τον Διόνυσο για πολλές ώρες. Πίναμε κρασί, τραγουδούσαμε και διασκεδάζαμε. Κάποια στιγμή αποκοιμήθηκα, ζαλισμένη από το αλκοόλ. Δεν ξέρω τι έγινε και πότε ακριβώς έφυγε ο Διόνυσος» είπε στον Ήφαιστο και χασμουρήθηκε ακόμα μία φορά.
Ο Ήφαιστος πριν να μιλήσει με τον Διόνυσο, αποφάσισε να πάει ακόμα μια φορά στο δωμάτιο που βρισκόταν ο ήλιος. «Ίσως κάτι μου ξέφυγε την πρώτη φορά» σκέφτηκε καθώς παρατηρούσε ξανά το χώρο. Και είχε δίκιο. Ξαφνικά παρατήρησε δύο κόκκινες κηλίδες στο πάτωμα που δεν είχε προσέξει νωρίτερα. Ο θεός της φωτιάς, σημείωσε στο σημειωματάριο του αυτό που ανακάλυψε και έπειτα μίλησε με τον θεό του γλεντιού, τον Διόνυσο.
Ο Διόνυσος, απαντούσε με δυσκολία στις ερωτήσεις του Ήφαιστου που είχε αναλάβει το ρόλο του ντετέκτιβ. Ήταν φανερό πως έκρυβε κάτι και Ήφαιστος αμέσως το κατάλαβε. Όση ώρα μιλούσε με τον Διόνυσο, ο Ήφαιστος παρατήρησε στο σπίτι του θεού κάποιες κόκκινες κηλίδες στο πάτωμα. Ήταν οι ίδιες που είχε δει και στο σπίτι του Απόλλωνα. Ο Ήφαιστος είχε καταλάβει ποιος ήταν ο ένοχος και ζήτησε από όλους τους θεούς να βρεθούν στο σπίτι του Απόλλωνα. Εκεί θα αποκάλυπτε τον ένοχο.
Όταν συγκεντρώθηκαν όλοι οι θεοί, ο Ήφαιστος είπε τα εξής: «Ο ένοχος βρίσκεται ανάμεσά μας και είμαι ο μόνος που τον γνωρίζει, εξαιτίας της έρευνας που έκανα. Αυτός που έκλεψε τον ήλιο είναι ο Διόνυσος». Επικράτησε αναταραχή και όλα τα βλέμματα έπεσαν πάνω στον Διόνυσο. Ο Δίας ήθελε να μάθει πώς κατέληξε σε αυτό το συμπέρασμα ο Ήφαιστος και εκείνος απάντησε: «Οι κόκκινες κηλίδες που υπήρχαν στο σπίτι του Απόλλωνα με παραξένεψαν. Τις ίδιες κόκκινες κηλίδες είδα και στο σπίτι του Διόνυσου. Μύριζε αλκοόλ και στα δύο σπίτια. Ο Διόνυσος μαζί με την Άρτεμις έπιναν αλκοόλ πριν κλαπεί ο ήλιος. Ή Άρτεμις κοιμόταν μέχρι που την ξύπνησα ο ίδιος, ενώ ο Διόνυσος δεν είχε άλλοθι για το πού ακριβώς βρισκόταν λίγο πριν την κλοπή».
Ο Διόνυσος όση ώρα μιλούσε ο Ήφαιστος είχε κατεβάσει το κεφάλι του και άκουγε σιωπηλά. «Ήμουν…» είπε εκείνος, όταν του δόθηκε η ευκαιρία να μιλήσει. «Δεν σκέφτηκα σωστά και έδρασα λανθασμένα. Περνούσα πολύ όμορφα με χορό και τραγούδι, μέχρι που συνειδητοποίησα πως θα ξημέρωνε σύντομα και δεν το ήθελα. Δεν μου αρέσει η μέρα γιατί όλοι πηγαίνουν στις δουλειές τους και σταματούν να διασκεδάζουν. Η Άρτεμις θα πήγαινε για κυνήγι και εγώ θα έμενα μόνος μου ξανά. Ήθελα να παρατείνω λίγες ώρες ακόμα την νύχτα και την διασκέδαση. Έτσι πήρα τον ήλιο…» ομολόγησε.
Μετά την ομολογία του Διόνυσου, ο ήλιος βρέθηκε και ο Απόλλωνας τον τοποθέτησε ξανά στον ουρανό. Ο Δίας τιμώρησε τον Διόνυσο που ήθελε μόνο να διασκεδάζει, κάνοντας τον βοηθό του θεού Ήφαιστου στο εργαστήριο του. Έτσι ο Διόνυσος αναγκάστηκε να εργάζεται συνέχεια, χωρίς να έχει χρόνο για να διασκεδάζει.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου