12 Ιουλ 2018

"Φτηνή ηδονή για ένα ποτό ακόμα" από τη Σοφία Κραββαρίτη


Με λένε Συλβί. Είμαι όμορφη, θελκτική, έχω πάθος και όνειρα. Με λένε Αγγέλα. Έχω κι εγώ πάθος και όνειρα. Δεν ξέρω αν είμαι όμορφη, οι άλλοι πάντως αυτό λένε. Επίσης είμαι σοβαρή. Είμαι η Δωροθέα. Είμαι κουλτουριάρα, σιχαίνομαι οτιδήποτε λαϊκό και είμαι σνομπ. Και το χαίρομαι. Εδώ Αλεξάνδρα. Είμαι μια ντίβα. Απλά. Αφροδίτη, θεά του έρωτα. Το λέει και το όνομά μου. Οι άντρες τρελαίνονται για μένα. Ένα μου νεύμα και τους έχω κατευθείαν στο κρεβάτι μου. Είμαι η Μάρτζορι και δεν έχω ταμπού, ούτε αναστολές. Αναστατώνω τους άντρες με ένα κούνημα των γοφών και μόνο. Οι γυναίκες με μισούν. Με λένε Κλαρίσα και είμαι εξωτική. Είμαι η κρυφή φαντασίωση των αρσενικών. Δε μου αντιστέκεται ποτέ κανείς. Κυνηγάω το χρήμα και θα το κατακτήσω. Είμαι η Ντιάνα. Λίγο ντροπαλή και συνεσταλμένη. Έτσι νομίζεις τουλάχιστον. Ώσπου να καταλάβεις ποια πραγματικά είμαι, θα είναι πολύ αργά. Με λένε Κατερίνα. Έχω αξίες και ιδανικά. Έχω;
Είμαι όλα τα παραπάνω μαζί. Ίσως πάλι και τίποτα από αυτά. Μπορεί να 'μαι συνηθισμένη, ίσως ξεχωριστή, μπορεί ιδιαίτερη, ερωτική, σαγηνευτική, μάνα, σύντροφος, ίσως μοντέρνα, ίσως συντηρητική. Μπορεί να είμαι σοβαρή, μπορεί όμως και σοβαροφανής. Επίσης, έχω πολλά ονόματα ακόμα. Όμορφα, άσχημα, σεμνά, πρόστυχα, αληθινά, ψεύτικα.

Είμαι γυναίκα. Όχι όμως κοινή. Ας πούμε, αν και μου αρέσει να μαγειρεύω ειδικά για τα παιδιά μου, δε θα με βρείτε συχνά χωμένη στην κουζίνα μου, παρά μόνο όταν προλαβαίνω. Δεν βλέπω εκπομπές μαγειρικής, δεν περιμένω να πει η Πατέρα τι λέει το ζώδιό μου για την εβδομάδα που μας έρχεται, ούτε κλαίω από συγκίνηση με τους συγγενείς που συναντιούνται τριάντα χρόνια μετά αγκαλιά με ένα πακέτο. Αλλά ούτε και στο σαλόνι θα με δείτε μ' ένα ξεσκονόπανο στο χέρι. Τις Κυριακές δεν πηγαίνω στην εκκλησία, δε συναντάω τις γειτόνισσες για τσάι και κους κους. Δεν γνωρίζω καν πως λένε την διπλανή μου, την αποπάνω ή την γυναίκα στο μίνι μάρκετ της γειτονιάς.
Δουλεύω σε μπαρ. Από αυτά που οι γυναίκες τρέμουν μήπως μπουν μέσα οι άντρες τους και τους ξελογιάσουν οι πουτάνες. Γιατί αυτές που δουλεύουν στα μπαρ πουτάνες είναι, κάνω λάθος; Είναι αυτά τα μπαρ που κρατάς σφιχτά στο χέρι την ταυτότητά σου για να μην την χάσεις. Γιατί είναι τόσο χρονοβόρο να βγάλεις μετά καινούρια... Σε αυτά τα μπαρ όλα είναι ψεύτικα. Ψεύτικα χαμόγελα που φοράς για να αντιμετωπίσεις τους ακόμα πιο ψεύτικους πελάτες. Ψεύτικα λόγια, ψεύτικες υποσχέσεις που δεν θα κρατήσεις ποτέ. Τυλίγεις την ψυχή σου με μια παγωμένη ζεστασιά που το κρύο χέρι της σου σφίγγει την καρδιά.
Είμαι μπαρόβια. Μια πουτάνα. Δε με γαμάει κανείς, αλλά δεν έχει σημασία. Δουλεύω σε μπαρ. Και αυτό από μόνο του είναι αρκετό για να βγουν τα συμπεράσματα και να σου ορίσουν την ταυτότητα. Την ταυτότητα... Ψάχνω πολλές φορές στη διάρκεια της ημέρας αν την έχω. Και κάθε φορά που την βλέπω ανακουφίζομαι. Εντάξει, δεν την έχω χάσει. Ευτυχώς. Είναι όμως τόση η έννοια μου μήπως την χάσω, που δεν κατάλαβα πότε ακριβώς έχασα τον εαυτό μου. Και πού άραγε; Μήπως
στο μπαρ; Δεν μπορεί, είμαι καθημερινά εκεί μέσα, δεν θα τον έβλεπα; Αλήθεια, πως είναι; Προσπαθώ να θυμηθώ. Διάολε, ξεχνιέμαι.
Κοιτάζω γύρω μου. Ξανθιές, μελαχρινές, κοκκινομάλλες, τι στα κομμάτια, από τα μαλλιά θα τον βρω; Ρε κορίτσια, γυρίστε μπροστά! Σκατά, όλες με το ίδιο προσωπείο, πως να ξεχωρίσω ποια είμαι εγώ; Μήπως αυτή που της πιάνει ο γέρος τον κώλο; Α, μπορεί αυτή με τα μεγάλα βυζιά που τα κοιτάζει ο άλλος σα να είναι μελλοθάνατος και πρόκειται να του εκπληρώσουν μια τελευταία επιθυμία. Πάω κοντά. Κάποια άλλη κλείνει μια βίζιτα. Έτσι τουλάχιστον νομίζει ο πελάτης. Είναι πολύ αστείοι, αλήθεια! Τελικά έχουν δίκιο, είμαστε πουτάνες. Τόσο δούλεμα τους ρίχνουμε. Δεν καταλαβαίνω γιατί οι γυναίκες τους ή οι γκόμενές τους ανησυχούν. Τι φαντάστηκαν, ότι θέλουμε να τους κρατήσουμε; Να σχολάσουμε και να πάμε σπίτια μας θέλουμε ή να βγούμε για καφέ ή να γαμηθούμε με τον γκόμενό μας. Χαλαρώστε, καμία από εμάς δεν θέλει τους άχρηστους που παραμυθιάζονται και τα σκάνε τόσο εύκολα στα μπαρ, γράφοντας τις οικογένειές τους στ' αρχίδια τους. Χάρισμά σας. Συναντάμε τόσους μαλάκες κάθε μέρα, που πιστέψτε με, στους γκόμενούς μας είμαστε πολύ επιλεκτικές.

[…] Αλήθεια, στα λόγια υπάρχει απάτη ή μόνο στις πράξεις; Και μη μου πείτε και στα δύο. Κάτι πρέπει να γέρνει και προς το δικό μας το μέρος. Δε γαμιέται... Σάμπως έχω τύψεις; Ο άλλος μου εαυτός μπορεί, η πουτάνα όμως όπως εσείς την ορίσατε, όχι. Και ξέρετε και κάτι; Είμαι σε θέση να σας βεβαιώσω ότι δεν υπάρχει κανείς λόγος να χωρέσουν στη ζωή μου τύψεις και ενοχές.
Η ώρα περνά. Μουσική, γέλια, δυνατές φωνές, χουφτώματα που δίνουν και πέρνουν... α, να! Άνοιξαν και οι τάφοι και ήρθαν τα πτώματα. Τον πρώτο καιρό ήθελα να κλάψω. Τώρα γελάω. Γιατί αν δεν σ' έχει ρωτήσει ο ξεχασμένος από το σύμπαν που θέλει είκοσι λεπτά χρόνο το δεύτερο πόδι ν' ακολουθήσει το πρώτο, πόσο πάει η βίζιτα δεν έχεις ιδέα από χιούμορ. Βέβαια δεν είναι ο μόνος. Καθένας με τον τρόπο του, την ατάκα του και τη γελοιότητά του. Είναι και ο άλλος από τη δεύτερη πτέρυγα του νεκροταφείου που με κερνάει, αλλά θέλει και να πιάνει λίγο-λίγο. Τώρα σοβαρά; Γάμησέ μας ρε χούφταλο! Στ’ αλήθεια πιστεύει ότι το στήθος μου το έχω τόσο φτηνό που θα μου το πιάσει με ένα ποτό; Να είσαι τεκνό, να το κάνεις και τσάμπα ρε μπάρμπα, χαλάλι. Ο άλλος της πτέρυγας θέλει να μου γλείψει το βυζί και εγώ πιάνω τον εαυτό μου αντί να σιχαίνεται, ν' αναρωτιέται πως θα είναι να κυκλοφορώ με μια μασέλα στην ρώγα. Θα μου πεις τώρα, παρθένα είσαι κοριτσάκι μου; Δεν στα έχουν ξαναπιάσει;
Λοιπόν, μεγάλη κουβέντα. Φυσικά και μας τα έχουν ξαναπιάσει και όχι λίγες φορές (μη σοκάρεστε οι παρθένες) αλλά να μωρέ, να πουληθώ; Γιατί εδώ δε μιλάμε μόνο για ένα κέρασμα. Βροχή οι προτάσεις να είσαι δίπλα σε κάποιον και να σου τα σκάει με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Και μην ακούσω καμιά μαλακία τύπου, όλοι έτσι λένε. Σε αυτή τη δουλειά, το μόνο εύκολο είναι να δεις ποιος τα σκάει και σε ποια. Το διαβολάκι στον ώμο μου παίρνει το λόγο και μου τα χώνει.
"Και τόσο καιρό που το έκανες μωρή μαλάκω δωρεάν, μέτρησε κανείς την αξιοπρέπειά σου πόση την έχεις; Γιατί η μόνη μέτρηση που ενδιαφέρει τους άντρες, είναι οι πόντοι της ψωλής τους. Χέστηκαν για την δική σου ακεραιότητα. Και για ποιους άντρες μιλάμε; Για όλους αυτούς που συναντάς καθημερινά; Αυτούς που έχουν την γυναίκα τους παρθένα στο σπίτι και γυρνάνε στα κωλόμπαρα ευελπιστώντας να τους κάτσουν οι «πουτάνες;» Είσαι μια ηλίθια, παραδέξου το. Θα ήθελες πολύ να το κάνεις, αλλά δεν έχεις τα κότσια".
Οκ, οκ... ομολογώ. Ναι, έχω μετανιώσει γαμώ τη ζωή μου! Να πω ψέματα; ΝΑΙ, ΕΧΩ ΜΕΤΑΝΙΩΣΕΙ! (το αγγελάκι στον άλλο ώμο την κάνει μ' ελαφρά) Τι σκατά κατάλαβα τόσα χρόνια; Μόνο αγγούρια στον κώλο. Κι όταν σου πέφτει το χρήμα, εσύ κοιτάς τον γάιδαρο στα δόντια να δεις αν είναι μεγάλος, αν θα του σηκώνεται, αν βλέπεται, αν γαμάει καλά. Και τι έγινε δηλαδή αν είναι μεγάλος, που το πρόβλημα αν είναι άσχημος ή δε γαμάει καλά; Σκέψου τα συν. Αν είναι μεγάλος θα πεθάνει πιο σύντομα, αν δε βλέπεται, δε θα χρειάζεται να τον ζηλεύεις, άσε που ποια άλλη θα τον κοιτάξει κι αν δε γαμάει καλά, εντάξει, μην τρελαίνεσαι, δε χάθηκαν οι άντρες. Δες τη θετική πλευρά. Πληρώνει το πουρό, γαμάει το τεκνό. Ανήθικο ε; Καλώς ήρθες στον πλανήτη μας γλυκιά μου! Δεν σου αρέσει; Τράβα πίσω στον δικό σου και κάτσε κλάψε για τις χαμένες ευκαιρίες, για τους άντρες που ερωτεύτηκες και βγήκαν τόσο, ΜΑ ΤΟΣΟ αλήτες και για τα χρόνια της μοναξιάς που έρχονται. Α, μην ξεχάσω το κυριότερο. Κάτσε κλάψε για όλες τις πουτάνες που το κατάφεραν κι εσύ όχι. Βόδι!
[…]Εκεί μέσα λοιπόν μπορείτε να γνωρίσετε πολλά πράγματα. Πρώτα απ' όλα έχετε τη δυνατότητα να αναγνωρίσετε το ψέμα με την πρώτη. Θα το βλέπετε παντού. Στους πελάτες, στις γυναίκες που δουλεύουν, σε όλα όσα λένε μεταξύ τους. Πιστεύετε πως περνάμε καλά; Να είστε σίγουροι πως όχι. Ξέρετε πως είναι να είσαι γυναίκα και να βρίσκεσαι μέσα σ' ένα μαγαζί που δουλεύουν μόνο γυναίκες; Βασανιστικό. Μη με ρωτήσετε γιατί. Γνωρίζετε καλά τους λόγους. Οι λάκοι είναι ανοιχτοί και πρέπει να προσέχουμε που πατάμε για να μην πέσουμε μέσα. Και σε μία εποχή κρίσης που το μεροκάματο βγαίνει δύσκολα, η επιβίωση πρέπει να επιτευχθεί με κάθε μέσο. Θεμιτό ή αθέμιτο δε μας απασχολεί για έναν και μόνο λόγο. Θεμιτά μέσα δεν υπάρχουν. Και αυτό είναι νόμος.
Να, με αυτά και μ' εκείνα ξεχάστηκα και ακόμα να με βρω και όπου να 'ναι θα σχολάσω γαμώτο. Βλέπω έναν ηλίθιο στην άκρη του μπαρ που με κοιτάει σαν ξελιγωμένος. Καλά, κάτσε και κοίτα. Δεν έχω όρεξη. Ωχ, πάλι ο κωλόγερος. Αυτός έχει πολύ πλάκα. Επειδή δεν τον αφήνω να με χουφτώνει, δε με κερνάει πάλι. Τα έχει πάρει στο κρανίο επειδή σε αυτόν το παίζω παρθένα και μια άλλη μέρα άφησα έναν άλλο να με πιάνει. Εντάξει ρε Τουταγχαμών, τι να κάνουμε τώρα δηλαδή! Σιγά τον πολυέλαιο! Μου έπιασε λίγο το μουνί και το βυζί, αλλά εντάξει, τον μάδησα. Ε, ας μου τα πιάσει και λίγο. Δεν τα πήρε και μαζί του, στη θέση του τα άφησε φεύγοντας.
Και κάπου εδώ, επιτρέψτε μου να κάνω μια παρένθεση. ΔΕΝ σας το παίζουμε παρθένες όταν δε σας αφήνουμε να κάνετε κάτι. Απλά δεν έχουμε πρόβλημα να μας χουφτώσει ο ψηλός μελαχρινός, αξύριστος (μη σας πω ότι παρακαλάμε κιόλας) ή ο ξανθός ο κούκλος (αυτός δεν μας πειράζει να είναι ξυρισμένος) ή ακόμα κι εκείνη η μουνάρα που μπορεί απλά να περνάει απέξω. Το θέμα είναι ότι δεν γουστάρουμε να μας χουφτώσετε ΕΣΕΙΣ και ακόμα περισσότερο να σας κάτσουμε κιόλας. Λοιπόν, ανακεφαλαιώνω: Οι γυναίκες που κάθονται δεν είναι πουτάνες και αυτές που δεν κάθονται, δεν είναι παρθένες. Είναι θέμα ΓΟΥΣΤΟΥ ΚΑΙ ΜΟΝΟ! Όσοι επιμένετε στο παραμύθι με τις πόρνες και τις παρθένες απλά να το λέτε στον ιερέα της ενορίας σας και όχι σ' εμάς. Επειδή απλά, πολύ απλά, γελάμε μαζί σας μόλις γυρνάτε την πλάτη σας. Να το ξεκαθαρίσουμε κι αυτό.
[…] Ανταγωνισμός στα κόκκινα. Πιο κόκκινα και από τα κατακόκκινα που τραγουδούσε ο Βοσκόπουλος. Κάπου εκεί νομίζω χάθηκε και ο καημένος ο εαυτός μου. Κάπου στα κόκκινα του ανταγωνισμού, ανακατεμένα με τα κόκκινα της ντροπής και της ενοχής.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου