2 Απρ 2018

"Firemagination" από τον Κωνσταντίνο Ντεκουμέ

Βραδιά Ποτού (Μέρος Γ΄)



« Κοιτάξτε όπως όλες ξέρουμε πάρα πολύ καλά στο παιχνίδι του κυνηγιού πρέπει να είσαι πιο γρήγορος και φυσικά πιο έξυπνος απο το θήραμα σου... Αλλιώς οι ρόλοι μπορεί να αλλάξουν ανα πάσα στιγμή.. Έχω μια ιστορία που θα αποδείξει τα λεγόμενα μου και θα σας την πω τώρα...
Μια φορά και έναν καιρό.. Κάπου στο Σάλεμ το 1934 μια κοπέλα με μακριά καστανά μαλλιά, όμορφο πρόσωπο, μεγάλο στήθος και μαύρα μάτια πάλευε εναντίον ενός βρικόλακα. Η οικογένεια της είχε μακριά ιστορία και αντιμετώπιζε τους βρικόλακες απο τις σκοτεινές δίκες των μαγισσών του Σάλεμ που σημάδευσαν ολόκληρη την ανθρωπότητα. Φόραγε μια μπλούζα κόκκινη, ένα παντελόνι μακρύ καφέ και μποτάκια γαλάζια. Πάλευε εναντίον του βρικόλακα κρατώντας ένα παλούκι στα χέρια της ξύλινο. Το πουκάμισο του άντρα ήταν λευκό και είχε μαύρες τιράντες, φόραγε ένα γαλάζιο παντελόνι, είχε ένα άσχημο τρομακτικό πρόσωπο σαν του Νοσφεράτου, απο την ταινία τρόμου του 1922, τα χέρια του ήταν γκρίζα και μεγάλα, τα νύχια του κοφτερά και τρομακτικά σαν ξυράφια.
Τα δόντια του πλάσματος ήταν μεγάλα, κοφτερά και κίτρινα, ματωμένα και σε κάθε κίνηση του στόματος του όλο και περισσότερο αίμα έτρεχε. Τα πόδια του ήταν γυμνά και τα νύχια του το ίδιο ματωμένα και κοφτερά. Την είχε ρίξει κάτω και προσπαθούσε να την εκτελέσει. «Μην με παρεξηγήσεις, δεν είναι ότι δεν μου αρέσει όλη αυτή η προσοχή που μου δίνεις... Ειλικρινά την λατρεύω !!» φώναξε ρίχνοντας τον απο πάνω της με μια κλωτσιά και μια ξαφνική κίνηση. Το βαμπίρ έπεσε πίσω και την κοίταξε ουρλιάζοντας ενώ εκείνη πηδούσε πάνω του και τον κάρφωνε στην καρδιά με το παλούκι . « Απλά.. Έχω μια πολύ δυνατή προκατάληψη για τα πράγματα που δαγκώνουν...» είπε και πήρε τον δρόμο για το σπίτι της. Το αστείο ήταν ότι είχε προσπαθήσει να κλείσει ραντεβού με αυτόν τον βρικόλακα που της επιτέθηκε και παραλίγο να την σκοτώσει..

Ενώ επέστρεφε με όλο της το κορμί να πονάει σπίτι της μονολόγησε « Το χειρότερο πρώτο ραντεβού ολόκληρου του κόσμου ! Αλλά έπρεπε να το είχα καταλάβει... Όλοι οι κούκλοι είτε είναι παντρεμένοι είτε είναι βρικόλακες !!!» είπε και έφτασε σύντομα μπροστά στο σπίτι της.Άνοιξε την πόρτα και προσπάθησε να καλέσει τον Όλι το σκυλί της. « Όλι, γύρισα !!!» Έμενε κοντά στο δάσος οπότε δεν ήταν τυχαίο ο Όλι να βγαίνει και να κάνει βόλτες μέσα στο δάσος. Εκείνη τον φώναξε πάλι αλλά το σκυλί της δεν απάντησε. Δεν έτρεξε καν να της γλείψει το πρόσωπο ή να της αγκαλιάσει το πόδι όπως συνήθιζε να κάνει.
Του έβγαλε σκυλοτροφή απο ένα ντουλάπι και την έβαλε στο αγαπημένο του μπολάκι. « Περίμενε να ακούσεις για την νύχτα μου... Όλι... Μμμ περίεργο..Απο πότε δεν έρχεσαι εσύ τρέχοντας όταν ακούς για φαγητό ;; Τέλος πάντων...» Άφησε το μπολάκι με το φαγητό του κοντά στο μπολάκι με το νερό του και ανοίγοντας άλλη μια φορά την πόρτα φώναξε το όνομα του σκυλιού της. « Είσαι καλά ;» ρώτησε όταν σταμάτησε να φωνάζει αλλά σκέφτηκε οτι θα ήταν η ιδέα της και έκλεισε την πόρτα. « Μμμ... Ανόητο σκυλί. Μάλλον θα κούρασε τον εαυτό του κυνηγώντας κάποιο λαγό ή κάποιο σκίουρο πάλι και τώρα θα κοιμάται του καλού καιρού κάτω απο κάποιο δέντρο..» Έκλεισε την πόρτα και πήγε στο μπάνιο της για να πλύνει τα δόντια της. Όλα φαίνονταν φυσιολογικά. « Δεν είναι ο μόνος... Και εγώ είμαι σχεδόν έτοιμη να ξεραθώ..» είπε και εφόσον έπλυνε τα δόντια της και γδύθηκε έβαλε το μαύρο της νυχτικό φόρεμα  απο δαντέλα.
Έσβησε το φως και άπλωσε το χέρι της, τόσο που σχεδόν έφτανε κάτω απο το κρεβάτι της. « Εκεί είσαι μεγάλε ;;» Η καταφατική απάντηση της ήρθε όταν ένιωσε κάτι να της γλείφει τα χέρια με την γλώσσα του κάτω απο το κρεβάτι της. Κοιμήθηκε και ο ύπνος σχεδόν την πήρε βαριά όταν την ξύπνησε ο ασταμάτητος ήχος απο κάτι υγρό να στάζει στο έδαφος. Ξύπνησε μην μπορώντας να αντέξει αυτόν τον βασανιστικό ήχο που επαναλαμβανόταν και γινόταν όλο και πιο εκνευριστικός. Σηκώθηκε βλαστημώντας και μονολόγησε « Πωπω, πρέπει αληθινά να νυστάζω... Δεν μπορώ ούτε μια βρύση καλά-καλά να κλείσω..»Πήγε λοιπόν στο μπάνιο της για να λύσει το πρόβλημα απλά και μόνο για να παρατηρήσει ότι η βρύση ήταν κλειστή και δεν έσταζε ούτε σταγόνα.
Άφησε έναν αναστεναγμό ελέγχοντας ξανά αν η βρύση ήταν κλειστή και όντως ήταν.. Επέστρεψε στο κρεβάτι της για να κοιμηθεί πάλι... « Θα πρέπει να άκουγα πράγματα... Λοιπόν ώρα να κοιμηθώ επιτέλους...» σχολίασε και το χέρι της έφτασε ξανά κάτω απο το κρεβάτι που ο Όλι της έγλειφε το χέρι. « Καλό αγόρι Όλι...» μονολόγησε πριν χασμουρηθεί και προσπαθήσει πάλι να κοιμηθεί... Και όμως, ο ήχος απο υγρό που έσταζε συνέχεια στο πάτωμα ή στο ασβέστη του μπάνιου την έκαναν να σηκωθεί ξανά και να προχωρήσει θυμωμένη ως το μπάνιο πάλι..... « Για όνομα του...» είπε και έβαλε το χέρι της κάτω απο την βρύση.. Το χέρι της όμως παρέμενε στεγνό και ούτε μια σταγόνα δεν έπεφτε... Επανέλαβε την ίδια κίνηση για την ντουζιέρα μα εφόσον δεν έπεσε ούτε μια σταγόνα ούτε και εκεί αποφάσισε να γυρίσει πάλι στο κρεβάτι της και να προσπαθήσει να κοιμηθεί πάλι στην αγκαλιά του Μορφέα.
« Μμμ... Θα χρειαστεί να καλέσουμε τον Χανκ αύριο να ρίξει μια ματιά στα υδραυλικά..» σχολίασε και προσπάθησε άλλη μια φορά ενώ ο Όλι της έγλειφε το χέρι κάτω απο το κρεβάτι. Όμως το ασταμάτητο «ντριπ-ντριπ-ντριπ» των σταγόνων δεν σταμάταγαν με τίποτα... Η γυναίκα σηκώθηκε θυμωμένη και έπιασε το κεφάλι και τα αυτιά της... Ήθελε μόνο λίγη ησυχία !!! Πόσα πολλά ζητούσε πια ;; « Ααααααχ !!!! Τι πρέπει να κάνει ένας άνθρωπος για να κοιμηθεί επιτέλους σε αυτό το μέρος ;;» αναρωτήθηκε. Άφησε τον ήχο των σταγόνων να την οδηγήσει στην πηγή του προβλήματος. « Περίμενε... Ακούγεται σχεδόν σαν... Να έρχεται απο εδώ..» είπε και κοίταξε στην ντουλάπα της. Πήγε προς την ντουλάπα με την καρδιά της να σφυροκοπά δυνατά και γρήγορα στο στήθος της, τα τύμπανα των αυτιών της βούιζαν, πήγαιναν να σπάσουν.... Έβαλε το χέρι της στην πόρτα, γύρισε το πόμολο και...
Είδε τον αγαπημένο της σκύλο , τον Όλι κρεμασμένο απο την ντουλάπα σαν ρούχο, ο λαιμός του ήταν σπασμένος, το λαρύγγι του δαγκωμένο και κάποιος είχε ανοίξει την κοιλιά του αφήνοντας όλα τα εσωτερικά του όργανα να έχουν πέσει απο την κοιλιά του στο πάτωμα της ντουλάπας. Το αίμα έσταζε και μύγες είχαν μαζευτεί πάνω απο τα όργανα του σκυλιού που αυτήν την στιγμή κοιτούσε με ένα λυπημένο θα έλεγε κανείς βλέμμα την ιδιοκτήτρια του. Η κοπέλα κοιτούσε τρομαγμένη το πτώμα του Όλι καλύπτωντας το στόμα της με τα χέρια της.
Ανάμεσα στο αίμα και στα όργανα είδε ένα κομμάτι χαρτί, ένα σημείωμα γραμμένο με κεφαλαία γράμματα με το ίδιο το αίμα του Όλι... Το σημείωμα έγραφε «ΚΑΙ ΣΤΟΥΣ ΒΡΙΚΟΛΑΚΕΣ ΑΡΕΣΕΙ ΝΑ ΓΛΕΙΦΟΥΝ.» Αυτήν ήταν η τελευταία νύχτα που την είδε ποτέ κανείς...»
Μόλις τελειώνει την ιστορία της η Σάλι σηκώνει το χέρι της. « Περίμενε, περίμενε !! Time out !! Μην τρελαθούμε κιόλας ! Εγώ είπα μια ιστορία για το πως πολλές φορές τα άτομα που φαντάζουν εχθροί μας μπορούν να είναι οι καλύτεροι φίλοι μας και εσύ διάλεξες να μας πεις μια ιστορία στην οποία κερδίζει ο βρικόλακας ;; Σοβαρά ;;» και εδώ η Τζούν απαντά εύλογα πίνοντας απο το μπουκάλι « Ε, είναι βραδιά αφήγησης ιστοριών τρόμου !!! Όλα επιτρέπονται !! Συν του ότι μου αρέσει αυτήν η ιστορία, είναι μια πολύ καλή υπενθύμιση του πιο σημαντικού κανόνα του κυνηγιού.. Μην σταματάς ποτέ να είσαι σε επιφυλακή και πάντα να περιμένεις το απροσδόκητο.. Το κορίτσι δεν ήταν σε επιφυλακή και έτσι πήρε ότι της άξιζε.. Τόσο απλό...» λέει και η Ναόμι σχολιάζει « Αχα.. Και που ξέρεις.. Ίσως αυτός ο βρικόλακας να ήταν ο αδελφός ή ο καλύτερος φίλος του βρικόλακα απο την αρχή της ιστορίας ... Ξέρεις .. Και να σκότωσε την κοπέλα σαν εκδίκηση...» ενώ ανοίγει ένα μπουκάλι. « Χα !!!» γελάει η Ίζαμπελ. « Άμα θέλετε μια ιστορία εκδίκησης έχω εγώ μια αρκετά καλή... Καθίστε λοιπόν αναπαυτικά και προετοιμαστείτε....»



« Κοιτάξτε όπως όλες ξέρουμε πάρα πολύ καλά στο παιχνίδι του κυνηγιού πρέπει να είσαι πιο γρήγορος και φυσικά πιο έξυπνος απο το θήραμα σου... Αλλιώς οι ρόλοι μπορεί να αλλάξουν ανα πάσα στιγμή.. Έχω μια ιστορία που θα αποδείξει τα λεγόμενα μου και θα σας την πω τώρα...
Μια φορά και έναν καιρό.. Κάπου στο Σάλεμ το 1934 μια κοπέλα με μακριά καστανά μαλλιά, όμορφο πρόσωπο, μεγάλο στήθος και μαύρα μάτια πάλευε εναντίον ενός βρικόλακα. Η οικογένεια της είχε μακριά ιστορία και αντιμετώπιζε τους βρικόλακες απο τις σκοτεινές δίκες των μαγισσών του Σάλεμ που σημάδευσαν ολόκληρη την ανθρωπότητα. Φόραγε μια μπλούζα κόκκινη, ένα παντελόνι μακρύ καφέ και μποτάκια γαλάζια. Πάλευε εναντίον του βρικόλακα κρατώντας ένα παλούκι στα χέρια της ξύλινο. Το πουκάμισο του άντρα ήταν λευκό και είχε μαύρες τιράντες, φόραγε ένα γαλάζιο παντελόνι, είχε ένα άσχημο τρομακτικό πρόσωπο σαν του Νοσφεράτου, απο την ταινία τρόμου του 1922, τα χέρια του ήταν γκρίζα και μεγάλα, τα νύχια του κοφτερά και τρομακτικά σαν ξυράφια.
Τα δόντια του πλάσματος ήταν μεγάλα, κοφτερά και κίτρινα, ματωμένα και σε κάθε κίνηση του στόματος του όλο και περισσότερο αίμα έτρεχε. Τα πόδια του ήταν γυμνά και τα νύχια του το ίδιο ματωμένα και κοφτερά. Την είχε ρίξει κάτω και προσπαθούσε να την εκτελέσει. «Μην με παρεξηγήσεις, δεν είναι ότι δεν μου αρέσει όλη αυτή η προσοχή που μου δίνεις... Ειλικρινά την λατρεύω !!» φώναξε ρίχνοντας τον απο πάνω της με μια κλωτσιά και μια ξαφνική κίνηση. Το βαμπίρ έπεσε πίσω και την κοίταξε ουρλιάζοντας ενώ εκείνη πηδούσε πάνω του και τον κάρφωνε στην καρδιά με το παλούκι . « Απλά.. Έχω μια πολύ δυνατή προκατάληψη για τα πράγματα που δαγκώνουν...» είπε και πήρε τον δρόμο για το σπίτι της. Το αστείο ήταν ότι είχε προσπαθήσει να κλείσει ραντεβού με αυτόν τον βρικόλακα που της επιτέθηκε και παραλίγο να την σκοτώσει..
Ενώ επέστρεφε με όλο της το κορμί να πονάει σπίτι της μονολόγησε « Το χειρότερο πρώτο ραντεβού ολόκληρου του κόσμου ! Αλλά έπρεπε να το είχα καταλάβει... Όλοι οι κούκλοι είτε είναι παντρεμένοι είτε είναι βρικόλακες !!!» είπε και έφτασε σύντομα μπροστά στο σπίτι της.Άνοιξε την πόρτα και προσπάθησε να καλέσει τον Όλι το σκυλί της. « Όλι, γύρισα !!!» Έμενε κοντά στο δάσος οπότε δεν ήταν τυχαίο ο Όλι να βγαίνει και να κάνει βόλτες μέσα στο δάσος. Εκείνη τον φώναξε πάλι αλλά το σκυλί της δεν απάντησε. Δεν έτρεξε καν να της γλείψει το πρόσωπο ή να της αγκαλιάσει το πόδι όπως συνήθιζε να κάνει.
Του έβγαλε σκυλοτροφή απο ένα ντουλάπι και την έβαλε στο αγαπημένο του μπολάκι. « Περίμενε να ακούσεις για την νύχτα μου... Όλι... Μμμ περίεργο..Απο πότε δεν έρχεσαι εσύ τρέχοντας όταν ακούς για φαγητό ;; Τέλος πάντων...» Άφησε το μπολάκι με το φαγητό του κοντά στο μπολάκι με το νερό του και ανοίγοντας άλλη μια φορά την πόρτα φώναξε το όνομα του σκυλιού της. « Είσαι καλά ;» ρώτησε όταν σταμάτησε να φωνάζει αλλά σκέφτηκε οτι θα ήταν η ιδέα της και έκλεισε την πόρτα. « Μμμ... Ανόητο σκυλί. Μάλλον θα κούρασε τον εαυτό του κυνηγώντας κάποιο λαγό ή κάποιο σκίουρο πάλι και τώρα θα κοιμάται του καλού καιρού κάτω απο κάποιο δέντρο..» Έκλεισε την πόρτα και πήγε στο μπάνιο της για να πλύνει τα δόντια της. Όλα φαίνονταν φυσιολογικά. « Δεν είναι ο μόνος... Και εγώ είμαι σχεδόν έτοιμη να ξεραθώ..» είπε και εφόσον έπλυνε τα δόντια της και γδύθηκε έβαλε το μαύρο της νυχτικό φόρεμα  απο δαντέλα.
Έσβησε το φως και άπλωσε το χέρι της, τόσο που σχεδόν έφτανε κάτω απο το κρεβάτι της. « Εκεί είσαι μεγάλε ;;» Η καταφατική απάντηση της ήρθε όταν ένιωσε κάτι να της γλείφει τα χέρια με την γλώσσα του κάτω απο το κρεβάτι της. Κοιμήθηκε και ο ύπνος σχεδόν την πήρε βαριά όταν την ξύπνησε ο ασταμάτητος ήχος απο κάτι υγρό να στάζει στο έδαφος. Ξύπνησε μην μπορώντας να αντέξει αυτόν τον βασανιστικό ήχο που επαναλαμβανόταν και γινόταν όλο και πιο εκνευριστικός. Σηκώθηκε βλαστημώντας και μονολόγησε « Πωπω, πρέπει αληθινά να νυστάζω... Δεν μπορώ ούτε μια βρύση καλά-καλά να κλείσω..»Πήγε λοιπόν στο μπάνιο της για να λύσει το πρόβλημα απλά και μόνο για να παρατηρήσει ότι η βρύση ήταν κλειστή και δεν έσταζε ούτε σταγόνα.
Άφησε έναν αναστεναγμό ελέγχοντας ξανά αν η βρύση ήταν κλειστή και όντως ήταν.. Επέστρεψε στο κρεβάτι της για να κοιμηθεί πάλι... « Θα πρέπει να άκουγα πράγματα... Λοιπόν ώρα να κοιμηθώ επιτέλους...» σχολίασε και το χέρι της έφτασε ξανά κάτω απο το κρεβάτι που ο Όλι της έγλειφε το χέρι. « Καλό αγόρι Όλι...» μονολόγησε πριν χασμουρηθεί και προσπαθήσει πάλι να κοιμηθεί... Και όμως, ο ήχος απο υγρό που έσταζε συνέχεια στο πάτωμα ή στο ασβέστη του μπάνιου την έκαναν να σηκωθεί ξανά και να προχωρήσει θυμωμένη ως το μπάνιο πάλι..... « Για όνομα του...» είπε και έβαλε το χέρι της κάτω απο την βρύση.. Το χέρι της όμως παρέμενε στεγνό και ούτε μια σταγόνα δεν έπεφτε... Επανέλαβε την ίδια κίνηση για την ντουζιέρα μα εφόσον δεν έπεσε ούτε μια σταγόνα ούτε και εκεί αποφάσισε να γυρίσει πάλι στο κρεβάτι της και να προσπαθήσει να κοιμηθεί πάλι στην αγκαλιά του Μορφέα.
« Μμμ... Θα χρειαστεί να καλέσουμε τον Χανκ αύριο να ρίξει μια ματιά στα υδραυλικά..» σχολίασε και προσπάθησε άλλη μια φορά ενώ ο Όλι της έγλειφε το χέρι κάτω απο το κρεβάτι. Όμως το ασταμάτητο «ντριπ-ντριπ-ντριπ» των σταγόνων δεν σταμάταγαν με τίποτα... Η γυναίκα σηκώθηκε θυμωμένη και έπιασε το κεφάλι και τα αυτιά της... Ήθελε μόνο λίγη ησυχία !!! Πόσα πολλά ζητούσε πια ;; « Ααααααχ !!!! Τι πρέπει να κάνει ένας άνθρωπος για να κοιμηθεί επιτέλους σε αυτό το μέρος ;;» αναρωτήθηκε. Άφησε τον ήχο των σταγόνων να την οδηγήσει στην πηγή του προβλήματος. « Περίμενε... Ακούγεται σχεδόν σαν... Να έρχεται απο εδώ..» είπε και κοίταξε στην ντουλάπα της. Πήγε προς την ντουλάπα με την καρδιά της να σφυροκοπά δυνατά και γρήγορα στο στήθος της, τα τύμπανα των αυτιών της βούιζαν, πήγαιναν να σπάσουν.... Έβαλε το χέρι της στην πόρτα, γύρισε το πόμολο και...
Είδε τον αγαπημένο της σκύλο , τον Όλι κρεμασμένο απο την ντουλάπα σαν ρούχο, ο λαιμός του ήταν σπασμένος, το λαρύγγι του δαγκωμένο και κάποιος είχε ανοίξει την κοιλιά του αφήνοντας όλα τα εσωτερικά του όργανα να έχουν πέσει απο την κοιλιά του στο πάτωμα της ντουλάπας. Το αίμα έσταζε και μύγες είχαν μαζευτεί πάνω απο τα όργανα του σκυλιού που αυτήν την στιγμή κοιτούσε με ένα λυπημένο θα έλεγε κανείς βλέμμα την ιδιοκτήτρια του. Η κοπέλα κοιτούσε τρομαγμένη το πτώμα του Όλι καλύπτωντας το στόμα της με τα χέρια της.
Ανάμεσα στο αίμα και στα όργανα είδε ένα κομμάτι χαρτί, ένα σημείωμα γραμμένο με κεφαλαία γράμματα με το ίδιο το αίμα του Όλι... Το σημείωμα έγραφε «ΚΑΙ ΣΤΟΥΣ ΒΡΙΚΟΛΑΚΕΣ ΑΡΕΣΕΙ ΝΑ ΓΛΕΙΦΟΥΝ.» Αυτήν ήταν η τελευταία νύχτα που την είδε ποτέ κανείς...»
Μόλις τελειώνει την ιστορία της η Σάλι σηκώνει το χέρι της. « Περίμενε, περίμενε !! Time out !! Μην τρελαθούμε κιόλας ! Εγώ είπα μια ιστορία για το πως πολλές φορές τα άτομα που φαντάζουν εχθροί μας μπορούν να είναι οι καλύτεροι φίλοι μας και εσύ διάλεξες να μας πεις μια ιστορία στην οποία κερδίζει ο βρικόλακας ;; Σοβαρά ;;» και εδώ η Τζούν απαντά εύλογα πίνοντας απο το μπουκάλι « Ε, είναι βραδιά αφήγησης ιστοριών τρόμου !!! Όλα επιτρέπονται !! Συν του ότι μου αρέσει αυτήν η ιστορία, είναι μια πολύ καλή υπενθύμιση του πιο σημαντικού κανόνα του κυνηγιού.. Μην σταματάς ποτέ να είσαι σε επιφυλακή και πάντα να περιμένεις το απροσδόκητο.. Το κορίτσι δεν ήταν σε επιφυλακή και έτσι πήρε ότι της άξιζε.. Τόσο απλό...» λέει και η Ναόμι σχολιάζει « Αχα.. Και που ξέρεις.. Ίσως αυτός ο βρικόλακας να ήταν ο αδελφός ή ο καλύτερος φίλος του βρικόλακα απο την αρχή της ιστορίας ... Ξέρεις .. Και να σκότωσε την κοπέλα σαν εκδίκηση...» ενώ ανοίγει ένα μπουκάλι. « Χα !!!» γελάει η Ίζαμπελ. « Άμα θέλετε μια ιστορία εκδίκησης έχω εγώ μια αρκετά καλή... Καθίστε λοιπόν αναπαυτικά και προετοιμαστείτε....»



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου