5 Απρ 2018

"Συνδικαλισμός στη ζούγκλα" από τον Γεράσιμο Μοσχόπουλο


Βρισκόμαστε σε μια ζούγκλα. «Σαν αυτή της σύγχρονης κοινωνίας;», θα αναρωτηθούν κάποιοι. Όχι, ακόμη χειρότερα! «Μα γίνεται χειρότερα από τους ανθρώπους;», θα αντιτείνουν οι πιο δύσπιστοι! Σε κάθε περίπτωση, οι ήρωες αυτού του διηγήματος έζησαν σε μια άλλη εποχή. Ίσως σε κάποια προηγούμενη μετεμψύχωσή τους. Η σχέση τους με τη σημερινή εποχή δε μπορεί παρά να είναι μόνο συμβολική. «Α, εντάξει, τότε το δεχόμαστε», οπότε συμφωνούν ακόμη και οι πιο παραδοσιακοί. Ευχαριστώ, που μου επιτρέπετε να συνεχίσω την αφήγηση. Που ήμουνα; Μα φυσικά στη ζούγκλα! Αν κάνουμε ησυχία, θα ακούσουμε τα παράπονα ορισμένων ζώων. Μα κάντε, τέλος πάντων! Κάνατε; Συγγνώμη, δε σας άκουσα.
Κάποια ζώα έχουν μαζευτεί σ’ ένα ξέφωτο και πρώτο μιλάει το ελάφι, ο Μπάμπης:
«Τι θα γίνει πια με τα λιοντάρια και όλα τα αρπακτικά; Καθ’ όλη την περίοδο του έτους ζω ένα σπαρακτικό άγχος για τη ζωή μου! Μιλώ εξ’ ονόματος όλων των ελαφιών!».
Τη σκυτάλη του λόγου παίρνει ο κάστορας, ο Τάκης:
«Το ίδιο ισχύει και για το δικό μου είδος. Πολλές φορές ένα φράγμα ή μία γέφυρα αργεί να τελειώσει ή μένει στη μέση, εξαιτίας των γκρίζων λύκων! Τα φράγματά μας, αποτελούν μια σημαντική λύση απέναντι στις πλημμύρες των βιοτόπων!».
Στην παρέα μπαίνει και η χελώνα, που ονομάζεται Κώστας:

«Να γίνει κάτι και για τους εχμ, πως τα το πω, για τους όχι και τόσο ευκίνητους. Όλο χάνω τα σπουδαία γεγονότα. Ήθελα να ακούσω τη συναυλία των χελιδονιών την άνοιξη κι έφτασα το καλοκαίρι! Μια λύση πρέπει να βρεθεί!».
Ο Μπάμπης έχει μια συναρπαστική ιδέα και την μοιράζεται με την παρέα: «Χρειαζόμαστε τη βοήθεια κάποιου σοφού, που θα έχει κάποιες ιδέες για το πώς θα κινηθούμε για να ικανοποιηθούν τα αιτήματά μας! Προτείνω να αποταθούμε στη σοφή Εσμεράλδα, την κουκουβάγια!».
«Ναι! Είσαι πολύ έξυπνος, Μπάμπη», αναφωνούν οι άλλοι δύο, ενώ ο Μπάμπης προσθέτει:
«Ξέρει κανείς που θα τη βρούμε;». Ο Κώστας απαντά:
«Αν ψάχνεις την κουκουβάγια την μέρα, εμπιστεύσου την ακοή σου! Ακούς το ροχαλητό στο δέντρο, λίγο παρακάτω;».
«Πολύ ωραία, αφού τη βρήκαμε, ας την ξυπνήσουμε!», πρόσθεσε η χελώνα και κάνει νόημα στον κάστορα. Ο τελευταίος παίρνει μια μικρή πέτρα και την πετυχαίνει στο κεφάλι, ξυπνώντας την κουκουβάγια.
«Μα τι στο καλό με ξυπνάτε πρωί-πρωί;».
«Έχουμε σοβαρά ζητήματα, που αφορούν όλα τα πλάσματα της ζούγκλας!», απαντά με σοβαρότητα ο Μπάμπης.
Σε αυτό το σημείο κάνουμε μια παύση στην αφήγηση, καθώς η Εσμεράλδα είναι αγουροξυπνημένη και θέλει να πιει τον καφέ της. Μόλις συνέρχεται, η τριάδα των φίλων μας της εξηγεί πως έχουν τα πράγματα κι εκείνη ανταπαντά:
«Χμ, θα συμβουλευτώ το βιβλίο της ζούγκλας!» κι αμέσως μετά βγάζει ένα σκονισμένο, αλλά τεράστιο βιβλίο. Τα τρία πλάσματα της ζούγκλας, περιμένουν με αγωνία τι θα αποφανθεί η Εσμεράλδα, αφού διαβάσει το  σοφότατο βιβλίο. Το ανοίγει στην πρώτη σελίδα κι εκφωνεί δυνατά:
-«Ο ένας και μοναδικός νόμος της ζούγκλας είναι ο εξής: -Ο ισχυρότερος κερδίζει!».
-«Μα αυτό είναι βάναυσο!» μιλά με αποστροφή για τον απεχθή νόμο, ο Μπάμπης και ο Κώστας εκφράζει μια εύλογη απορία:
-«Γιατί είναι κενό το υπόλοιπο βιβλίο;»
-«Καλή η απορία σου, Κώστα, αλλά δεν έχω κάποια συγκεκριμένη απάντηση. Μάλλον δεν χρειάστηκε να γράψουμε κάτι άλλο, μέχρι τώρα!».
-«Τότε να το συμπληρώσουμε με δικούς μας νόμους!», προσθέτει ο Τάκης.
-«Να είναι όλοι ίσοι απέναντι στους νόμους, ανεξάρτητα από το είδος στο οποίο ανήκουν!» λέει ο Μπάμπης.
-«Ηρεμήστε, γιατί αυτό μπορεί να προκαλέσει εξέγερση κι επανάσταση, το οποίο σημαίνει αιματοχυσία. Δεν θέλουμε τέτοια πράγματα στην όμορφη ζούγκλα μας. Είναι πιο συνετό να συγκαλέσουμε μια ζωοσυνέλευση της ζούγκλας κι εσείς να είστε μια επιτροπή, που θα μεταφέρει τα αιτήματά τους στο βασιλιά, το λιοντάρι, που είναι γνωστός ως ο Γιώργος ο ατίθασος. Θα είστε οι επίτιμοι συνδικαλιστές μας!».
Η χελώνα ρωτάει: «Τι είναι ο συνδικαλιστής;».
Η σοφή κουκουβάγια απαντά στο ερώτημα του Κώστα:
«Συνδικαλιστής είναι με απλά λόγια, το πλάσμα εκείνο, που υπερασπίζεται τα δικαιώματα όλων των πλασμάτων, που ανήκουν στο ίδιο είδος, αλλά καταλήγει να φιλά την «ουρά» του λιονταριού. Χρίζω εσάς τους τρεις να είστε οι συνδικαλιστές όλης της ζούγκλας! Εσείς διαφέρετε, φυσικά, από τον ορισμό, που μόλις έδωσα».
Οι τρεις μικροί ήρωες χαίρονται και πανηγυρίζουν, αλλά αφού καταλαγιάζει ο ενθουσιασμός, ο Μπάμπης ρωτάει την κουκουβάγια:
«Πολύ ωραία και τι πρέπει να κάνουμε;».
«Μα να μεταφέρετε τα αιτήματά σας στον βασιλιά, κατά τη διάρκεια της ζωοσυνέλευσης!».
«Τι είναι ζωοσυνέλευση;» ρωτά όντας απορημένος ο Κώστας και η πάνσοφη κουκουβάγια, απαντά με ετοιμότητα:
«Η ζωοσυνέλευση απαρτίζεται από όλα τα ζώα της ζούγκλας και παίρνονται αποφάσεις που αφορούν στο μέλλον όλων των ζώων, όπως οι ελευθερίες τους, τα δικαιώματά τους, το εθνικό σύμβολο ή αλλιώς η σημαία. Πραγματοποιούνται κι άλλες εθνοσυνελεύσεις, μέχρι να βελτιωθούν αυτές οι αποφάσεις και φυσικά στο πέρασμα του χρόνου, όλα αυτά εκφυλίζονται με τροποποιήσεις των νόμων και ύπουλα νομοσχέδια, που υπερψηφίζονται από λύκους και γιαλαντζί λιοντάρια. Αλλά μη σας απασχολεί το απώτερο μέλλον. Το τώρα να σκεφτόμαστε».
«Που θα γίνει αυτή; Εγώ πρέπει να ξεκινήσω από τώρα για να είμαι εγκαίρως εκεί», λέει, όντας αγχωμένη η χελώνα.
«Μα αφού είσαι συνδικαλιστής! Οι συνδικαλιστές έχουν προνόμια! Θα σε μεταφέρει το άλογο, ο Γρηγόρης!» κι έπειτα προσθέτει:
«Το πολίτευμα από μοναρχία, θα γίνει βασιλευομένη δημοκρατία!».
«Τι διαφορά έχει το ένα από το άλλο;» παρατηρεί εύστοχα ο Μπάμπης και η σοφή κουκουβάγια βγάζει άλλη μια απάντηση από το οπλοστάσιο του λόγου της:
«Στη μοναρχία, ο Βασιλιάς είναι ο απόλυτος άρχοντας. Αποφασίζει, διατάζει και πραγματοποιείται το απόλυτο θέλημά του. Στη βασιλευομένη δημοκρατία, υπάρχουν και κάποιοι ξεχωριστοί υπήκοοι, που μεταφέρουν τα αιτήματα του λαού, που ονομάζονται υπουργοί της κυβέρνησης, οι οποίοι είναι πιόνια του… εχμ συγγνώμη, εννοώ φροντίζουν για την ευημερία της ζούγκλας!».  
Αφού κορέστηκαν οι απορίες των φίλων μας, συμβουλευτήκανε την σοφή Εσμεράλδα για το πότε θα γίνει και η ζωοσυνέλευση ορίστηκε σε τρεις μέρες, ώστε να προλάβουν όλα τα ζώα να παρευρεθούν στο σημαντικό γεγονός, που πρόκειται να αλλάξει τη ροή των συμβάντων στη ζούγκλα.
Σα ντελάληδες χρησιμοποιήθηκαν οι παπαγάλοι, που εκφωνούσαν το  μεγαλοπρεπές γεγονός και για να τονιστεί η σημασία του, τους μετέφεραν ελέφαντες στη ράχη τους. Όλα τα ζώα έμαθαν για το μεγάλο γεγονός. Την ζωοσυνέλευση. Ένα ζευγάρι καμηλοπαρδάλεων συζητούσε σχετικά με το δρώμενο:
«Αγάπη μου να βάλω το διαμαντένιο μου κολιέ στη δεξίωση;»
«Γλυκιά μου, Μερόπη, δεν είναι δεξίωση. Είναι ένα πολιτικό γεγονός υψίστης σημασίας για τη ζούγκλα!».
«Το μόνο, που άκουσα ήταν μπλα, μπλα, μπλα και δεν μου απάντησες! Να το βάλω ή όχι;».
«Νομίζω σου μεγαλώνει το λαιμό, αυτό το κολιέ, ζαχαρένια μου!».
«Δηλαδή έχω μεγάλο λαιμό;»
Το επόμενο, που ακούστηκε ήταν ο ήχος του εκσφενδονισμένου καρπού της ακακίας στο κεφάλι του αρσενικού. Ήταν ένα είδος συζυγικής παντόφλας. Ο παντοφλιασμένος σύζυγος αναδιατυπώνει:
«Όχι, φυσικά, εννοούσα πως το κολιέ είναι πολύ μικρό για τον υπέροχο λαιμό σου!».
«Αν είναι έτσι, θα βάλω το χρυσό, που είναι μεγάλο! Έτσι, τζουτζούκο μου;».
«Ναι, λατρεία μου!».

                                                            ***

Η μεγάλη στιγμή είχε φτάσει κι όλα τα πλάσματα βρισκόντουσαν έξω από τη σπηλιά του βασιλιά της ζούγκλας, τον Γιώργο, τον ατίθασο. Η Εσμεράλδα υποδέχτηκε τους τρεις ήρωες της ιστορίας μας.
«Πριν μπείτε στη σπηλιά, ας εκφωνήσει κάποιος από τους τρεις σας μερικά μεγαλεπήβολα λόγια στο μαζεμένο πλήθος».
«Δεν έχω ετοιμάσει λόγο» απάντησε ο Μπάμπης, αλλά η κουκουβάγια τον ενθαρρύνει:
«Δεν πειράζει, κάτι που να δείχνεις ότι νοιάζεσαι γι’ αυτούς. Είσαι αυθόρμητος και πηγαίος στον προφορικό σου λόγο!».
Ο Μπάμπης, το ελαφάκι, προχωρά με θάρρος στον εξυψωμένο βράχο, ακριβώς έξω από τη σπηλιά του βασιλιά, έχοντας θέα το μαζεμένο πλήθος:
«Είμαστε τρεις χρισμένοι συνδικαλιστές από τον λαό, για τον λαό! Το ορκίζομαι στα κέρατά μου ότι θα φέρουμε εις πέρας αυτήν τη δύσκολη αποστολή!».
Η μάζα ζητωκραύγασε, αποθεώνοντάς τον, ενώ η Εσμεράλδα σκέφτηκε:
«Μου φαίνεται λαϊκιστής, αλλά αφού γοητεύει τα πλήθη, τότε θα τα πάμε μια χαρά».
Έπειτα, περνάνε μέσα οι τρεις μας φίλοι με τη συνοδεία της Εσμεράλδας. Μόλις, μπαίνουν μέσα, παρατηρούν τον βασιλιά στο θρόνο του, να κρατά τα σκήπτρα του και να φορά το στέμμα του. Το λιοντάρι μιλάει πρώτο:
«Καλώς ήρθατε! Άκουσα για εσάς και για την τόλμη σας! Είμαι ενημερωμένος για τα αιτήματά σας. Η γραμματέας μου, η κουκουβάγια, θα σας ανακοινώσει τις αποφάσεις μου και τα μέτρα, που πήρα».
Ο Μπάμπης, που είναι πιο θαρραλέος, από την υπόλοιπη ομάδα, ενίσταται:
«Μα ήρθαμε εδώ για να διαπραγματευτούμε τα ζητήματα της…», όμως η κουκουβάγια τον διακόπτει, λέγοντας:
«Αμφισβητείτε τα λεγόμενα του βασιλιά; Ακούστε πρώτα τι έχουμε συναποφασίσει… εχμ θέλω να πω τι αποφάσισε ο σοφός μας βασιλιάς. Θα τα διαβάσω, όπως τα έχουμε γράψει:
1.      Τα αρπακτικά θεσπίζουν μια περίοδο κυνηγιού, η οποία περιλαμβάνει όλες τις εποχές, πλην της άνοιξης, όπου τα πλάσματα ερωτεύονται κι αναπαράγονται.
Εκείνη τη στιγμή δε μπορεί να κρύψει τις σκέψεις του ο βασιλιάς:
            «Αν και τα μωρά ελαφάκια είναι λαχταριστά!» και ταυτόχρονα γλείφει τη μουσούδα του, ενώ η Εσμεράλδα, του κάνει νόημα να σταματήσει αυτές τις εκφράσεις, οπότε προσθέτει:
            «Φυσικά θα σεβαστώ τους καινούργιους νόμους!» κι έπειτα, χαμογελώντας, συνεχίζει η σοφή κουκουβάγια:
2.      Θα γίνονται μεγάλες εργολαβίες, για τις οποίες υπεύθυνοι θα είναι οι κάστορες και από την αρχή έως την περάτωση του έργου, κανείς δεν θα τους πειράζει.
Ο Κάστορας βγάζει ένα μικρό επιφώνημα χαράς, ενώ ο Μπάμπης τον αγριοκοιτάζει σα να του λέει με το βλέμμα του:
«Μη σκέφτεσαι μόνο τον εαυτό σου και το είδος σου!».
Έπειτα συνεχίζει η κουκουβάγια:
3.      Οι χελώνες και όλα τα αργά ζώα, όπως τα σαλιγκάρια, θα μπορούν να επιβαίνουν πάνω στα άλογα, αν κρίνεται απαραίτητο από την άρχουσα τάξη.
4.      Οι κουκουβάγιες θα θεωρούνται ιερά ζώα από δω και στο εξής και κανείς δεν θα τα πειράζει!
5.      Όταν κάποια αρπακτικά γεράσουν και δε μπορούν πλέον να              κυνηγήσουν, θα προσκαλούν τα θηράματά τους σε γεύμα και η πρόσκληση θα είναι υποχρεωτική.
«Και τέλος», προσθέτει η κουκουβάγια:
6.      Οποιοσδήποτε παραβεί τους νόμους, θα τιμωρηθεί παραδειγματικά. Εξαιρούνται, φυσικά, τα ιερά ζώα, ο βασιλιάς και οι υπουργοί του, που θα έχουν βουλευτική ασυλία.
«Ελπίζω να ικανοποιηθήκατε με την αλλαγή του καθεστώτος!» εκφωνεί ο βασιλιάς, γεμάτος θαυμασμό για του καινούργιους νόμους, που θεσπίστηκαν.
«Είναι απαράδεκτοι και νομίζω μιλάω εξ’ ονόματος όλων μας!», ανταπαντά ο Μπάμπης, αλλά ο Τάκης έχει άλλη άποψη:
«Δεν ξέρω, καλοί μου φαίνονται εμένα», αφού είχε στο μυαλό του τις μεγάλες εργολαβίες που θα αναλάβει.
«Κι εγώ δεν έχω παράπονο», λέει ο Κώστας, που φανταζότανε ήδη τον εαυτό του να καλπάζει πάνω σ’ ένα άλογο σα χελώνα-ιππότης σε σταυροφορία του μεσαίωνα!
 «Εγώ ορκίστηκα στα κέρατά μου, ότι θα φέρω εις πέρας αυτήν την αποστολή και θα το κάνω!», λέει το ελαφάκι.
«Μην ξεχνάς», λέει το λιοντάρι, παίρνοντας αγκαζέ τον Μπάμπη και προσθέτοντας: «πως θα γίνετε και υπουργοί μου, δηλαδή το ανώτερο σκαλοπάτι συνδικαλισμού! Θα αποφασίζετε για σοβαρά θέματα και θα διορίζετε νοματαίους! Το μόνο που μένει είναι να βάλετε την υπογραφή σας στους καινούργιους νόμους!».
«Κάποιες φορές ξεχνάω γιατί είσαι εσύ ο βασιλιάς» ξεστομίζει ο Μπάμπης με περίσσεια θάρρους.
            Απαντά χαμογελαστά ο βασιλιάς:
            «Γιατί έχω όμορφη χαίτη», χαϊδεύοντας με την μπροστινή του πατούσα το πλούσιο τρίχωμά του και, ύστερα, λες και είναι κάποιο άλλο λιοντάρι, προσθέτει εξαγριωμένος: «Γιατί, επίσης, μπορώ να σας κατασπαράξω όλους σας!».
            «Που υπογράφουμε;» αποκρίνονται και οι τρεις λες και ως διά μαγείας πειστήκανε για την αξία των νόμων.
            Σαν υπογράφουν και βγαίνουν έξω από τη σπηλιά, η Εσμεράλδα προτρέπει τον Μπάμπη να πει κάποια υπουργικά λόγια για τους σπουδαίους νόμους, που μόλις χτιστήκανε:
            «Είμαι πολύ περήφανος για τις στιγμές, τις οποίες ζούμε. Εγώ και οι δύο συνάδελφοι υπουργοί της κυβέρνησης διαπραγματευτήκαμε σκληρά για να θεσπιστούν οι καινούργιοι νόμοι. Ορκίζομαι στην υπουργική μου καρέκλα… εχμ ήθελα να πω πορεία, πως θα τους υπηρετώ, μέχρι την στερνή μου ανάσα και πάντα θα πρεσβεύω τα συμφέροντα του λαού!».
            Το πλήθος ζητωκραύγαζε την αδιαφιλονίκητη κατάκτηση του καινούργιου πολιτεύματος, ύστερα από την διαβεβαίωση των υπουργών του βασιλικού κράτους κι έτσι η ζούγκλα συνδικαλίστηκε κι έγινε μια πολιτισμένη ζούγκλα.
            Κάπου εδώ φτάνουμε στον επίλογο αυτής της ιστορίας, αφού σας ενημερώσω πρώτα για την πορεία των ηρώων μας, φυσικά. Ο βασιλιάς τηρούσε κατά γράμμα τους νόμους, εκτός από την περίοδο της άνοιξης, όπου δεν ήταν σε θέση να κάνει νηστεία. Τελικώς έγινε πραξικόπημα κι είχε ένα τραγικό τέλος, αλλά ως γνωστών: Ο βασιλιάς πέθανε, ζήτω ο βασιλιάς! Η Εσμεράλδα ως ιερό ζώο, έγινε πνευματικός ηγέτης και ίδρυσε τη δική της θρησκεία, στην οποία αν την ασπαζόσουνα, έδινες όλα τα υπάρχοντά σου και κατοχύρωνες μια θέση στην άλλη ζωή του επουράνιου κόσμου. Η χελώνα είχε γίνει άριστός ιππέας κι έπαιρνε μέρος σε ιπποδρομίες, μέχρι που μία μέρα έπεσε από το άλογο κι έσπασε το καβούκι της. Έκτοτε, αναπολούσε τις ιπποτικές της στιγμές ως τα βαθιά γεράματα. Ο κάστορας έπαιρνε όλες τις εργολαβίες και όλες τις απαραίτητες μίζες. Έφτιαξε πάμπολλες γέφυρες και δημόσια κτήρια κι είχε χρήματα για να ζήσουν μέχρι και πέντε γενεές. Επειδή έκανε έκλυτο βίο, διορίστηκε επιτροπή για να διεξάγει έρευνα για το πόθεν έσχες, αλλά όλα τα μέλη της επιτροπής γίνανε μέλη της κυβερνήσεως ή εξαγοραστήκανε, οπότε ο Τάκης αθωώθηκε. Ο Μπάμπης, το θαρραλέο ελαφάκι, συνέχισε να προσπαθεί να πολεμά το σύστημα, μέσω του συστήματος, αλλά στο φόβο να χάσει τη ζωή του από τον βασιλιά, έκανε πίσω. Σε μια μονομαχία με ένα άλλο ελάφι, όπου υπερασπιζότανε την τιμή της καλής του, έχασε τα κέρατά του, οπότε έχασε και την αξία ο όρκος του. Από ντροπή παραιτήθηκε από τα βασιλικά αξιώματα κι επειδή τον είχε βάλει στο μάτι ο βασιλιάς, έλαβε υποχρεωτική πρόσκληση σε γεύμα από ένα γέρικο λιοντάρι. Δεν παρευρέθηκε ποτέ στο δείπνο κι αποσύρθηκε με την αγαπημένη του από το δημόσιο βίο. Το ζευγάρι των καμηλοπαρδάλεων συνέχισε να ζει όντας αγαπημένο και μάλιστα μπορούμε να ακούσουμε το διάλογό τους, καθώς ετοιμάζονται για την επόμενη ζωοσυνέλευση της ζούγκλας:
            «Αγάπη μου, που είναι το διαμαντένιο μου κολιέ;»
            «Το πούλησα γλυκιά μου, γιατί μας έγδαρε η εφορία»
            «Δεν με πειράζει, αφού έχω εσένα που με αγαπάς. Έτσι, δεν είναι;».
            «Έτσι, ζαχαρένια μου. Πάντα».  

ΤΕΛΟΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου