8 Ιαν 2018

"Η χιονόμπαλα" από τη Βάσω Καρλή

(Συμμετοχή στον Χριστουγεννιάτικο Διαγωνισμό Γραφής)


Παγερή νύχτα Δεκέμβρη και  η μικρή Αννούλα δεν έχει  ύπνο.
 Το μυαλουδάκι της φορτωμένο με σκέψεις πολλές.
Προβληματιζόταν, τι να γράψει στον Αϊ-Βασίλη. Αλήθεια ή ψέματα;
Aυτή τη χρονιά, τσακωνόταν συνέχεια με τον αδερφό της. Δεν άκουγε καθόλου τη μαμά και το μπαμπά της, και οι επιδόσεις της στο σχολείο, δεν ήταν και οι καλύτερες.
 Αν γράψει όμως ψέματα, εκείνος τριγυρίζει ανάμεσά μας. Άρα θα ξέρει.
Μήπως όμως προλαβαίνει να τα διορθώσει όλα; Απελπισμένη την έπιασαν τα κλάματα. Για να ξεχαστεί έκλεισε τα μάτια. Ένας περίεργος χτύπος στο τζάμι του παραθύρου, την τάραξε. Πλησιάζοντας  κοντά, έκπληκτη είδε μια μικρή χιονόμπαλα δίχως μάτια, μύτη  και αυτιά, παρά μόνο με στόμα.
- «Σε παρακαλώ άνοιξέ μου, κρυώνω πολύ».
- Πράγματι, η Αννούλα της άνοιξε αμέσως.
- Είμαι πολύ κουρασμένη και ταλαιπωρημένη.
 Ας  τα πάρουμε όμως τα πράγματα απ’ την αρχή. 

"Βρέθηκα στην αυλή ενός πανέμορφου σπιτιού μαζί με την οικογένειά μου. Τα παιδιά που κατοικούσαν εκεί, με το που ξύπνησαν και είδαν το χιόνι, ξεχύθηκαν αμέσως έξω.
 Άρχισαν να φτιάχνουν ένα χιονάνθρωπο. Ξεκίνησαν με μια τεράστια μπάλα σαν βάση, - και αυτή ήταν ο μπαμπάς μου- και συνέχισαν με τις δύο επόμενες, που αποτελούνταν από τη μητέρα και τον αδερφό μου, καταλήγοντας σε εμένα. Ήμουν πολύ ευτυχισμένη που ο χιονάνθρωπος αποτελούνταν από τη δική μας οικογένεια.
Τα παιδιά μας φέρονταν τρυφερά, μας πρόσεχαν και μας  χάριζαν καθημερινά  το χαμόγελό τους. Η χαρά μας, όμως δεν κράτησε για πολύ.
Το ίδιο βράδυ ένα φορτηγό ήρθε και μας πήρε. Αφού ταλαιπωρηθήκαμε στη διαδρομή, καταλήξαμε στην αυλή ενός άθλιου σπιτιού. Όταν ξημέρωσε βγήκαν τα παιδιά να παίξουν. Ήταν τόσο ζωηρά που σε δευτερόλεπτα μας είχαν διαλύσει. Έτσι χαθήκαμε και τα κομμάτια μας διασκορπίστηκαν.
Αφού μου αφαίρεσαν μάτια, μύτη και αυτιά με παράτησαν στη μέση του δρόμου. Ο καιρός ήταν πάρα πολύ άσχημος και η χιονοθύελλα ήταν έτοιμη να ξεσπάσει. Ταξιδεύω μέρες δίχως να σταθώ πουθενά, δίχως να βλέπω, μα πιο πολύ λυπάμαι που δε θα ξαναδώ τους δικούς μου ανθρώπους. Ακόμη και τα μαθήματά μου, μου λείπουν".
Ακούγοντάς τα όλα αυτά η Αννούλα έπιασε τη χιονόμπαλα και την έσφιξε δυνατά στην αγκαλιά της.
Σ’ ευχαριστώ πολύ, της είπε.
 Η χιονόμπαλα με την απορία ζωγραφισμένη στο πρόσωπο, δε μπορούσε να καταλάβει.
-Μην ανησυχείς. Κάνε υπομονή, και θα δεις, της είπε η Αννούλα.
Συγκεντρώνοντας τ’ απαραίτητα υλικά,  τα τοποθέτησε με προσοχή στην καινούρια της φιλενάδα. Τώρα η μικρή μας χιονόμπαλα, πιο όμορφη από ποτέ είχε δύο υπέροχα γαλάζια κουμπιά για μάτια, μια καροτένια μύτη και δυο υπέροχα γούνινα αυτάκια.
Με  ανανεωμένη διάθεση, ξεκίνησε να βρει την οικογένειά της, για να περάσουν μαζί τις γιορτές.
Η μικρή Αννούλα μετά από την αφήγηση της χιονόμπαλας, γνώριζε ακριβώς τι θα έγραφε στο γράμμα που θα έστελνε στον Αϊ-Βασίλη.
Αγαπημένε μου, μετά τη συνομιλία με τη φίλη μου, -αφού θα σε παρακαλέσω να ξανασμίξει με την οικογένειά της- θέλω να σου εκμυστηρευτώ τα εξής: 
………………..



 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου